Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Εδέσσης Ιωήλ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Εδέσσης Ιωήλ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Νοεμβρίου 14, 2020

Ἡ σύνεση τοῦ Χριστοῦ (Λουκ ι΄ 25-37)

 







«Εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως»


Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς δημόσιας τριετοῦς δράσεως τοῦ Κυρίου, «λογοποιεί τινες ἀθυροστομεῖν εἰωθότες» (ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας), δηλ. ἄνθρωποι κουτσομπόληδες ποὺ εἶχαν συνηθίσει νὰ λέγουν ἀθυροστομίες, διέδιδαν εἰς βάρος Του τὰ ἀκόλουθα: Ἔλεγαν πὼς ὁ Χριστὸς περιφρονεῖ τὸ Μωσαϊκὸ Νομό, «καινὰ δὲ αὐτὸς εἰσφέρει διδάγματα», δηλ. καινούργια διδάγματα εἰσάγει στὸ βίο τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτὸ ἔρχεται ὁ σημερινὸς νομικός τοῦ Εὐαγγελίου καὶ προσπαθεῖ νὰ παρασύρει τὸν Ἰησοῦ σὲ κάποια συζήτηση, ἀπὸ τὴν ὁποία θὰ ἐπιτύγχανε δύο πράγματα, θὰ ἔκανε τὸ Χριστὸ νὰ ὁμολογήσει πὼς ὁ Νόμος τοῦ Μωυσῆ εἶναι παρωχημένος, ἐνῶ ὁ ὑποτιθέμενος δικός Του εἶναι σωστός. Ἀγνοοῦσε πὼς ὁ νομοθέτης καὶ τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἂς παρακολουθήσουμε, λοιπόν, τὴ συνετὴ συμπεριφορὰ τοῦ Κυρίου ἀπέναντι στὸ νομικό.


Ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ νομικοῦ

Εἶναι φανερὸ ἀπὸ τὴ διήγηση τοῦ Εὐαγγελίου πὼς ὁ νομικὸς πλησίασε τὸ Χριστὸ μὲ διάθεση ὄχι νὰ μάθει, ἀλλὰ νὰ πειράξει. Τὸν ἀποκαλεῖ διδάσκαλο: «Διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;» (Λουκ. 10,25). Ἡ πρόθεση τοῦ νομικοῦ δὲν ἦταν νὰ μάθει κάτι περισσότερο ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἤξερε, ἀλλὰ «συναρπάσαι προσδοκῶν», ἤθελε νὰ παγιδεύσει τὸ Χριστό, κατὰ τοὺς Πατέρες. Ἐπειδὴ ὁ Χριστὸς συνεχῶς μιλοῦσε στὰ κηρύγματά Του γιὰ τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ὁ «περίαυτος» (ἐγωιστὴς) νομικὸς χρησιμοποιεῖ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου γιὰ νὰ Τὸν δελεάσει. Ἐδῶ εἶναι καὶ ἡ σύνεση τοῦ Χριστοῦ. Δὲν τὸν ἀποκαλύπτει. Δὲν ξεσκεπάζει τὴν ὑποκρισία του οὔτε τὸν περιφρονεῖ. Ὁ νομικὸς καυχιόταν γιὰ τὴ γνώση του πάνω στὸ Μωσαϊκὸ Νόμο. Ὁ Χριστὸς τὸν παραπέμπει ἐκεῖ. «Ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτὸν· ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς ἀναγινώσκεις;» (ὅπ. π. στίχ. 26). Μάλιστα ὅταν ἀποκρίθηκε σωστά, τὸν ἐπαίνεσε ὁ νομοδότης Κύριος. «Ὀρθῶς ἀπεκρίθης» (ὅπ. π. στίχ. 28). Δὲν τὸν ἐξερέθισε· ἀντίθετα χωρὶς φθόνο καὶ κακότητα τὸν ἐπαίνεσε δημόσια. Ὁ νομικὸς στὴ συνέχεια, γιὰ νὰ μὴ φανεῖ πὼς εἶναι κάποιος τυχαῖος, ρώτησε ποιὸς μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους «πλησίον» (ὅπ. π. στίχ. 29). Ὁ νομικὸς ἦταν δοχεῖο γνώσεων, ἀλλὰ δὲν ἦταν σκεῦος ἀρετῶν.

Ὁ ἀοίδιμος Μητροπολίτης Κοζάνης Διονύσιος λέγει πὼς ἡ ἀρετὴ δὲ συναντᾶται πάντοτε ὅπου ὑπάρχει γνώσει καὶ ὅπου λάμπει τὸ ἀξίωμα. «Ἡ ἀρετὴ εἶναι εἰς τὴν πρᾶξιν, εἰς τὴν ἐφαρμογὴν ἐκείνων ποὺ λέγομεν ὅτι πιστεύομεν, εἰς τὴν πραγμάτωσιν τῶν ἰδεῶν ποὺ ἐκπροσωποῦμεν, εἰς τὴν ἐκτέλεσιν τῶν θείων ἐντολῶν καὶ ὄχι ἁπλῶς εἰς τὴν γνώση των». Ὁ νομικὸς ἤθελε νὰ δείξει στὸ Χριστὸ πὼς δὲν εἶναι τόσο ἁπλὰ τὰ πράγματα, ὅπως τὰ λέγει, ἀλλ’ ἔχουν βάθος. Ἤθελε νὰ παρουσιάσει τὶς ἰδέες του, νὰ δείξει πὼς ὑπερέχει ὅλων. «Ὤιετο γὰρ πάντων ὑπερέχειν», κατὰ τὴν πατερικὴ γραμματεία. Ὁ νομικὸς ρωτάει γιὰ τὸν πλησίον καὶ ὁ Κύριος τοῦ δείχνει τί κάνει ὁ πλησίον.

Ὁ ἕνας ἤθελε γνώσεις κι ὁ Ἄλλος τοῦ ὑπέδειξε τὴν πράξη. Μὲ τὴ φιλάνθρωπη διάθεση ἀποδεικνύουμε ἐὰν νιώθουμε τὸ διπλανό μας ὡς πλησίον.


«Εἶδα τὸν ἀδελφό μου, εἶδα Κύριον τὸν Θεὸ μου»

Οἱ διάφοροι φιλόσοφοι τοῦ κόσμου τούτου λένε πὼς «ὁ ἄλλος εἶναι ἡ κόλαση μου». Ἀντίθετα οἱ Ἅγιοι ἔλεγαν: «εἶδα τὸν ἀδελφό μου, εἶδα Κύριον τὸν Θεό μου». Ὁ Θεὸς γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ὁ μεγάλος Πλησίον, ἀλλὰ γιὰ τὸν καθένα μας ὁ συνάνθρωπος ἂς γίνει πλησίον. Μέσα στὴν Ἐκκλησία ὁ καθένας ἑνώνεται μὲ τὸ Θεὸ καὶ μὲ τὸ συνάνθρωπό του. Δὲν μᾶς ὠφελοῦν τὸ πλῆθος τῶν θεολογικῶν γνώσεων, ὅταν εἴμαστε στεγνοὶ ἀπὸ αἰσθήματα φιλανθρωπίας καὶ ἀγάπης γιὰ τὸ διπλανό μας.

Μάλιστα οἱ πολλὲς γνώσεις χωρὶς τὴν πρακτικὴ ἐφαρμογὴ τους γίνονται καὶ ἀφορμὴ κατακρίσεώς μας: «Ἐκεῖνος δὲ ὁ δοῦλος, ὁ γνοὺς τὸ θέλημα τοῦ κυρίου ἑαυτοῦ καὶ μὴ ἑτοιμάσας μηδὲ ποιήσας πρὸς τὸ θέλημα αὐτοῦ, δαρήσεται πολλάς›› (Λουκ. 12,47). Ὁ προμνημονευθεὶς Μητροπολίτης λέγει πὼς τὸ νέο ποὺ κόμισε ὁ Χριστὸς γιὰ τὸ Θεὸ εἶναι πὼς ὁ Θεὸς εἶναι πατέρας. Καὶ τὸ νέο ποὺ κόμισε γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι πὼς ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλησίον. Κανένα πολιτικὸ ἢ κοινωνικὸ σύστημα δὲν ἔφτασε σ’ αὐτὴν τὴν πληρότητα τοῦ Εὐαγγελίου. Νὰ βλέπουμε τὸν κάθε ἄνθρωπο ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἀντίθετα τὰ πολιτικὰ συστήματα ὁμιλοῦν γιὰ παρατάξεις, γιὰ ὁμάδες, γιὰ ὀπαδοὺς καὶ ἀκολούθους. Ἡ Ἐκκλησία μας, ποὺ εἶναι «ὁ Χριστὸς παρατεινόμενος εἰς τοὺς αἰῶνες», ὁμιλεῖ γιὰ πλησίον, γιὰ ἀδελφούς, γιὰ εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, γιὰ ἀγάπη χωρὶς διάκριση, γιὰ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.


Ἀδελφοί μου,

Ὁ μέγας Ἀντώνιος ἔλεγε: «Οὐδέποτε προτίμησα τὸ προσωπικό μου συμφέρον ἀπὸ τὴν ὠφέλεια τοῦ ἀδελφοῦ μου». Ἐπίσης ὁ ἀββὰς Ἀγάθων συμπληρώνει: «Ἀγάπη εἶναι νὰ βρῶ ἕναν λεπρὸ καὶ νὰ τοῦ δώσω εὐχαρίστως τὸ σῶμα μου καί, ἂν εἶναι δυνατό, νὰ πάρω τὸ δικὸ του». Ἂς τὰ ἔχουμε ὅλα αὐτὰ ὑπόψη μας, γιὰ νὰ κάνουμε κι ἐμεῖς ὅ,τι μποροῦμε γιὰ τὸν πλησίον μας, ποὺ εἶναι ὁ ἀδελφός μας.

Σάββατο, Μαρτίου 17, 2018

Ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ (Μάρκ. θ, 17-31)



‹‹Ἐπετίμησεν τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ››

Οἱ ἐπιβουλὲς τῶν δαιμόνων ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου εἶναι πολλές. Πολὺ περισσότερες ὅμως εἶναι οἱ εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο. Ἐὰν δὲν ἐρχόταν ὁ Θεὸς νὰ γίνει σύμμαχος τοῦ ἀνθρώπου, θὰ καταστρεφόταν τὸ γένος μας, ἐπειδὴ τὸ πολιορκεῖ ἀσταμάτητα ὁ πονηρός. Δὲν ὑπῆρχε καιρὸς καὶ χρόνος ποὺ νὰ μᾶς εἶχε ἀφήσει ἐλεύθερους καὶ ἀνεπηρέαστους ὁ διάβολος. Εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχὴν δημιουργὸς καὶ αἴτιος ὅλων τῶν συμφορῶν μας, γράφει ὁ Θεοφάνης ὁ Κεραμέας. Ὁ Κύριος σήμερα κατήργησε τὴ δύναμη τοῦ ἀντιδίκου τῆς σωτηρίας μας, θεραπεύοντας τὸ παιδὶ τοῦ ὀλιγόπιστου πατέρα.


Ἡ ὀλιγοπιστία εἶναι ἄρρωστη πνευματικὴ κατάσταση

Πράγματι ὁ πατέρας ἦταν ὀλιγόπιστος κι αὐτὸ ἦταν ἕνας λόγος ποὺ οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ δὲν μπόρεσαν νὰ θεραπεύσουν τὸ παιδί. Ναὶ μὲν πῆγε σ’ αὐτοὺς γιὰ νὰ τὸ θεραπεύσουν, ἀλλὰ μέσα του δὲν πίστευε ἀκράδαντα ὅτι μποροῦν. Φαίνεται αὐτὸ κι ἀπὸ τὰ λόγια του: ‹‹...εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσιν καὶ οὐκ ἴσχυσαν›› (Μάρκ. 9,18) δηλ. Ἁπλῶς τὸ ἔφερε στοὺς μαθητὲς καὶ τοὺς εἶπε ἁπλὰ καὶ ἄχρωμα νὰ τὸ θεραπεύσουν. Δὲν ἱκέτευσε, δὲν παρακάλεσε, δὲν ἔκλαυσε γιὰ τὸ παιδί του, ὅπως π.χ. ἡ Χαναναία γυναίκα γιὰ τὴν θυγατέρα της ποὺ ἦταν κι αὐτὴ δαιμονισμένη. Ὁ Χριστὸς μὲ τὴν ἔνσαρκη παρουσία Του, ἀναγκαζόταν νὰ συναναστρέφεται καὶ μὲ μὴ ἀγαθοὺς ἀνθρώπους, προκειμένου νὰ τοὺς διορθώσει. Γιὰ τὸν Χριστὸ δὲν ἦταν τόσο βαρὺ γεγονὸς ὁ Σταυρός Του, αὐτὸ μᾶλλον ἐπιθυμητὸ ἦταν, ὅσο τὸ νὰ εἶναι ἀνάμεσα σὲ ἁμαρτωλοὺς ‹‹τὸ εἶναι μετ’ αὐτῶν βαρύ››, τονίζει ὁ ἅγιος Κύριλλος. Ὁ πατέρας τοῦ νέου ἦταν καὶ ἄπιστος καὶ διεστραμμένος. Βέβαια δὲν πλασθήκαμε ἀπ’ τὸν Θεὸ κακοί, μᾶς ἔκανε ἔτσι ἡ ἁμαρτία. Λαθραία μπῆκε ἡ ἁμαρτία στὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἀλλοίωσε.


Τὸ πρόσωπο τοῦ δαιμονισμένου παιδιοῦ

Τὸ πρόσωπο τοῦ δαιμονισμένου παιδιοῦ εἶναι τραγικό. Τὸ δαιμόνιο ποὺ κατέβαλε τὸν νέο, ἦταν φοβερό. Ἔμοιαζε σὰν ἕνα μεγάλο βουνὸ ποὺ χρειαζόταν πίστη γιὰ νὰ τὸ μετακινήσει κάποιος, ὅπως λέγει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος (κεφ. 17, 20). Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τὸ ὀνομάζει ‹‹παγχάλεπον››. Ἐνεργοῦσε ἐπάνω του κατὰ τὴν περίοδο τῆς σελήνης καὶ τοῦ εἶχε ἀφαιρέσει τὴν ὁμιλία καὶ τὴν ἀκοή. Ἄλλο πράγμα ὁ ψυχοπαθὴς κι ἄλλο ὁ δαιμονισμένος. Ὁ ἕνας πάσχει ἀπὸ ἀρρώστια κι ὁ ἄλλος ἀπὸ δαιμονικὴ ἐπήρεια. Ὁ δαιμονισμένος ἔχει προβλήματα ποὺ δημιουργοῦνται ἀπὸ τὸ διάβολο, ἐνῶ ὁ ψυχοπαθὴς ἀπὸ τὴν ἀλλοίωση σωματικῶν του λειτουργιῶν.


Ἡ θεραπεία τοῦ νέου

Ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ διαλύσει τὴν ψευδῆ ἐντύπωση τοῦ πλήθους πὼς καὶ ὁ ἴδιος εἶναι ἀνίκανος νὰ θεραπεύσει τὸ παιδί, ὅπως καὶ οἱ μαθητές του, ἀμέσως διέταξε τὸ δαιμόνιο νὰ βγεῖ καὶ νὰ ἀναχωρήσει ‹‹ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθεις εἰς αὐτόν›› (Μάρκ. 9,25). Ὁ Κύριος εἶχε ἐξουσία θεοπρεπῆ, ὄχι ὅπως οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι. Ὡς κυρίαρχος καὶ δεσπότης συμπεριφερόταν στοὺς δαίμονες γιατί ἤθελε νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὴν ἐπήρειά τους. Μᾶς ἔδωσε καὶ τὰ ὅπλα νὰ τοὺς πολεμήσουμε, δηλ. τὴν προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία (στίχ. 29).


Τὰ πάθη τοῦ ἀνθρώπου

Τὰ πάθη, οἱ ἁμαρτίες μας καὶ οἱ δαιμονικὲς ἐπήρειες μοιάζουν σὰν μεγάλα βουνά. Τέτοιες καταστάσεις εἶναι ὁ θυμός, οἱ σαρκικὲς ἐπιθυμίες, ἡ ἀρχομανία κ. ἄ. Ὅλα αὐτὰ ἔχουν φοβερὴ στερεότητα κι ἀντοχὴ μέσα μας. Ὁ διάβολος εἶναι τὸ ὄρος τῆς ὑπερηφάνειας. Μᾶς χρειάζεται πίστη, γιὰ νὰ ἔχουμε παρρησία στὸ Θεὸ καὶ γιὰ νὰ δώσουμε τὸ δικαίωμα στὸν Κύριο νὰ ἐνεργήσει εὐεργετικὰ ἐπάνω μας. Ἡ μικρὴ ζωντανὴ πίστη θὰ μετακινήσει ὅλα τὰ πονηρὰ ὑψώματα μέσα μας. Δὲν εἶναι σωστὸ νὰ τρέφουμε ὀλιγοπιστία ἀπέναντι στὸν Χριστὸ καὶ τὴ διδασκαλία του. Ὅσο πιὸ ταπεινοὶ εἴμαστε, τόσο πιὸ πολύ μᾶς τειχίζει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ μᾶς προστατεύει ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τοῦ διαβόλου.


Ἀδελφοί μου,
Ἂς ἱκετεύσουμε τὸν Θεὸ νὰ μᾶς καθαρίσει ἀπὸ τὰ πάθη, ὅπως καθάρισε τὸν νέο τοῦ Εὐαγγελίου.

Σάββατο, Απριλίου 01, 2017

Τὸ πάθος τῆς φιλοπρωτίας (Μάρκ. ι΄32-45) ‹‹Ὅς ἂν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος››




‹‹Ὅς ἂν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος››

Ἡ τελευταία πορεία τοῦ Χριστοῦ στὰ Ἱεροσόλυμα ἦταν δραματικὴ ὄχι μόνο γι’ αὐτόν, ἀλλὰ καὶ γιὰ κείνους ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσαν. ‹‹Ἦσαν ἐν τῇ ὁδῷ ἀναβαίνοντες εἰς Ἱεροσόλυμα›› (Μάρκ. 10,32). Ὁ Χριστὸς προπορευόταν καὶ ἀκολουθοῦσαν φοβισμένοι οἱ μαθητές. Ὁ Κύριος, ὅσο πλησιάζει τὸ πάθος του, τόσο πιὸ συχνὰ ὁμιλεῖ στοὺς μαθητὲς γι’ αὐτὸ καὶ γιὰ τὸ θάνατό του. Τοὺς μίλησε γιὰ τὸ ποτήριο τοῦ θανάτου καὶ γιὰ τὸ βάπτισμα τοῦ αἵματος. Τοὺς ἔκανε σαφὲς πὼς ἡ πορεία τους θὰ ἔχει πολλὲς ὁμοιότητες μὲ τὴ δική Του κατάληξη στὴ ζωή. Οἱ μαθητὲς φοβοῦνται. Μέχρι τώρα δὲν εἶχαν περάσει κανένα μαρτύριο. Σ’αὐτὲς τὶς δραματικὲς στιγμὲς δύο μαθητὲς Του Τοῦ ζητοῦσαν πρωτοκαθεδρίες, πράγμα ποὺ ἀνάγκασε τὸ Χριστὸ νὰ τοὺς πεῖ πὼς ὅποιος θέλει νὰ εἶναι πρῶτος, ὀφείλει νὰ εἶναι διάκονος καὶ δοῦλος ὅλων.




Ἡ ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ


Ὁ Χριστός, ‹‹ὁ βασιλεὺς τῶν ἐπουρανίων δυνάμεων››, καταδέχθηκε νὰ γεννηθεῖ βρέφος μέσα σὲ φάτνη σπηλαίου, νὰ ἀνατραφεῖ ‹‹ἐν οἴκῳ τέκτονος καὶ μητρὸς πενιχρός››, κατὰ τὸ Μέγα Βασίλειο. Ἐπίσης νὰ βαπτισθεῖ ἀπὸ ἕνα δημιούργημά του, νὰ σταυρωθεῖ μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ θάνατο. Τίποτε ἀπ’ αὐτὰ δὲν συγκινοῦν τοὺς μαθητές. Αὐτὸ συμβαίνει, γιατί ἡ φιλοπρωτία καὶ ἡ φιλοδοξία εἶναι πάθη τυραννικὰ καὶ πολὺ συχνὰ ἐνοχλοῦν πολλοὺς καὶ μάλιστα καὶ μεγάλους ἄνδρες. Ὁ Χριστὸς μιλοῦσε γιὰ τοὺς ἀγῶνες του κι ἐκεῖνοι ὀνειρευόντουσαν τιμὲς καὶ δόξες. Μπορεῖ νὰ εἶναι κάποιος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά, ἐὰν δὲν εἶναι καλλιεργημένος, ἐνδέχεται νὰ εἶναι ὑποχείριο κάποιου πάθους. Στὰ ὕψιστα ἀξιώματα ἀνεβαίνουμε, ἀλλὰ τὰ πάθη μας παραμένουν ζωντανὰ μέσα μας. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας λέγουν πὼς τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἡ μόνη φιλοδοξία εἶναι, ἐὰν μετανοήσει, νὰ ἀποτινάξει ἀπὸ πάνω του ‹‹πάντα τὰ ἑαυτοῦ πάθη››, δηλ. τὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτίες του καὶ νὰ ζήσει τὴ χαρισματικὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ πνευματικὸς νόμος ἔχει πιστοποιήσει, πὼς ὅποιος ἐπιζητήσει νὰ καταδυναστεύσει τοὺς ἄλλους καὶ νὰ τοὺς κάνει ὑποχείρια του, ἴσως γίνει ‹‹ἀτιμώτερος πάντων››, θὰ γίνουμε πιὸ ἄδοξοι καὶ μισητοὶ ἀπ’ ὅλους. Παράδειγμα ὁ διάβολος θέλησε νὰ γίνει πρῶτος καὶ κατάντησε τελευταῖος. ‹‹Ἄξιος τῆς δόξας δὲν εἶναι ἐκεῖνος ποὺ τὴν ἐπιδιώκει, ἀλλ’ ἐκεῖνος ποὺ τὴν περιφρονεῖ. Ἡ δόξα μοιάζει μὲ τὴ σκιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσο τὴν κυνηγᾶς, τόσο περισσότερο ἀπομακρύνεται.


Τὰ φάρμακα τοῦ πάθους τῆς φιλοπρωτίας
Στὴν πληγὴ τῆς φιλοπρωτίας καὶ φιλοδοξίας ὁ Χριστὸς βάζει τὸ φάρμακο τῆς ταπεινώσεως. Ἐὰν ὁ μεγάλης βουλῆς ἄγγελος, δηλ. ὁ Χριστός, ταπεινώθηκε τόσο πολύ, τὸν ἴδιο δρόμο ὀφείλουμε νὰ ἀκολουθήσουμε καὶ ἐμεῖς, ‹‹Ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ›› (Φιλιπ. 2,8), θὰ τονίσει ἐμφαντικὰ ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὁ ἄνθρωπος ὅσο πιὸ ψηλὰ ἀνεβαίνει, τόσο πιὸ πολὺ ὀφείλει νὰ ταπεινώνει τὸν ἑαυτό του καὶ μὴν ἐπαίρεται. Ἡ ἐξουσία τοῦ δόθηκε ὄχι γιὰ νὰ καταδυναστεύει, ἀλλὰ γιὰ νὰ ὑπηρετεῖ τοὺς ἄλλους. ‹‹Ὄχι μόνο νὰ τέμνει, ἀλλὰ καὶ νὰ περιποιεῖται τὰ τραύματα τῶν ἄλλων. Μόνο μὲ τὴν ταπείνωση ὁ ἡγέτης ἀποκτᾶ φυσιολογικὴ συμπεριφορὰ ἔναντι τῶν ἄλλων. Ἐμεῖς μὲ τὸ Θεὸ ἔχουμε συνάψει συνθήκη μετανοίας κι ὄχι ἐξουσίας, λέγει ὁ ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας.


Ἡ συμπεριφορὰ τῶν σημερινῶν ἀρχόντων

Σήμερα αὐτοὶ ποὺ φαίνονται ἄρχοντες τῶν Ἐθνῶν κι ὅλοι ὅσοι ἔχουν κάποια ἐξουσία κινδυνεύουν νὰ πέσουν στὸ ἁμάρτημα τῆς φιλοπρωτίας καὶ τῆς καταδυναστεύσεως τῶν ἄλλων. Ὅλοι θέλουμε νὰ ἐξουσιάζουμε τοὺς ἄλλους. Στρατιωτικοὶ ἡγέτες, ἄνδρες, γυναῖκες, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, πολιτικοὶ ταγοὶ καὶ ὅλοι ὅσοι ἔχουν κάποια ἐξουσία, κινδυνεύουν νὰ γίνουν τυραννίσκοι τῶν ἄλλων. Ὁ ἡγέτης δὲν ἀνοίγει μόνον τὶς πληγές, ἀλλὰ περιποιεῖται καὶ τὰ τραύματα. Ἡ ἐξουσία νὰ ἀσκεῖται μὲ ταπείνωση, γιὰ νὰ ἔχει θετικὰ ἀποτελέσματα. Γιὰ μᾶς παράδειγμα εἶναι ὁ Κύριος ποὺ ταπεινώθηκε πολύ, γιὰ νὰ ὑψωθοῦμε ἐμεῖς μέχρι τὸν οὐρανό. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀσφαλὴς δρόμος τῆς ἐξουσίας. Ἡ ταπείνωση εἶναι τὸ φάρμακο τῆς φιλοπρωτίας.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 28, 2017

Ἡ ἀληθὴς νηστεία



"Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθῶν αὐτῶν"


Ὅ,τι κερδίζουμε καὶ κατορθώνουμε στὴν ἀρετὴ καὶ στὴν ἠθική μας τελείωση, εἶναι θησαυρὸς ἀσύλητος καὶ μάλιστα προσωπικός, ἀναφαίρετος θησαυρός. Δὲν εἶναι τὰ "περὶ ἡμᾶς", ἀλλὰ "ἡμεῖς", οὐδὲ κἄν τὸ σῶμα καὶ οἱ αἰσθήσεις, ἀλλ’ ἡ ψυχή μας, ἡ πνευματικὴ ἐντὸς μας ἀξία, ἡ ὕπαρξή μας. Ἀφοῦ, λοιπόν, ὁ ἀγώνας ποὺ κάνουμε εἶναι γιὰ νὰ ζήσουμε πνευματικά, ὀφείλουμε νὰ τὸν κάνουμε σωστά. π.χ. λέγει ὁ Κύριος, γιὰ νὰ ὠφεληθοῦμε ἀπὸ τὴ νηστεία, νὰ τὴν κάνουμε μὲ σωστὸ τρόπο, γιατί ὅσοι νηστεύουν λάθος "ἀπέχουσιν τὸν μισθὸν αὐτῶν" (Ματθ. 6,16). Σήμερα πρὸ τῶν πυλῶν τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς θὰ θέλαμε νὰ δείξουμε κάποιες καταστάσεις ποὺ δὲν ἀφήνουν νὰ καρποφορήσει ἡ νηστεία καὶ μᾶς ἀφαιροῦν τὸν πνευματικὸ μισθό.


Προυποθέσεις τῆς νηστείας

Πρῶτα πρῶτα ὑπάρχει μία λανθασμένη ἀντίληψη γιὰ τὸ θεσμὸ τῆς νηστείας. Ἡ νηστεία δὲν εἶναι μόνο ἀποχὴ ἀπὸ ὁρισμένες τροφές, ἀλλ’ εἶναι καὶ ταπείνωση, μετάνοια καὶ ἐσωτερικὴ συντριβή. Ὄχι μόνον σωματικὴ κάθαρση μὲ λιτὴ δίαιτα, μὰ καὶ ἐσωτερικὸς πνευματικὸς ἀνακαινισμός. Βεβαίως ἡ πρώτη ἐντολὴ ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς εἶναι ἐντολὴ νηστείας, ἀπὸ συγκεκριμένη τροφὴ καὶ ἡ παράβασή της ἔφερε τὴν ἔξωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Παράδεισο. Ὁ Μωυσῆς, ὁ Κύριος, ὁ Παῦλος καὶ οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας νήστευαν. Ἡ νηστεία εἶναι τὸ μέσον κι ὄχι ὁ σκοπός. Ὁ σκοπὸς εἶναι ἡ ἐγκράτεια καὶ ἡ πνευματικὴ καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου κι ὄχι ἡ αὐτοδικαίωση. Πολλοὶ πιστεύουν πὼς εἶναι ἡ πρώτη ἀρετὴ κι ἄλλοι φρονοῦν πὼς εἶναι ἕνας παρεξηγημένος θεσμός, ποὺ εἶναι ἄχρηστος γιὰ τὴν ἐποχή μας. Πολλοὶ μάλιστα τὴν εἰρωνεύονται καὶ τὴν ἐμπαίζουν. Δὲν ἐξισώνεται ἡ νηστεία μὲ τὴ δίαιτα, ποὺ εἶναι δύο διαφορετικὲς καταστάσεις.

Ἡ νηστεία πρέπει νὰ γίνεται μὲ ἀγαθὴ διάθεση κι ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ κι ὄχι γιὰ νὰ "φανῶμεν τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες" (ὅπ.π.). Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος γράφει πὼς ἐμεῖς πολλὲς φορὲς ξεπεράσαμε καὶ τοὺς ὑποκριτές. Γνωρίζω, λέγει ὁ ἅγιος, πολλοὺς ποὺ δὲ νηστεύουν, κι ἄλλους ποὺ ἐπιδεικνύονται μὲ τὴν ἄσκηση τῆς νηστείας. Ἐπίσης ξέρω κι ἀνθρώπους ποὺ ἐνῶ δὲ νηστεύουν "τὰ τῶν νηστευόντων προσωπεῖα περίκεινται", ντύνονται δηλ. τὶς μάσκες τῶν νηστευτῶν. Ὑπάρχουν κι ἄλλοι ἀκόμη πιὸ ἀσυνεπεῖς, ποὺ ἐνῶ δὲ νηστεύουν, διδάσκουν τοὺς ἄλλους γιὰ τὴ νηστεία. Ἡ ἀνθρωπαρέσκεια δὲν ἔχει θέση στὴ νηστεία. Κάνουμε νηστεία γιατί συμμετέχουμε στὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ. Ἀκόμη ἡ νηστεία μᾶς βοηθάει στὸν ἀγώνα ποὺ κάνουμε ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ διαβόλου. Ἡ δαιμονικὴ ἐνέργεια δὲν ἀποθρασύνεται στὸν καιρὸ τῆς νηστείας καὶ ἐπὶ πλέον "οἱ φύλακες τῆς ζωῆς ἡμῶν ἄγγελοι φιλοπονώτερον παραμένουσι τοῖς διὰ νηστείας τὴν ψυχὴν κεκαθαρμένοις", δηλ. οἱ φύλακες ἄγγελοί μας, λέγει ὁ Μ.Βασίλειος, μὲ καλύτερη διάθεση παραμένουν σὲ κείνους ποὺ καθαρίζουν τὴν ψυχή τους μὲ νηστεία. Ἀκόμη ὁ ἴδιος θὰ προσθέσει πὼς ἄγγελοι Θεοῦ καταγράφουν τοὺς νηστεύοντες "καθ’ ἑκάστην Ἐκκλησίαν". Μὲ τὴ νηστεία ἑλκυόυμε τὴ χάρη καὶ τὴν προστασία τοῦ Θεοῦ. Τὸ γένος τῶν δαιμόνων δὲ σταματᾶ νὰ πειράζει τοὺς ἀνθρώπους καὶ δὲν ἐκδιώκεται "εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ" (Ματθ. 17,21).


Ἀπαραίτητη ἡ νηστεία


Τώρα ποὺ ἀχίζει τὸ στάδιο τῆς νηστείας κι ὁ νοῦς μας εἶναι στραμμένος στὸ Πάσχα, καλούμαστε νὰ νηστεύσουμε σωματικὰ καὶ ψυχικά." Λύε πάντα σύνδεσμον ἀδικίας", γράφει ὁ Μ.Βασίλειος. Εἶναι ἡ νηστεία ἡ δεκάτη τοῦ χρόνου ποὺ ὀφείλουμε στὸ Θεό. Ἡ συστολὴ τοῦ ὕπνου, τῆς τροφῆς καὶ τῶν αἰσθήσεων συντρίβει τὴν καρδιὰ καὶ μᾶς κάνει νὰ πενθοῦμε γιὰ τὰ ἁμαρτήματά μας. Ἡ παράκληση τῶν πενθούντων εἶναι ἡ ζωντανὴ ἐπαφή μας μὲ τὸν Θεό. Τὶς ἡμέρες τῆς νηστείας πιθανῶς νὰ συναντήσουμε διάφορα ἐμπόδια, ὥστε νὰ μὴν πραγματοποιηθεῖ ἡ πνευματικὴ αὐτὴ ἄσκηση, ὅπως π.χ. ἀντεγκλήσεις μὲ τὸ περιβάλλον μας, μνησικακία ἀπὸ μέρους τῶν ἄλλων καὶ κακότητα. Μολύνονται οἱ ἡμέρες τῆς νηστείας μὲ τὰ πάθη μας. Ἂς μὴν πτοηθοῦμε. Ἂς ἀγαπήσουμε τὴ νηστεία καὶ τὴν ἐγκράτεια γιὰ νὰ ἔχουμε τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ περάσουμε μὲ εἰρήνη τὸ στάδιο τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς.

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 27, 2017

Σκέψεις γιὰ τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστή



Εἶναι γνωστὸ πὼς στὴν περίοδο αὐτὴ ἔχουμε δυὸ νηστεῖες. Εἶναι περίπου ἑπτὰ ἑβδομάδες αὐστηρῆς νηστείας καὶ μία ἡ ἑβδομάδα τῆς Τυρινῆς ποὺ προηγεῖται, ὀκτώ. Γιὰ πολλοὺς εἶναι μία εὐχάριστη καὶ ἐπιθυμητὴ περίοδος, ἐνῶ γιὰ ἄλλους εἶναι δύσκολη καὶ γιὰ ἄλλους καθόλου εὐχάριστη. Θὰ προσπαθήσουμε νὰ ποῦμε λίγες σκέψεις γιὰ τὴν περίοδο αὐτή, ὅπως τὴν ἔχουν χαρακτηρίσει οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας.

Πρῶτα πρῶτα νὰ θυμηθοῦμε τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸ Δαμασκηνό, ποὺ κάνει μία γενικὴ παρατήρηση γιὰ τὴν ἁγία Τεσσαρακοστή. Λέγει πρὸς ὅλους μας: «Τὴν Τεσσαρακοστὴν μὴ ἐξουθενεῖτε· μίμησιν γὰρ περιέχει τῆς τοῦ Χριστοῦ πολιτείας». Εἶναι σημαντικὴ παρατήρηση αὐτή. Ὁ Χριστὸς δὲν ἐξουθενώνει, δηλ. δὲν ἀφαιρεῖ τὴ δύναμη τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Πιὸ πλατειὰ θὰ λέγαμε, δὲν περιφρονεῖ τὴν μεγάλη Τεσσαρακοστή. Δὲ λέγει πὼς ἡ περίοδος αὐτὴ δὲν εἶναι σωστή, οὔτε κοροϊδεύει τὴ νηστεία τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε τὴν ἀτιμάζει, οὔτε δυσανασχετεῖ μὲ τὸν ἐρχομό της, οὔτε εὔχεται νὰ περάσει γρήγορα, οὔτε καταλύει τὴ νηστεία ἐπιδεικτικὰ καὶ χωρὶς λόγο, οὔτε προπαγανδίζει πὼς οἱ καιροὶ ἄλλαξαν καὶ πρέπει νὰ ἀλλάξουμε καὶ ἐμεῖς.

Ἡ ἁγία Τεσσαρακοστὴ εἶναι μία μίμηση τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Μετὰ τὴ βάπτισή Του πῆγε στὴν ἔρημο καὶ ἐκεῖ «νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα ὕστερον ἐπείνασεν» (Ματθ. 4,2). Ὁ Χριστὸς ἦταν τέλειος ἄνθρωπος καὶ μέσα Του δὲν εἶχε τὴν ἁμαρτητικὴ φορά, ἀλλὰ χρειαζόταν νὰ μᾶς δώσει τύπο ζωῆς. Ἔπρεπε νὰ ἔχουμε μία εἰκόνα ἀσκήσεως μπροστά μας, γιὰ νὰ ἐπιτύχουμε τοῦ σκοποῦ μας, ποὺ εἶναι ἡ ἕνωσή μας μὲ τὸ Θεό. Κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ δέχθηκε καὶ τοὺς πειρασμοὺς τοῦ διαβόλου καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τῶν πειρασμῶν Του «ἄγγελοι διηκόνουν αὐτῷ» (Μάρκ. 1,13). Πολλὰ διδάγματα ἔχει νὰ μᾶς δώσει ἡ περίοδος τῶν πειρασμῶν τοῦ Κυρίου.

Ὁ Χριστὸς ἐκπαιδεύθηκε τρόπον τινα στοὺς πειρασμοὺς μὲ τὴ νηστεία. Ἀργότερα ὁ διάβολος σὰν μία φοβερὴ θύελλα θὰ ἐπιπέσει ἐπάνω Του. Σ᾿ ὅλους τοὺς πειρασμοὺς βγῆκε νικητής. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ πιστός. Στὴ ζωή μας θὰ ἔχουμε πολλοὺς πειρασμούς. Χρειαζόμαστε ἐκπαίδευση. Ἡ περίοδος τῆς νηστείας εἶναι μία πνευματικὴ ἐκπαίδευση τοῦ Χριστιανοῦ. Μαθαίνει νὰ πολεμᾶ. Ὁ Κύριος μᾶς ἔδειξε τὸν τρόπο, ἀφοῦ πρῶτα αὐτὸς πειράσθηκε.

Ὁ Χριστὸς μέσα στὴν περίοδο τῆς νηστείας πειράσθηκε καὶ νίκησε. Ἐπίσης καὶ οἱ πιστοὶ πειράζονται. Γιατί παραχωρεῖ τοὺς πειρασμοὺς ὁ Θεός; Γιὰ νὰ πληροφορηθοῦμε πὼς εἴμαστε ἀνώτεροι ἀπ᾿ αὐτούς. Γιὰ νὰ ταπεινωνόμαστε. Γιὰ νὰ πληροφορηθεῖ ὁ δαίμονας πὼς τὸν ἐγκαταλείψαμε. Γιὰ νὰ ἀσκηθοῦμε. Γιὰ νὰ λάβουμε σαφῆ πείρα τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ. Ἄγγελοι Κυρίου στηρίζουν τοὺς ἀγωνιστές.

Ὁ διάβολος πείραξε τὸ Χριστὸ κατὰ τὴν περίοδο τῆς νηστείας ὄχι μόνο μὲ τὸν τρόπο, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν τόπο. Ἡ μοναξιὰ καὶ ἡ ἀπομόνωση εἶναι πολλὲς φορὲς ὄπλα τοῦ διαβόλου. Παράδειγμα ἡ Εὔα, τὴν ὁποία πείραξε, ὅταν ἦταν χωρισμένη ἀπὸ τὸν Ἀδάμ. Ἀκόμη, ἡ ἀπομόνωση φέρνει μερικὲς φορὲς τὴν μονοτονία, τὴν ἀκηδία, τὴν πείνα, τὴν ἀδημονία. Τότε κατὰ τὴν περίοδο τῆς νηστείας παίρνει θάρρος καὶ ἐπιτίθεται ἐναντίον μας. Ὅταν ὅμως μᾶς δεῖ μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους καὶ συγκεκροτημένους, δὲν ἔχει τὸ θάρρος (γράφει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος) νὰ μᾶς κάνει μεγάλη ζημιά. Γι᾿ αὐτό, λοιπόν, στὴν περίοδο τῆς νηστείας νὰ συχνάζουμε στὴν Ἐκκλησία, στὶς ἀκολουθίες, καὶ ὅλοι μαζὶ νὰ στηρίζουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο γιὰ νὰ ἐνθαρρυνόμαστε πὼς στὸν ἀγώνα μας δὲν εἴμαστε μόνοι, ἀλλὰ μαζί μας εἶναι ὅλη ἡ Ἐκκλησία. Τὸν Κύριο Τὸν ἐνθάρρυναν οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ. Καταλαβαίνουμε, συνεπῶς, πόση μεγάλη ὠφέλεια παίρνουμε ἀπὸ τὴν ἁγία Τεσσαρακοστή.

Μετά, ἕνας ἄλλος Ἅγιος της Ἐκκλησίας μας, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, γράφει πὼς κατὰ τὴν περίοδο τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ὁ ἄνθρωπος ἐμπορεύεται τὴν πνευματικὴ ἐμπορία καὶ συγκεντρώνει πολὺ πλοῦτο ἀρετῆς. Τονίζει πὼς δὲν εἶναι μεγάλο κατόρθωμα νὰ διέλθουμε τὶς ἡμέρες ἁπλῶς τῆς νηστείας, ἀλλὰ σημασία ἔχει νὰ διορθώσουμε κάτι ἀπὸ τὰ ἐλαττώματά μας καὶ νὰ πλυθοῦμε ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματά μας, «εἰ διωρθώσαμεν τί τῶν ἡμετέρων ἐλαττωμάτων, εἰ τὰ ἁμαρτήματα ἀπενιψάμεθα».

Συνηθίζουμε νὰ ρωτᾶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς «πόσας ἕκαστος ἑβδομάδας ἐνήστευσε· καὶ ἔστιν ἀκοῦσαι λεγόντων τῶν μέν, ὅτι δυό, τῶν δὲ ὅτι τρεῖς, τῶν δέ, ὅτι πάσας ἐνήστευσαν τὰς ἑβδομάδας», δηλαδὴ συμβαίνει νὰ ἀκοῦς νὰ λένε ἄλλος μὲν πὼς νήστευσε δυό, ἄλλος τρεῖς καὶ ἄλλος ὅλες τὶς ἑβδομάδες. Καὶ ποιὸ εἶναι τὸ κέρδος, ἐὰν δίχως κατορθώματα ἀρετῆς περάσουμε τὴν περίοδο τῆς νηστείας;

Ἐὰν κάποιος λέγει, ὅτι νήστευσα ὅλη τὴν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς, σὺ εἰπέ, ὅτι εἶχα ἐχθρὸν καὶ συμφιλιώθηκα μ᾿ αὐτόν· εἶχα συνήθεια νὰ κατηγορῶ καὶ τὴν ἐσταμάτησα· εἶχα συνήθεια νὰ ὁρκίζομαι καὶ ἀπαλλάχθηκα ἀπὸ τὴν κακὴ συνήθεια.... Καμία ὠφέλεια δὲν θὰ ἔχουμε ἀπὸ τὴν νηστεία, ἂν ἁπλῶς καὶ μόνο τὴν περάσουμε εἰκῆ καὶ ὡς ἔτυχε. Ἂν περάσουμε τὴ νηστεία τῶν φαγητῶν, ὅταν περάσουν οἱ σαράντα ἡμέρες, περνᾶ καὶ ἡ νηστεία· ἂν ὅμως ἀπέχουμε ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα καὶ ἡ περίοδος τῆς νηστείας νὰ περάσει, ἐκείνη ἡ νηστεία (δηλ. τῶν ἁμαρτημάτων) πάλιν μένει καὶ θὰ εἶναι συνεχὴς ἡ ὠφέλεια σὲ μᾶς καὶ πρὶν ἀκόμα ἀπὸ τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν θὰ μᾶς χαρίσει ὄχι μικρὲς ἀμοιβὲς ἐδῶ.

Βλέπουμε πὼς ἡ μεγάλη Τεσσαρακοστὴ δὲν εἶναι μία περίοδος γιὰ νὰ νηστεύσουμε μόνο ἀπὸ φαγητά, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐξασκούμαστε στὴν ἀρετή. Ὅταν ὅλα αὐτὰ τὰ κατορθώσουμε, τότε θὰ ἀξιωθοῦμε τὴν κυρία ἡμέρα νὰ προσέλθουμε στὴν πνευματικὴ τράπεζα, δηλ. στὴ θεία Εὐχαριστία, γιὰ νὰ κοινωνήσουμε. Ἡ προσέλευση στὸ μυστήριο τῆς ζωῆς εἶναι ἱκανὸ κίνητρο, γιὰ νὰ μᾶς παρακινεῖ στὴν πνευματική μας ἄσκηση.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τονίζει πὼς ἡ νηστεία εἶναι καὶ καθάρσιο τοῦ ἐαυτοῦ μας. Πρὸ τῆς μεγάλης ἡμέρας τοῦ Πάσχα, «κάθαρσίς ἐστι προεόρτιος». Ὁ χριστιανὸς ἐπιτυγχάνει τὴ «συννέκρωση» μὲ τὸ Χριστό, συμμετέχει στὴ νέκρωση τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως ὁ Κύριος νεκρώνει τὴ σάρκα Του γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου, ἔτσι καὶ οἱ χριστιανοὶ νεκρώνουν τὰ πάθη τους γιὰ τὴ σωτηρία τὴν ἰδική τους. Ὁ Κύριος νήστευσε λίγο πρὶν ἀπὸ τὸν πειρασμό, ἐμεῖς πρὶν ἀπὸ τὸ Πάσχα.

Μὲ τέτοιες σκέψεις ἂς διέλθουμε τὸ στάδιο τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς γιὰ νὰ ὠφεληθοῦμε πολύ.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 09, 2017

«Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοὶ ἐποιήσατε»Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ (Ματθ 25, 31-46)

«Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοὶ ἐποιήσατε»

Στὶς παραβολὲς ποὺ χρησιμοποιοῦσε ὁ Κύριος, ἔλεγε τὴ φράση ‹‹ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν›› (Ματθ. 22,2), δηλ. Παρομοιάζεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μὲ δέκα παρθένες, μὲ πολύτιμο μαργαρίτη, μὲ ἀγρὸ ἢ μὲ χαμένη δραχμὴ κ. ἄ. Στὸ σημερινὸ ὅμως Εὐαγγέλιο δὲν ὁμιλεῖ παραβολικά, ἀλλὰ ἀποκαλύπτει μιὰ κατάσταση πραγματικὴ καὶ δείχνει ἀποκαλυμμένο τὸν ἑαυτό Του, γι’ αὐτὸ καὶ λέγει ‹‹ὅταν ἔλθη ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ› (25,31), ποὺ σημαίνει πὼς ἡ περικοπὴ ἐκφράζει πλήρως τὴν ἀλήθεια γιὰ τὴν τελικὴ Κρίση τῶν ἀνθρώπων.


Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐλεημοσύνη τῶν ἀνθρώπων

Μία ἰδιότητα τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ ἔλεός Του. Μᾶς καταδιώκει συνεχῶς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης ὁ ἄνθρωπος, ὁ πλασμένος κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἔχει πολλὰ κοινὰ σημεῖα μὲ τὸ Δημιουργό του, ἀλλὰ κατ’ ἐξοχὴν ἡ ἰδιότητα τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς εὐεργεσίας τοῦ πλησίον εἶναι ἐκείνη ποὺ τὸν κάνει νὰ πλησιάζει τὸν Κύριο. Ὁ Χριστὸς διῆγε τὴ ζωὴ Του κάνοντας διαρκῶς εὐεργεσίες στοὺς ἄλλους καὶ ‹‹ἰᾶτο πάντας›› (Λουκ. 6,19). Ἀκόμη καὶ τὸν ἑαυτὸ Του ἔδωσε ‹‹λύτρον ἀντὶ πολλῶν›› (Μάρκ. 10,45), ὡς δεῖγμα καὶ καρπὸ τῆς μεγάλης Του ἀγάπης πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Οἱ φτωχοὶ ἀδελφοί μας, εἴτε εἶναι πεινασμένοι εἴτε ἄρρωστοι καὶ ἐνδεεῖς, εἶναι ἀδέλφια τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ τὸν ἔχουν ‹‹ἐνδυθεῖ››, ‹‹κατὰ τὸν ἔσω ἀνθρωπον››, σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸ Θεολόγο. Ἔχουν τὸ ἴδιο βάπτισμα μέ μᾶς, μετέχουν στὴν ἴδια χάρη, ὑπακούουν στοὺς ἴδιους νόμους τοῦ Θεοῦ, μετέχουν στὴν ἴδια θεία Εὐχαριστία κι ἔχουν τὶς ἴδιες μὲ μᾶς ἐλπίδες. Πολὺ ὡραῖα τὸ τονίζει αὐτὸ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ‹‹ἀδελφὸν γὰρ τὸ βάπτισμα ἐργάζεται καὶ ἡ τῶν θείων μηστηρίων κοινωνία››. Ἡ ἐλεήμων καρδία κάνει τὸν ἄνθρωπο κληρονόμο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ κι ὄχι τόσο τὰ μεγάλα χαρίσματα, ὅπως π.χ. τὰ θαύματα, τὸ προορατικὸ χάρισμα, ἡ μεγάλη σοφία τοῦ νοῦ κ.λ.π.

Ἕνας μεγάλος ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, περιγράφει πῶς πρέπει νὰ εἶναι μία ἐλεήμων καρδιά, δηλ. πῶς γίνεται ὁ ἄνθρωπος φιλάνθρωπος. Ὀφείλει νὰ καίγεται ἡ καρδιά του ἀπὸ ἀγάπη γιὰ ὅλη τὴν κτίση. Νὰ ἀγωνιᾶ ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων, ὑπὲρ τῶν ὀρνέων, ὑπὲρ τῶν ζώων, ἀκόμη καὶ ὑπὲρ τῶν δαιμόνων, ἂν εἶναι δυνατόν. Στὸν ἄνθρωπο ποὺ εἶχε τέτοια καρδιά, τὰ δάκρυα εἶναι ἀσταμάτητα. Δὲν μπορεῖ ν’ ἀκούσει δυστυχία ἢ νὰ δεῖ κάποια βλάβη καὶ νὰ μὴ συγκλονισθεῖ, νὰ μὴ δακρύσει. Προσεύχεται μὲ δάκρυα καὶ ὑπὲρ τῶν ἐχθρῶν του ἀκόμη καὶ ὑπὲρ τῆς φύσεως. Ὅλοι κι ὅλα νὰ ἐλεηθοῦν ἀπ’τὸ Θεό. Βλέπουμε, λοιπόν, πὼς ἕνα δάκρυ μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει τὴν εὐκαιρία νὰ κάνουμε δική μας τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.


Πῶς ἐκδηλώνεται ἡ ἀγάπη μας πρὸς τοὺς ἄλλους;

Ἕνας ἀοίδιμος Ἐπίσκοπος, ὁ Κοζάνης Διονύσιος, γράφει πὼς ἁπλὰ περιστατικὰ τῆς καθημερινῆς ζωῆς μας θὰ μᾶς κρίνουν. Ὄχι σοφία, ὄχι πολιτικὴ ἐξουσία καὶ δύναμη, ὄχι ὑλικὸς πλοῦτος καὶ χρήματα, ὄχι σωματικὴ ρώμη καὶ ὡραιότητα. Δὲν εἶναι αὐτὰ ποὺ ἔχουν ἀξία ἐκείνη τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως ἀλλὰ γεγονότα ἁπλά, ὅπως τὰ βλέπουμε στὴν καθημερινὴ ζωή. Ἕνα πιάτο φαγητοῦ, μιὰ οἰκονομικὴ ἐνίσχυση στὸν ἄλλο, μία συμπαράσταση σὲ κεῖνον ποὺ περνάει δύσκολες ὧρες, μία ἁπλὴ ἐπίσκεψη στὸν πονεμένο. Ὅλα αὐτὰ γίνονται μὲ ἀθόρυβο τρόπο, χωρὶς τυμπανοκρουσίες καὶ δημοσιεύσεις. Ὁ χριστιανὸς ποὺ πιστεύει καὶ ἐνεργεῖ τὴν πίστη του, ἀποφεύγει τὶς θεαματικὲς ἐκδηλώσεις κι ἐκείνους τοὺς πομπώδεις τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους μᾶς ἔχει συνηθίσει ἡ ἐποχή μας. Τὸ μοναδικὸ πράγμα ποὺ θὰ πάρουμε στὴν ἄλλη ζωὴ εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ ὁποία γίνεται συνήγορος γιὰ μᾶς στὸ Θεό.

Τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο ἀπευθύνεται σ’ ὅλους ἐμᾶς ποὺ τιμᾶμε τὴν εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ λησμονοῦμε νὰ τιμήσουμε τὴν ἔμψυχη εἰκόνα Του ποὺ εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἂς ἀκούσουμε τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸ Θεολόγο ποὺ μᾶς προτρέπει: ‹‹Πλούτισον μὴ περιουσίαν μόνον, ἀλλὰ καὶ εὐσέβειαν...››, δηλ. ἄς πλουτίσουμε ὄχι μόνον σὲ ὑλικὰ ἀγαθά, ἀλλὰ καὶ σὲ εὐσέβεια. Ἄς γίνουμε ἐμεῖς στὸν κάθε πτωχὸ ποὺ θὰ συναντήσουμε ὅ,τι εἶναι ὁ Θεὸς γιὰ ὅλους μας, γιὰ νὰ βροῦμε κι ἐμεῖς ἔλεος.

Τρίτη, Ιανουαρίου 17, 2017

Προσευχή για την κρίση των καιρών μας



προσευχή

Κύριε ο Θεός ημών, ο δείξας το έλεός Σου εν πάσι τοις προσιούσι σοι και εξαιτουμένοις τούτο, ο ευμήχανος και ποικίλα έχων της σωτηρίας τα φάρμακα, «ο πατήρ των οικτιρμών και Θεός πάσης παρακλήσεως, ο παρακαλών ημάς επί πάση τη θλίψει ημών» (2 Κορ. 1,3), ο δια του μονογενούς Σου Υιού πληροφορήσας ημάς ότι «οικτίρμων» (Λουκ.6,3) υπάρχεις και πολυέλεος, «ο ελεών πάντας, ότι πάντα δύνασαι και παρορών αμαρτήματα ανθρώπων εις μετάνοιαν» (Σοφ. Σολ.11,23), ο παρακινήσας τον προφητάνακτα Δαυΐδ ειπείν· «καθαρισθήσομαι από αμαρτίας μεγάλης» τη δυνάμει σου, ο μη θέλων τον θάνατον του αμαρτωλού, πρόσδεξαι εν ταύτη τη ώρα την δέησιν ημών υπέρ του Έθνους και της Πατρίδος ημών.=

Πάντες γαρ οι ομοπάτριδες κείμεθα επί ξυρού ακμής των θλίψεων οδυνόμενοι επί τη χλεύη και καταφρονήσει της φιλτάτης ημών πατρίδος ου μην αλλά και τη δυστυχία των κατοίκων αυτής. Όντως εκ τε των αμαρτιών ημών και εκ της ενεστώσης οικονομικής ανάγκης και της πνευματικής κρίσεως των Εθνών κατέστημεν άνθρωποι θλίψιν μόνιμον έχοντες και Έθνος υπό των άλλων Εθνών ονειδιζόμενον.
Δος, ουν, ημίν, Κύριε ο Θεός ημών, άνεσιν βίου, πάντα τα χρειώδη της καθ’᾽ημέραν επί της γης ημών διαβιώσεως, μετάνοιαν δια τας παραλείψεις και αμαρτίας ημών, ελευθερίαν εκ των πολλών δυσοιώνων λογισμών, πίστιν βεβαίαν προς Σε, ελπίδα επί τα βελτίω των οχληρών ημών καταστάσεων, ακαταίσχυντον, χαράν εν ταις καρδίαις ημών σταθηράν. Εξάγαγε ημάς εκ των λυπηρών επί τα θυμηδέστερα, εκ των στενωπών της απελπισίας εις τον δίαυλον του θάρσους, εκ της ολισθηράς οδού της απωλείας εις την ατραπόν της σταθερότητος, εκ της απιστίας εις την πίστιν, φανερών τοις πάσι τον δρόμον της αληθινής ζωής.
Ότι συ ει η πηγή της ζωής και σοι την δόξαν αναπέμπομεν τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
† Μητροπολίτης Εδέσσης Ιωήλ
Πηγή: Ησυχαστήριο Αγίας Τριάδος

το είδαμε εδώ

Κυριακή, Νοεμβρίου 06, 2016

Ἕνα παράδοξο θαῦμα (Λουκ. η΄41-56) «Ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ’ ἐμοῦ»


«Ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ’ ἐμοῦ»


Ἡ φιλάνθρωπη συμπεριφορὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ θαυμαστὰ ἔργα ποὺ ἐπιτελοῦσε γρήγορα διαδίδονταν στὸ λαό. Ὅταν π.χ. πῆγε στὸ τελωνεῖο τοῦ Ματθαίου καὶ τοῦ ζήτησε νὰ τὸν ἀκολουθήσει, τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση καὶ διαφημίσθηκε (Ματθ. 9,9). Ἐπίσης, ὅταν συγχώρησε τὴν ἁμαρτωλὴ γυναίκα λέγοντας «ἀφέωνται αἱ ἁμαρτίαι αὐτῆς αἱ πολλαί, ὅτι ἠγάπησε πολὺ» (Λουκ. 7,47), δηλαδὴ «συγχωροῦνται οἱ πολλὲς ἁμαρτίες της, γιατί ἀγάπησε πολύ»· τὸ συμβὰν αὐτὸ προξένησε μεγάλη ἐντύπωση. Ἤ ἀκόμη ἡ πραγματικότητα πὼς ὁ Χριστὸς ποτὲ δὲν ἔδιωξε ἁμαρτωλὸ οὔτε μίλησε ἄσχημα σὲ κάποιον ποὺ Τοῦ ζήτησε βοήθεια, ἦταν κάτι ποὺ τὸ ἤξεραν πολλοί. Αὐτὰ τὰ εἶχε ἀκούσει καὶ μία γυναίκα ποὺ ἔπασχε δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια ἀπὸ μία ἀκατάσχετη αἱμορραγία. Ἐπειδὴ ὅμως φοβόταν νὰ πάει εὐθέως νὰ τὸ ζητήσει ἀπ’ τὸ Χριστό, πῆγε κρυφὰ καὶ ἀκούμπησε στὴν ἄκρη τοῦ ἱματίου Του κι ἔγινε καλά. Βγῆκε τότε δύναμη ἀπ’ τὸ Χριστὸ ποὺ τὴν θεράπευσε τελείως. Ἂς δοῦμε τὴν προσωπικότητα αὐτῆς τῆς γυναίκας.


Ἡ αἱμορροοῦσα γυναίκα

Ὁ Νόμος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀπαγόρευε στὶς γυναῖκες, ποὺ ἔπασχαν ἀπ’ τὰ γνωστὰ γυναικεῖα νοσήματα νὰ ἀναμειγνύονται μέσα στὸ πλῆθος καὶ νὰ παρακολουθοῦν τὶς δημόσιες λατρεῖες τοῦ Ναοῦ ἢ τῆς Συναγωγῆς. Ἡ γυναίκα ἦταν γνωστὴ σ’ ὅλους πὼς ἔπασχε ἀπ’ αὐτὴν τὴν ἀρρώστια καὶ ὑπῆρχε κίνδυνος, ὅταν θὰ παρουσιαζόταν μπροστὰ στὸ Χριστό, οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι νὰ τὴν ἔδιωχναν σὰν μολυσμένη. Τὸ γεγονὸς τὸ ἤξερε κι αὐτή, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν κάλεσε τὸν Ἰησοῦ στὸ σπίτι της. Ἐφ’ ὅσον ἦταν «ἀκάθαρτη», κανεὶς δὲν ἔπρεπε νὰ τὴν πλησιάσει. Ἐπίσης ἡ αἱμορροοῦσα δὲ στάθηκε οὔτε καὶ μακριὰ γιὰ νὰ φωνάξει τὸ Χριστό, γιατί, ὅπως λέγει ὁ Εὐθύμιος Ζιγαβηνός, «ἠσχύνετο δημοσιεῦσαι τοιοῦτον πάθος», δηλ. ντρεπόταν νὰ κάνει φανερὴ μιὰ τέτοια ἀρρώστια.


Ἡ πίστη τῆς αἱμορροούσας

Ἕνα ἄλλο σημεῖο τῆς προσωπικότητας τῆς γυναίκας ἦταν ἡ πίστη της. Ἐπειδὴ εἶχε μεγάλη πίστη, σκέφθηκε νὰ ἀκουμπήσει τὸ ἱμάτιο τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ γίνει καλά. Μπορεῖ τὰ ροῦχα τοῦ Χριστοῦ νὰ εἶχαν χάρη ἐπάνω τους, ἐπειδὴ ἐρχόντουσαν σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸ ζωοποιὸ σῶμα τοῦ Κυρίου, ὅμως χρειαζόταν ἡ πίστη τῆς γυναίκας, γιὰ νὰ μεταδώσουν αὐτὴ τὴν ἰαματικὴ ἐνέργεια. Ἂς θυμηθοῦμε τί ἔγινε κατὰ τὸν καιρὸ τῆς Σταυρώσεως τοῦ Χριστοῦ. Οἱ στρατιῶτες ποὺ σταύρωσαν τὸν Κύριο, πῆραν τὰ ἱμάτια καὶ τὸ χιτώνα Του μὲ τὸ γνωστὸ σ’ ὅλους μας τρόπο. Ἐνῶ ἀκουμποῦσαν τὰ ροῦχα τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἔνιωσαν τίποτε. Τοὺς ἔλειπε ἡ πίστη. Ἀντίθετα ἡ αἱμορροοῦσα γυναίκα μὲ τὴν πίστη της πῆρε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ τρόπος ποὺ σκέφτηκε, δηλαδὴ νὰ ἀκουμπήσει κρυφὰ τὰ ἱμάτια τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ γίνει καλά, μπορεῖ νὰ ἦταν μιὰ ἰδιότυπη πράξη, ἂς ποῦμε μιὰ ἀκατηγόρητη «κλοπὴ» τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὸ ἄξιζε. Ὁ Θεοφάνης ὁ Κεραμεὺς γράφει γιὰ τὴν πράξη τῆς γυναίκας· «ἡ τῆς γυναικὸς ἐπαινουμένη κλοπή», δηλαδὴ κλοπὴ ποὺ ἐπαινεῖται καὶ δὲν καταδικάζεται. Στὸ σημεῖο αὐτὸ φαίνεται ἡ πίστη τῆς γυναίκας. Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι γνωστό, θεραπεύτηκε πλήρως καὶ προσφωνήθηκε ἀπ’ τὸ Χριστὸ ὡς θυγατέρα Του· «θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε» (Λουκ. 8,48).


Ἡ πίστη δὲν εἶναι μαγικὸ γεγονὸς

Ἡ γυναίκα τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου ἔχει πολλὰ νὰ μᾶς διδάξει. Κατ’ ἀρχήν, τί ἐπεθύμησε; Νὰ ἀκουμπήσει τὸ κράσπεδο τοῦ ἱματίου τοῦ Χριστοῦ. Τὸ ἴδιο νὰ κάνουμε κι ἐμεῖς. Ἐὰν θέλουμε, μποροῦμε ὄχι ἁπλῶς νὰ ἀκουμπήσουμε τὸν Ἰησοῦ, ἀλλ’ ὁλόκληρο νὰ Τὸν τοποθετήσουμε μέσα μας. Μπροστά μας καὶ πάνω στὴν ἁγία Τράπεζα εὑρίσκεται τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου. Δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνα ροῦχο, ἀλλὰ τὸ ἴδιο τὸ Δεσποτικὸ σῶμα. Ὁ καθένας μας ἔχει καὶ κάποια ἀσθένεια εἴτε ψυχικὴ εἴτε σωματική. Οἱ μώλωπες τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἐμφανεῖς στὴν ψυχή μας. Ἂς προσέλθουμε μὲ πίστη στὸ ἅγιο Ποτήριο. Ἐὰν τὸ ἱμάτιο τοῦ Χριστοῦ εἶχε τόση δύναμη, πολὺ περισσότερο τὸ ἴδιο τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου. Νὰ προσέλθουμε ὄχι ἁπλῶς σὰν νὰ πρόκειται γιὰ μία μαγικὴ τελετή, ἀλλὰ μὲ πίστη καὶ καθαρὴ συνείδηση· μὲ τὴν πεποίθηση πὼς τὰ πάντα μπορεῖ νὰ τὰ κατορθώσει ἡ χάρη τοῦ Χριστοῦ. Κανεὶς ποτὲ δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς θεραπεύσει τὶς ἀσθένειες ἢ νὰ μᾶς συγχωρήσει τὶς ἁμαρτίες παρὰ μόνον ὁ Χριστός. Τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ σκοτώνει τοὺς «ἔνδον σκώληκας», γράφει ἕνας ἅγιος.

Ἂς ἀποκτήσουμε κι ἐμεῖς τὴν πίστη τῆς αἱμορροούσας, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ γιατρεύσουμε τὰ ποικίλα πάθη μας μὲ τὴ χάρη τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ.



 

Σάββατο, Αυγούστου 20, 2016

Κυριακὴ Θ΄ Ματθαίου Οἱ πειρασμοὶ στὴ ζωή μας


Κυριακὴ Θ΄ Ματθαίου


Ὁ Χριστὸς ἔκανε πολλὰ θαύματα. Ἔκανε θαύματα στοὺς ἀνθρώπους ὅπως π.χ. θεράπευσε τὸν παραλυτικό τῆς Καπερναούμ, τοὺς δέκα λεπρούς, τὸν υἱὸ τῆς χήρας τῆς Ναΐν κ. ἄ. Ἔκανε θαύματα μὲ τὰ ὁποῖα μᾶς ἔδειχνε πτυχὲς τοῦ προσώπου Του, ὅπως τὸ θαῦμα τῆς Μεταμορφώσεως, τῆς Ἀναστάσεως καὶ τῆς Ἀναλήψεως. Τέλος ἔκανε θαύματα στὴν ἄψυχη ὕλη, ὅπως πολλαπλασίασε τοὺς πέντε ἄρτους καὶ καταταράσθηκε τὴν ἄκαρπη συκιά. Στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα γαληνεύει τὴ θάλασσα καὶ κάνει νὰ κοπάσει ὁ ἄνεμος.



Ἡ ἀπουσία τοῦ Χριστοῦ

Μετὰ τὸν πολλαπλασιασμὸ τῶν πέντε ἄρτων ἀνάγκασε τοὺς μαθητὲς Του «ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν» (Ματθ. 14,22). Αὐτὸς ἀφοῦ ἀπέλυσε τοὺς ὄχλους, ἀνέβηκε στὸ ὄρος γιὰ νὰ προσευχηθεῖ. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς προσευχῆς Του τὸ πλοῖο δοκιμάσθηκε, γιατί ἄρχισε σφοδρὴ θαλασσοταραχὴ καὶ ἦταν «βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων». Τὶς πρωινὲς ὧρες ἐμφανίσθηκε κι ἔλυσε τὴν ταραχὴ τῶν κυμάτων. Οἱ μαθητὲς εἶχαν συνηθίσει στὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Ἤθελε νὰ τοὺς δώσει νὰ καταλάβουν πὼς πρέπει νὰ εἶναι στενὰ συνδεδεμένοι μαζί Του. «Ὅσο ἀνέβαινε ἡ ἀγωνία τους, τόσο περισσότερο ἤθελαν τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ», γράφει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Σηκώθηκε θύελλα, ὁ ἄνεμος ἀντίθετος, περνοῦσαν οἱ ὧρες καὶ βοήθεια δὲν εἶχαν ἀπὸ κανέναν.

Ὁ Κύριος ἤθελε νὰ τοὺς δοκιμάσει στὴν ὑπομονή. Ἤθελε νὰ τοὺς δώσει νὰ καταλάβουν «φέρειν τὰ συμπίπτοντα γενναίως», νὰ ἀντιμετωπίζουν μὲ γενναιότητα τοὺς πειρασμούς, γράφει ἕνας Ἅγιος. Ἡ θαλασσοταραχὴ ἦταν μία ἐξάσκηση τῶν μαθητῶν στὴν ὑπομονή, στὴν καρτερία, στὴν προσευχή. Ὁ Χριστός, ὅταν πρόκειται νὰ δώσει σὲ κάποιον ἄφθονη χάρη, τὸν ἐκπαιδεύει προηγουμένως στοὺς πειρασμούς. Οἱ Ἀπόστολοι θὰ κήρυτταν σ’ ὅλον τὸν κόσμο, θὰ ἔκαναν πολλὰ θαύματα, θὰ τοὺς ἔδινε ὁ Χριστὸς τὴ δύναμη νὰ κάνουν σημεῖα καὶ ὑπερφυσικὰ γεγονότα, γι’ αὐτὸ καὶ τοὺς ἐκπαιδεύει στοὺς πειρασμούς, ὥστε νὰ μὴν ἀπελπισθοῦν, ὅταν θὰ συναντοῦσαν δυσκολίες καὶ ἀντιξοότητες. Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ τὶς πρωινὲς ὧρες ἔλυσε τοὺς φόβους τῶν μαθητῶν καὶ γαλήνεψε τὴ θάλασσα.



Οἱ πειρασμοὶ στὴ ζωή μας

Στὴ ζωὴ μας ὑπάρχουν δύο εἰδῶν πειρασμοί. Ὑπάρχουν πειρασμοὶ ποὺ ἀναφέρονται στὴν πίστη. Ὁ ἄνθρωπος ὀλιγοπιστεῖ ἀπέναντι στὸ Θεό, ἔχει λογισμοὺς βλασφημίας, δὲν παραδέχεται τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀρνεῖται τὰ ἱερὰ μυστήρια, εἶναι δίψυχος. Ἐπίσης πολεμᾶται ἀπὸ τὴν πορνεία καὶ ἀπ’ τὴν ὑπερηφάνεια καὶ γενικὰ ἀπ’ τὰ μεγάλα πάθη. Στοὺς πειρασμοὺς αὐτοὺς ὁ ἄνθρωπος μόνος του δὲν μπορεῖ νὰ πολεμήσει σωστά. Μόνο μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νὰ νικήσει τὶς καταστάσεις ποὺ περιγράψαμε πιὸ πάνω. Ὅταν ἐμφανισθοῦν τέτοια φαινόμενα στὴ ζωή μας, λέμε τὴν προσευχὴ τοῦ Χριστοῦ• «μὴ εἰσενέγκης ἡμᾶς εἰς πειρασμὸν» (Ματθ. 6,13). Οἱ πειρασμοὶ αὐτοὶ μᾶς χωρίζουν ἀπὸ τὸ Θεό. Κάθε τι ποὺ μᾶς χωρίζει ἀπὸ τὸ Θεό, πρέπει νὰ τὸ διώχνουμε ἀμέσως.

Ἀντίθετα ὑπάρχουν ἄλλοι πειρασμοὶ ποὺ μᾶς ὠφελοῦν. Π.χ. Οἱ πειρασμοὶ τῆς στερήσεως τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἡ συκοφαντία εἰς βάρος μας, οἱ ὀνειδισμοὶ τῶν οἰκείων καὶ φίλων μας, ἡ ἔλλειψη συμπάθειας ἐκ μέρους τῶν ἀνωτέρων μας, οἱ ἀσθένειες οἱ ἀνίατες καὶ βασανιστικές, ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλες ποὺ πρόσκαιρά μᾶς ταλαιπωροῦν κ. ἄ. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ πειρασμοὶ δὲν μᾶς κάνουν κακό, ὅταν τοὺς ἀντιμετωπίσουμε μὲ τὸ πνεῦμα τὸ Εὐαγγελικὸ καὶ τὴ δύναμη τῆς προσευχῆς.

«Μακάριος ἀνὴρ ὃς ὑπομένει πειρασμὸν ὅτι δόκιμος γενόμενος λήψεται τὸν στέφανον τῆς ζωῆς» (Ἰακ. 1,12), γράφει ὁ Ἀπόστολος. Ὁ ἴδιος λέγει πὼς πρέπει νὰ νιώθουμε χαρά, ὅταν περιπέσουμε σὲ πειρασμό. Αὐτοὶ οἱ πειρασμοὶ εἶναι εὐεργέτες μας καὶ μάλιστα μεγάλοι, γράφει ὁ ἀββὰς Ἰσαὰκ ὁ Σύρος. Κανένας ἄνθρωπος ποὺ θέλει νὰ ἀγωνισθεῖ καὶ νὰ ζήσει ἐνάρετα, δὲν εἶναι μόνος του στὸν ἀγώνα του. Τὸ φορτίο του τὸ σηκώνει ὁ Θεὸς καὶ γίνεται ἐλαφρό. Ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ πιστεύουμε πὼς δὲ θὰ μᾶς ἐγκαταλείψει ὁ Θεός. Δὲν ὠφελεῖ νὰ πιστεύουμε στὸ Χριστό, ἐὰν δὲν ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στὸ πρόσωπό Του. Πιστεύουμε ἀκράδαντα πὼς στὸ τέλος θὰ ἐπέμβει ὁ Θεὸς στὴ ζωή μας καὶ θὰ ἁπαλύνει τοὺς πειρασμούς, ἐὰν δὲν γογγύσουμε καὶ δὲν μεμψιμοιροῦμε καὶ ἔχουμε ὑπομονή.



Ἀδελφοί μου,

Ἔχουμε πάρει ὅπλα ἀπ’ τὸ Θεὸ πνευματικά, γιὰ νὰ πολεμοῦμε τοὺς πειρασμοὺς κι ὄχι νὰ περιπίπτουμε σὲ ἀκηδία κι ἀπελπισία. Ἂς ἔχουμε στραμμένο συνεχῶς τὸ πρόσωπό μας στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ μὴ βουλιάζουμε στὸ πέλαγος τῶν καθημερινῶν πειρασμῶν τῆς ζωῆς μας.

Σάββατο, Ιουλίου 02, 2016

Ἡ κλήση τῶν μαθητῶν






«Ἐκάλεσεν αὐτοὺς»

Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ὁ Χριστὸς προσκαλεῖ τοὺς τέσσερις πρώτους μαθητὲς νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν, τὸν Πέτρο καὶ τὸν Ἀνδρέα ἀλλὰ καὶ τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη, τοὺς ἀδελφούς. Στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια δυὸ φορὲς φαίνεται νὰ καλεῖ ὁ Χριστὸς τοὺς μαθητὲς αὐτούς. Ἡ πρώτη κλήση ἦταν δοκιμαστική, ἐνῶ ἡ δεύτερη ὁριστικὴ καὶ γίνεται στὸ χρονικὸ διάστημα ποὺ ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς εἶχε δολοφονηθεῖ ἀπὸ τὸν Ἡρώδη. Ἡ σημερινὴ κλήση ποὺ περιγράφεται στὸ ἀνάγνωσμα εἶναι ἡ δεύτερη, ποὺ ὅπως εἴπαμε εἶναι καὶ ἡ ὁριστική.


Ἡ ποιότητα ζωῆς τῶν Ἀποστόλων

Τί ἄνθρωποι ἦταν αὐτοὶ οἱ ψαράδες ποὺ κάλεσε ὁ Κύριος γιὰ νὰ γίνουν μαθητές του; Ἦταν ἄνθρωποι ταπεινοί, ἀγράμματοι καὶ ἀφανεῖς κοινωνικά. Δὲν ἀνῆκαν στὴν τάξη τῶν Φαρισσαίων καὶ τῶν νομικῶν. Ὁ Βασίλειος ὁ Σελευκείας παρατηρεῖ: «ζητώντας ὁ Κύριος ἀνθρώπους νὰ παιδεύσουν τὴν οἰκουμένη παρέβλεψε πόλεις, δήμους καὶ βασιλεῖες. Ἀπεστράφη τοὺς ἀνθρώπους τοῦ πλούτου, τοὺς ρήτορες, «ἐμίσησε κράτος ρητόρων»... «Ὁ Κύριος μὲ τὸν τρόπο τῆς κλήσεως τῶν πρώτων εἶναι σὰν νὰ ἔλεγε στοὺς ἀνθρώπους: «ἁλιεῖς, οὐ βασιλέας ζητῶ». Ὁ Ματθαῖος γράφει πὼς ὁ Κύριος τοὺς βρῆκε «ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν» (Ματθ. 4,21). Διόρθωναν τὰ δίχτυά τους «μὴ δυνάμενοι ὠνήσασθαι ἕτερα», δηλ. δὲν μποροῦσαν νὰ ἀγοράσουν ἄλλα, κατὰ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο. Ἦσαν ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν ἀγάπη μεταξύ τους. Ὅλοι μαζὶ ψάρευαν, ὅλοι μαζὶ διόρθωναν τὰ δίχτυα. Πατέρας καὶ παιδιὰ ἐργαζόντουσαν μαζὶ κι εἶχαν χαρακτηριστικὸ γνώρισμα «τὸ ἀπὸ δικαίων τρέφεσθαι πόνων», νὰ τρέφονται μὲ τὸν ἱδρώτα καὶ τὸν κόπο τους (Χρυσόστομος). Μπορεῖ νὰ μὴν εἶχαν μόρφωση ἀλλὰ τοὺς διέκρινε ἡ ἀρετὴ τῆς ἀγάπης. Ἕνας σύγχρονος θεολόγος θὰ προσθέσει πὼς ὁ Κύριος δὲν κάλεσε ἀνέργους στὸ ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν λαῶν, ἀλλ’ ἀνθρώπους ποὺ ἐργάζονταν. Τὰ παράτησαν ὅλα, γιατί εἶχαν ἐμπιστοσύνη στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.


Ἡ κλήση τῶν μαθητῶν δείχνει τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ
Αὐτοὺς ποὺ περιφρονοῦσε ὁ κόσμος, αὐτοὺς διάλεξε γιὰ Ἀποστόλους Του ὁ Κύριος.Ὁ Παῦλος τὸ σημειώνει αὐτὸ χαρακτηριστικά: «Τὰ μωρά τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρὰ» (Α’ Κορ. 1,27). Αὐτοὺς ἐπέλεξε ὁ Κύριος, γιὰ νὰ φανεῖ στὸν κόσμο πὼς ἡ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου δὲν ἦταν ἀποτέλεσμα δυνάμεως καὶ σοφίας ἀνθρώπινης, ἀλλ’ ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς δυνάμεως καὶ τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, «ὅπως μὴ καυχήσηται πᾶσα σὰρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» (ὅπ.π. στίχ. 29). Ἡ ἀνταπόκριση τῶν μαθητῶν εἶναι αὐθόρμητη καὶ ὁλοκληρωτική. «Ἄφησαν τὰ δίχτυα, τὰ πλοῖα καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν» (Ματθ. 4,22) καὶ τὸν ἀκολούθησαν. Δὲν εἶχαν δεῖ ἀπὸ τὸ Χριστὸ μεγάλα θαύματα ἢ δὲν ἄκουσαν σπουδαίους λόγους κι ὅμως ἀντελήφθησαν καὶ κατανόησαν τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου καὶ θυσίασαν τὰ πάντα γι’ Αὐτόν.


Οἱ πιστοὶ μόνο μὲ τὸ Χριστὸ δένονται ἄρρηκτα
Ὁ Χριστιανὸς δὲν πρέπει νὰ δένεται μὲ κανένα πράγμα ἢ πρόσωπο τῆς παρούσης ζωῆς τόσο, ὅσο μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Τὸν πρῶτο λόγο στὴ ζωή μας τὸν ἔχει ὁ Κύριος. Δὲν μᾶς προτρέπει ἡ Ἐκκλησία μας νὰ ἐγκαταλείψουμε τὰ σπίτια μας, τὰ ὑπάρχοντά μας καὶ τὶς οἰκογένειές μας. Θέλει ὅμως περισσότερο ἀπὸ τὰ ὑλικὰ καὶ τὰ ἀγαπημένα μας πρόσωπα νὰ ἀγαπᾶμε τὸ Χριστό. Νὰ ἔχουμε ζωντανὴ σχέση μὲ τὸ Χριστό. Ὁ σύνδεσμός μας μὲ τὸν Ἰησοῦ νὰ μὴν περιορίζεται σὲ μία διανοητικὴ σχέση, σ’ ἕνα ἰδεολόγημα. Νὰ εἶναι ζωντανὸς καὶ νὰ ἐκφράζεται στὴν προσευχή, στὴ συμμετοχή μας στὰ μυστήρια καί, ἂν παραστεῖ ἀνάγκη, στὴ δημόσια ὁμολογία καὶ στὴ θυσία ὁρισμένων προσφιλῶν μας πραγμάτων.

Στὶς ἡμέρες μας ἀνθεῖ ἡ ἁλιεία τῶν ἀνθρώπων γιὰ διαφόρους σκοπούς. Ἁλιεύονται μὲ πολλὴ τέχνη ἄνθρωποι, γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσουν πολιτικούς, κοινωνικούς, ἰδεολογικούς, παραθρησκευτικοὺς κι ἀκόμα καὶ αἰσχροὺς σκοπούς. Ἀνθεῖ στὶς ἡμέρες μας μία στρατολόγηση ποὺ διακρίνεται γιὰ τὴν ἰδιοτέλεια καὶ τὸ κέρδος. Παρουσιάζονται πολλοὶ «μεσσίες» μὲ ἀξιώσεις ὑποταγῆς σ’ αὐτοὺς ἐκ μέρους τῶν ἀνθρώπων. Οἱ προσωπικὲς φιλοδοξίες εἶναι στὴν ἡμερήσια διάταξη. Ζητᾶμε ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀφοσίωση καὶ ὑπακοὴ γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουμε τὰ πάθη μας ποὺ πολλὲς φορὲς εἶναι καὶ ποταπά. Μόνον ἡ ὑπακοὴ στὸ Χριστὸ ὠφελεῖ τὸν ἄνθρωπο πολλαπλῶς. Τὸν κάνει εἰρηνικὸ ἀπέναντι στοὺς ἄλλους, χωρὶς μικροσυμφέροντα καὶ ὑλικὲς ἀπολαβές. Τὸν καταξιώνει ὡς ἄνθρωπο καὶ ἀναδεικνύει τὰ χαρίσματά του καὶ τὶς ἀρετές του. Τὸν προάγει στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ζήσει αἰώνια κοντὰ στὸ Χριστὸ ποὺ ἀγάπησε ὁλοκληρωτικὰ καὶ ἐγκάρδια.

Πέμπτη, Μαΐου 19, 2016

Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καὶ οἱ φοβίες τῶν ἀνθρώπων



 
 
Ἐνέργειες τοῦ φόβου
 
Ὁ κάθε ἄνθρωπος, ὅταν γεννιέται, ἔχει μέσα του (κληρονομοῦνται σ᾿ αὐτὸν) ψυχολογικὲς καὶ σωματικὲς ἀδυναμίες· π.χ. ἡ ἀκόρεστη δίψα γιὰ ζωή, ὁ χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα, ἡ φθορὰ τοῦ σώματος, οἱ ποικίλες ἰδιόμορφες καταστάσεις, καχυποψίες γιὰ ἄλλους καὶ πολλὰ ἄλλα. Ὅλα αὐτὰ τοῦ προκαλοῦν φόβο. Ὁ φόβος δὲν τὸν ἀφήνει νὰ τελειοποιηθεῖ στὴν ἀγάπη.

Ὁ Χριστὸς ὅμως ἦλθε νὰ μᾶς ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸ φόβο τοῦ θανάτου καὶ τῆς κολάσεως, (Ἑβρ. β´ 14-15). Δὲν μᾶς ἔφερε πνεῦμα δειλίας, ποὺ προκαλεῖ φόβο, ἀλλὰ πνεῦμα υἱοθεσίας (Ῥωμ. η´ 14-15). Ὁ Χριστὸς μᾶς ἐλευθέρωσε.

Ὅποιος πιστεύει στὸ Χριστὸ ἐλευθερώνεται καὶ ὁδηγεῖται στὴν ἀγάπη ποὺ «ἔξω βάλλει τὸν φόβο» (Α´ Ἰω. δ´ 18). Γιὰ νὰ φτάσουμε ὅμως στὴν ἀγάπη, χρειάζεται ἀγώνας καὶ ἄσκηση καὶ φυσικὰ δὲν ζεῖ κάποιος τὴν κατάσταση αὐτὴ διὰ μιᾶς.

Στὰ πρῶτα βήματά του πρὸς τὴν τελείωση, ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἔχει φόβο γιὰ μερικὰ πράγματα, ὅπως π.χ. γιὰ τὴν κόλαση, τὴν ἁμαρτία, τὴν γέενα τοῦ πυρός. Νὰ φοβηθεῖ τὴν ἁμαρτία μήπως τὸν χωρίσει ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ καταδικασθεῖ.
 
 
 
 
Γνῶμες τῶν ἁγίων πατέρων ἐπί τῆς ἀπόψεως αὐτῆς
 
 
•     Ὁ φόβος ποὺ ἔχουμε νὰ μὴν πέσουμε στὴν ἁμαρτία εἶναι ἀρετή. Ἀρχὴ τῆς ἀληθινῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. (Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος)

•     Ὁ φόβος εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή, ποὺ ὁδηγεῖ στὸ πένθος τῶν ἁμαρτημάτων (Πέτρος ὁ Δαμασκηνός).

•     Ἐκεῖνος ποὺ πιστεύει στὸν Κύριο, φοβεῖται τὴν κόλαση, κι αὐτὸς ποὺ φοβεῖται τὴν κόλαση, τηρεῖ τὶς ἐντολές. Αὐτὸς πάλι ποὺ τηρεῖ τὶς ἐντολές, ὑπομένει τὶς θλίψεις, κι ὅποιος ὑπομένει τὶς θλίψεις, ἀποκτᾶ τὴν ἐλπίδα του στὸν Θεὸ (ὅπ.π.).

•     Ἄλλο πρᾶγμα νὰ φοβεῖσαι τὸν Θεὸ καὶ ἄλλο νὰ ἐφαρμόζεις τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ (Συμεὼν ὁ ν. Θεολόγος).

•     Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πὼς στὴν πνευματική μας ζωὴ προηγεῖται ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς κάνει νὰ πενθοῦμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ ἀκολουθεῖ ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν ὡς καρπός. Ὁ ἔμφυτος φόβος βοηθάει μαζὶ μὲ τὴν πίστη στὴν ἐργασία τῶν ἐντολῶν.

•     Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ μᾶς ἀναγκάζει νὰ πολεμᾶμε τὴν κακία καὶ ἐνῶ τὴν πολεμᾶμε, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τὴν πολεμεῖ (Μᾶρκος ὁ Ἀσκητής).

•     Ἡ ρίζα τῆς εὐλάβειάς μας πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ πιὸ δυνατὸ ὅπλο γιὰ νὰ πολεμήσουμε τὶς δυσκολίες στὴν πνευματική μας πορεία (Ἰω. ὁ Χρυσόστομος).

•     Παράδειγμα χαρακτηριστικὸ ὁ ληστής. Ὅλοι ξέρουμε τί εἶπε στὸν ἐξ εὐωνύμων τοῦ Χριστοῦ κακοῦργο, πού λοιδοροῦσε τὸν Χριστό: «οὐχὶ σὺ ὁ Χριστός; σῶσον σεαυτὸν καὶ ἡμᾶς. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἕτερος ἐπετίμα αὐτῶ λέγων· οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῶ κρίματι εἶ;» (Λουκ. κγ´ 29). Μπροστὰ στὸν Κύριο ὁ εὐγνώμων ληστὴς αἰσθάνθηκε μεγάλο φόβο γιὰ τὶς ἁμαρτίες του καὶ εἶπε τὰ περίφημα ἐκεῖνα λόγια· «Ἰησοῦ, μνήσθητί μου ὅταν ἔλθῃς ἐν τὴ βασιλεία σου» (Λουκ. κγ´ 41).
 
 
 
Πῶς ἐνεργεῖ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο
 
 
Ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος λέγει πὼς ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ξυπνάει τὴν ἀνθρώπινη φύση ἐναντίον τῶν πονηρῶν ἐπινοήσεων τοῦ διαβόλου. Ὅπως τὰ Χερουβὶμ ἦσαν ἄγρυπνα μπροστὰ στὴν θύρα τοῦ Παραδείσου, ἔτσι καὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄγρυπνος φύλακας τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ μὴν πέσει στὴν ἁμαρτία. Αὐτὸν τὸν φόβο χρειάζεται νὰ τὸν διατηρεῖ γιὰ νὰ μὴ βλαβεῖ ἀπὸ τὸν ἐχθρό.
Πράγματι πολλὲς φορὲς συγκρατούμεθα μακρυὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, διότι μέσα μας ὑπάρχει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Ἀναλογιζόμαστε· «πῶς θὰ τὸ κάνω αὐτό; φοβᾶμαι τὸν Θεό, φοβᾶμαι τὴν κόλαση». Ὁ σωτήριος αὐτὸς φόβος μᾶς κάνει νὰ μισοῦμε τὴν ἀδικία, τὴν ὕβρη καὶ τὴν ὑπερηφάνεια, τονίζει ὁ Μέγας Βασίλειος.
Αὐτός, ποὺ ἔχει φόβο Θεοῦ, ἀπομακρύνει εὔκολα τοὺς λογισμοὺς τοῦ διαβόλου, ἀφοῦ δὲν αἰχμαλωτίζεται μὲ τίποτε. Δὲν ἔχει περισπασμοὺς στὸ νοῦ του, διότι περιμένει τὸν Δεσπότη Χριστό. Ἐπιμελεῖται τῶν ἀρετῶν, γιὰ νὰ μὴν καταδικασθεῖ.
Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μία μήτρα. ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ σπέρμα. κι αὐτὸ ποὺ θὰ γεννηθεῖ, εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Γιὰ νὰ ἔχουμε καθαρὴ ἐλεημοσύνη, δηλ. ἀπαλλαγμένη ἀπὸ κενοδοξία, φιλαργυρία καὶ ἡδονή, πρέπει νὰ προηγηθεῖ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος θὰ νεκρώσει τὰ πάθη αὐτά.
Ὅποιος θέλει νὰ ἀγαπήσει τὸν Θεό, θὰ ἀρχίσει ἀπὸ τὸν φόβο του. Ἐξαιτίας αὐτοῦ του φόβου προσέχουμε καὶ τὰ λεπτότατα ἁμαρτήματα. Ἕνας ποὺ φοβᾶται τὸν Θεό, λέγει καὶ τὰ πιὸ μικρά του ἁμαρτήματα, διότι ἔχει τὴν ἐντύπωση, πὼς μετὰ θάνατο τὸν περιμένουν πολὺ ἄσχημες καταστάσεις.
Ὅποιος φοβᾶται τὸν Θεό, ἀγαπάει τὴν ἐγκράτεια. Μὲ φόβο πηγαίνει νὰ κοινωνήσει. «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε», προσκαλεῖ ὁ λειτουργὸς τοὺς πιστούς. Ὁ φοβούμενος τὸν Κύριο, δὲν φοβεῖται τῶν δαιμόνων τὶς ὁρμές, οὔτε τὶς ἀπειλὲς τῶν ἀνθρώπων.
 
 
 
Ὁ φόβος διακρίνεται σέ δύο εἴδη
 
 
Οἱ Πατέρες λένε πὼς ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἔχει δύο μορφές. Εἶναι ὁ φόβος τῶν εἰσαγωγικῶν καὶ ὁ φόβος τῶν τελείων.
Ὁ φόβος τῶν εἰσαγωγικῶν ἢ τῶν ἀρχαρίων, ποὺ ὑπάρχει μέσα μας καὶ δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ πέσουμε στὴν ἁμαρτία ἐξαιτίας τῆς κολάσεως. «Εἰσαγωγικὸς ἐστὶν ὁ ἀπέχων τῆς κακίας». Αὐτός, ποὺ ἔχει αὐτὸν τὸν φόβο φοβᾶται σὰν δοῦλος τὰ κολαστήρια, τὶς τιμωρίες καὶ τὶς καταδίκες.
Ὑπάρχουν ὅμως καὶ οἱ τέλειοι, ποὺ ἔχουν καὶ αὐτοὶ φόβο, ἀλλὰ μὲ ἄλλη μορφή. Φοβοῦνται μήπως παραβοῦν κάποια ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν λυπήσουν. Φοβοῦνται μήπως ὑποστοῦν τροπὴ ἢ ἀλλοίωση στὴν πνευματική τους ζωὴ καὶ πέσουν στὴν ἁμαρτία.
Ὁ φόβος τῶν εἰσαγωγικῶν ἐξαφανίζεται, ὅταν συγχωρηθοῦν τὰ ἁμαρτήματα τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ ὁ δεύτερος, τῶν τελείων, παραμένει συνεχῶς στὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἁγιάζει περισσότερο.
Ἀπ᾿ ὅλα αὐτὰ καταλαβαίνουμε πὼς μποροῦμε νὰ ὠφεληθοῦμε τὰ μέγιστα ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ. Μία εὐχὴ τῆς θείας Λειτουργίας τὸ τονίζει αὐτὸ ἐμφατικά. «Ἔνθες ἡμῖν καὶ τῶν μακαρίων σου ἐντολῶν φόβον, ἵνα τὰς σαρκικὰς ἐπιθυμίας πάσας καταπατήσαντες, πνευματικὴν πολιτείαν μετέλθωμεν, πάντα τὰ πρὸς εὐαρέστησιν τὴν σὴν καὶ φρονοῦντες καὶ πράττοντες».
Αὐτὲς τὶς πνευματικὲς καταστάσεις ἂς ἐπιζητοῦμε σταθερά, γιὰ νὰ γίνουμε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ.
 
 
 
 
Οἱ ἀνθρώπινες φοβίες
 
 
Εἴδαμε διεξοδικὰ τί εἶναι ὁ φόβος καὶ ποιὲς εἶναι οἱ ἐνέργειές του. Ἂς δοῦμε τώρα τὶς ἀνθρώπινες φοβίες.
Φοβία, ὀνομάζεται ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἐπιστήμη, δηλ. τὴν ψυχιατρική, ἡ πάθηση ἐκείνη, ὅπου τὸ ἄτομο κατακλύζεται ἀπὸ φόβο, ἐνῶ δὲν ὑπάρχει πραγματικὴ αἰτία φόβου.

Λέμε ὅτι κάποιος ἔχει κλειστοφοβία, ὅταν δὲν μπορεῖ νὰ εἰσέλθει σὲ κλειστοὺς χώρους, π.χ. σὲ ἀνελκυστήρα, ἢ νὰ ταξιδεύσει μὲ ἀεροπλάνο, τρένο κ.λπ., ἐπειδὴ καταλαμβάνεται ἀπὸ μεγάλου βαθμοῦ φόβο. Πλεῖστα πράγματα καὶ καταστάσεις μποροῦν νὰ γίνουν ἀφορμὴ τέτοιας φοβίας. Τὰ συνηθέστερα εἶναι: Πλατεῖες ἢ χῶροι ὅπου ὑπάρχουν πολλοὶ ἄνθρωποι (ἀγοροφοβία), ἡ ἄνοδος σὲ ὑψηλοὺς ὀρόφους κτηρίων (ὑψοφοβία), ζωύφια ἀκίνδυνα γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ὅπως π.χ. μικρὲς ἀράχνες (ἀραχνοφοβία) κατσαρίδες (κατσαριδοφοβίες) κ.λπ.

Ἐπίσης φόβος τῶν μικροβίων (μικροβιοφοβία), γι᾿ αὐτὸ καὶ πλένουν τὰ χέρια καὶ τὰ ἐνδύματα συχνότατα. Ἀκόμη διάφορες ἀρρώστειες, ὅπως π.χ. ὁ καρκίνος (καρκινοφοβία), μὲ ἀποτέλεσμα νὰ προσέχουν νὰ μὴν τοὺς ἐγγίσει ἄνθρωπος, ποὺ πάσχει ἀπὸ τὴ νόσο αὐτή, ἢ κάποια ἄλλη.

Ὅσοι ἔχουν μία ἀπὸ τὶς φοβίες αὐτές, δὲ σημαίνει πὼς εἶναι ἄτομα δειλὰ καὶ μὲ μειωμένη προσωπικότητα. Ἀντιθέτως μπορεῖ νὰ εἶναι ἐπιτυχημένοι ἐπαγγελματίες, σωστοὶ ἐπιστήμονες, ἢ ἀκόμη νὰ ἐπιδίδονται καὶ σὲ τολμηρὲς δραστηριότητες, ὅπως π.χ. τὴν ὀρειβασία.
Ἡ κατάσταση τῆς φοβίας ὀφείλεται σὲ κάποια διαταραχὴ τῆς λειτουργίας τοῦ κεντρικοῦ νευρικοῦ συστήματος. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος, ποὺ πάσχει ἀπὸ τὴ φοβία, δὲν ἔχει ἄλλα ψυχοπαθολογικὰ συμπτώματα, τότε ἡ ὀδυνηρὴ αὐτὴ κατάσταση ὀνομάζεται νευρωτικὴ φοβία καὶ τὸ ἄτομο ἔχει πλήρη ἐπίγνωση τοῦ παραλόγου τῆς φοβίας του.

Παρ᾿ ὅλες ὅμως τὶς προσπάθειές του δὲν μπορεῖ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπ᾿ αὐτὸ εὔκολα. Ἀκόμη ἡ φοβία μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ συμπτώματα ψυχοπάθειας, ὅπως π.χ. ἡ μελαγχολία κ.λπ. Ἂς ἀναφέρουμε καὶ δύο παραδείγματα.

Ἕνας γιατρὸς μοῦ ἔλεγε πὼς τὸν ἐπισκεπτόταν συχνὰ κάποιος, ποὺ εἶχε τὴ φοβία τοῦ ἐμφράγματος τῆς καρδιᾶς καὶ γενικώτερα τῆς φοβίας τοῦ θανάτου. Εἶχε καχυποψίες γιὰ τοὺς πάντες καὶ ἔτρεμε στὴν ἰδέα πὼς μπορεῖ νὰ πάθει ἔμφραγμα. Κάθε τόσο πήγαινε στὸν γιατρὸ καὶ ἐξέφραζε τὶς ἀνησυχίες του. Ὅταν μετὰ ἀπὸ χρόνια συνέβη νὰ πάθει καρκίνο ἥπατος, ἐπειδὴ ἦταν συνειδητὸς χριστιανός, ἀντιμετώπισε τὴν ἀσθένεια μὲ ἀξιοθαύμαστη καρτερία καὶ ὑπομονὴ καὶ τὸ καταπληκτικὸ ἦταν, πὼς ἥσυχος περίμενε τὸ θάνατο.
Τὸ ἄλλο παράδειγμα. Καπετάνιος ἐμπορικοῦ πλοίου, ποὺ διέπλεε συχνά τούς ταραγμένους ὠκεανοὺς καὶ ἀντιμετώπιζε μὲ ἐπιτυχία τὶς φοβερὲς φουρτοῦνες τῆς θάλασσας, τὸν ἔπιανε μεγάλη φοβία, ὅταν ἔμπαινε στὸ λιμάνι καὶ ἔβλεπε συνωστισμὸ (μποτιλιάρισμα) πλοίων. Νόμιζε πὼς δὲ θὰ τὰ κατάφερνε νὰ μπεῖ μέσα. Δὲν φοβόταν τὰ ἄγρια κύματα τοῦ ὠκεανοῦ καὶ ἔτρεμε τὸν συνωστισμὸ τοῦ ἀσφαλοῦς λιμανιοῦ.
Ἕνας πνευματικὸς τί μπορεῖ νὰ κάνει στὴν προκειμένη περίπτωση; Φυσικὰ δὲν μπορεῖ νὰ δώσει κατευθύνσεις ποὺ ἔχουν σχέση μὲ φάρμακα καὶ ἰατρικὲς ἀγωγές. Οἱ παρατηρήσεις τοῦ τύπου, πὼς αὐτὸ ποὺ ἔχει ὁ ἀσθενὴς δὲν εἶναι τίποτε, καὶ ἡ προτροπὴ νὰ μὴν πάει στὸ γιατρό, δὲν ἔχουν καλὰ ἀποτελέσματα.

Ἐὰν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἰατρικὴ θεραπεία, θὰ τὸ κρίνει ἕνας καλὸς καὶ δοκιμασμένος γιατρός. Γίνεται πολλὲς φορὲς μὴ πιστευτὸς καὶ μὴ ἔγκυρος ὁ πνευματικὸς ποὺ δίνει τέτοιες συμβουλές. Τὸ ἔργο τοῦ πνευματικοῦ στὸ ἐξομολογητήριο εἶναι νὰ φύγει ὁ ἄνθρωπος, ποὺ θὰ καταφύγει στὴν βοήθειά του καὶ ἔχει φοβίες, μὲ ἀκλόνητη ἐμπιστοσύνη στὸ Θεὸ καὶ μὲ ἐλπίδα πὼς στὴ δίνη τοῦ προβλήματός του δὲν θὰ εἶναι ἀποῦσα ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ.

Καταπληκτικὴ εἶναι ἡ ἐμπειρικὴ διαπίστωση τῶν ἁγίων Πατέρων πὼς ὅσο καθαρίζεται ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, τόσο καὶ ἐξαφανίζονται τὰ πάθη του καὶ οἱ ψυχολογικές του ἀνισότητες. Κάποτε ρώτησαν κάποιον ἀπὸ τοὺς Γεροντάδες τί πνευματικὴ ἐργασία κάνει, κι αὐτὸς ἀπάντησε: «Ἡμεῖς νοῦν τηροῦμεν».

Ἡ τήρηση καὶ ἡ καθαρότητα τοῦ νοῦ ἀπαλλάσσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ πολλὲς φοβίες. Ὁ καθαρὸς νοῦς ἡγεμονεύει τῆς κεφαλῆς καὶ ὑποτάσσει ὅλες τὶς αἰσθήσεις τοῦ σώματος. Ὁ μέγας ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τονίζει, πὼς πάνω ἀπὸ τὴ σπουδὴ τοῦ ἀνθρώπου νὰ γνωρίσει «ἄστρων μεγέθη καὶ φύσεων λόγους», δηλ. θὰ λέγαμε σήμερα ἐπιστημονικὲς γνώσεις, προτιμότερο εἶναι «τὸ εἰδέναι τὸν καθ᾿ ἡμᾶς νοῦν τὴν ἑαυτοῦ ἀσθένειαν καὶ ταύτην ἰάσασθαι ζητεῖν», νὰ μπορέσει ὁ νοῦς νὰ γνωρίσει τὴν ἀσθένειά του καὶ νὰ ζητήσει τὴν ἴασή του.

Ἡ καλλιέργεια τοῦ νοῦ μὲ τὴν ἡσυχία, τὴ νηστεία, τὴν προσευχή, τὰ καθαρτικὰ δάκρυα, τὶς ἀκολουθίες, τὴν ἐργασία καὶ μὲ τὴν ἐπικοινωνία μὲ τὸν πνευματικὸ καὶ ἄλλους πατέρες, καὶ τὴν ἀκρόαση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ θὰ φέρει θετικὰ ἀποτελέσματα γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ θὰ μπορεῖ πιὸ δυναμικὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὶς βασανιστικὲς φοβίες.

Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅταν καταλάβει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, καθαρίζει ὅλες τὶς δυνάμεις τῆς ψυχῆς καὶ μάλιστα τὴν πιὸ κύρια δύναμη, ποὺ εἶναι ὁ νοῦς. Ἔτσι μποροῦν νὰ θεραπευθοῦν καὶ οἱ φοβίες.
Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πρακτικὰ πὼς ἡ ἐργασία τοῦ νοῦ μὲ τὴν συνεχῆ μνήμη τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἕνα μέσον γιὰ νὰ ἐλέγξουμε τὶς φοβίες μας. Πίσω ἀπὸ τὰ λόγια της σωτήριας εὐχῆς κρύβεται ἡ παρουσία τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ προσεύχεται λέγοντας «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», ἔρχεται σὲ ζωντανὴ ἐπαφὴ μὲ τὸ Θεὸ καὶ ζωοποιεῖται. Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου γεμίζει ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Ἰησοῦ καὶ ἔτσι ἐγκαταλείπονται οἱ φοβίες. Ἔχω ὑπόψη κάποιον, ποὺ εἶχε διάφορες φοβίες, ποὺ τὸν ἐμπόδιζαν νὰ κοιμηθεῖ, καὶ ὅταν ἄρχισε νὰ λέγει τὴν εὐχὴ καὶ νὰ ἐνεργεῖ μέσα του, πολλὲς ἀπὸ τὶς δύσκολες αὐτὲς καταστάσεις ἐξαφανίσθηκαν.
Ἐπίσης εἶναι ἀλήθεια πὼς οἱ εὐαίσθητοι ἄνθρωποι ὑποφέρουν πάρα πολὺ ἀπὸ τὶς φοβίες. Ὁ μακάριος Γέροντας π. Παΐσιος ἔλεγε πὼς ὁ πονηρὸς βρίσκει διάφορες εὐκαιρίες καὶ τοὺς εὐαίσθητους τοὺς κάνει πιὸ εὐαίσθητους καὶ τοὺς ἀναίσθητους πιὸ ἀναίσθητους. Οἱ εὐαίσθητοι περνοῦν πολλὲς φορὲς μαρτυρικὲς μέρες ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τῆς φοβίας. Διάφορα γεγονότα τοῦ καθημερινοῦ βίου, ἡ ἐνέργεια τοῦ πονηροῦ καὶ ἐγγενεῖς ψυχολογικὲς καταστάσεις κάνουν τὸν ἄνθρωπο νὰ ὑποφέρει πολύ. Τότε χρειάζεται τὴ βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ, νὰ συζητήσει μαζί του, νὰ ἐνισχυθεῖ ἀπὸ τὰ λόγια του, νὰ νοιώσει τὴ θεία παρηγοριά. Ἡ παρουσία τῶν ἀνθρώπων, ποὺ μᾶς ἀγαποῦν ἀνιδιοτελῶς, εἶναι εὐεργετική.
 
Θὰ θέλαμε νὰ θίξουμε κι ἕνα ἄλλο σημεῖο. Ἡ θεραπεία τῆς φοβίας ἐξαρτᾶται καὶ ἀπὸ τὴν ταπείνωση τοῦ ἀνθρώπου. Ἐνθυμοῦμαι τὰ λόγια ἑνὸς Γέροντα τοῦ Ἁγίου Ὅρους σὲ κάποιον, ποὺ εἶχε βασανιστικὲς φοβίες. Ἦταν νέος στὴν ἡλικία καὶ φοβόταν νὰ περπατήσει τὴ νύχτα ἢ νὰ περάσει ἀπὸ τοὺς χώρους τῶν κοιμητηρίων, νὰ κοιμηθεῖ μόνος του στὸ δωμάτιο κ.ἄ. Ὁ θεοφώτιστος, λοιπόν, ἐκεῖνος Γέροντας τοῦ εἶπε: «Ὅλα αὐτὰ τὰ παθαίνεις ἀπὸ τὸν ἐγωϊσμό σου καὶ ἐπειδὴ δὲν κοινωνεῖς συχνά». Ἡ ταπείνωση τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ ἡ ζωοποιὸς χάρη τῶν μυστηρίων ἔχουν τὴ δυνατότητα νὰ θεραπεύσουν τὴ φοβία.
Δὲν ἀρκεῖ μόνο τὰ φάρμακα τοῦ ἰατροῦ, ἀλλὰ χρειάζεται καὶ ἡ δύναμη τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, εἴτε ἔρχεται σὲ μᾶς ἀπὸ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, εἴτε ἀπὸ τὶς διαπροσωπικές μας σχέσεις μὲ τὸ Θεό. Ὅπου χρειάζεται νὰ συνδυάσουμε καὶ τὰ δύο, θὰ τὸ κάνουμε. Ἐὰν οἱ φοβίες ἔχουν τὶς ῥίζες τους σὲ καθαρὰ πνευματικὰ αἴτια (ὅπως π.χ. σὲ ἁμαρτίες), θὰ καταφύγουμε στὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
Ἕνα ὡραιότατο τροπάριο τῆς Ἐκκλησίας μας κάνει ἔκκληση στὸν Θεὸ νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὴ θλίψη καὶ νὰ τὴν μεταποιήσει σὲ χαρά: «Τὰ λυπηρὰ τοῦ σοῦ δούλου, τοῦ παρόντος κινδύνου, τὴν ζάλην τὴν πολλὴν καὶ χαλεπήν, μεταποίησον νῦν, Δέσποτα, καὶ μετάτρεψον τούτου, τὸ πένθος εἰς χαρὰν διηνεκῆ· ἵνα πίστει καὶ πόθῳ, ἀπαύστως μεγαλύνῃ σε» (Παράκλησις ἐπὶ ἀσθένειαν).

Ἂς δώσει ὁ Θεὸς τὴ λύση αὐτὴ σὲ ὅλους ὅσους ἔχουν προβλήματα καὶ θλίψεις.
πηγή

Κυριακή, Μαΐου 01, 2016

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΠΑΣΧΑ 2016, Του Σεβ. Μητροπολίτη Εδέσσης Ιωήλ

edessis_egkiklios_pasxa

Πρός τόν Ἱερόν Κλῆρον καί τόν εὐσεβῆ λαόν τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ Ἀδελφοί καί Πατέρες, Χριστός Ἀνέστη, Ἀληθῶς Ἀνέστη!
«παρέστησεν ἑαυτὸν ζῶντα» (Πράξ. 1, 3 )
Ἡ λαμπρὴ ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας εἶναι τῶν λυπηρῶν τὸ πέρας καὶ τῶν εὐχαρίστων ἡ ἀπαρχή. Ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων, ἐπειδὴ εἶναι ἐκεῖνος ποὺ συνέχει τὰ πάντα καὶ τὰ συντηρεῖ. Εἶναι ὁ πρόξενος τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ μὲ τὴν Ἀνάστασή Του χάρισε τὴ ζωὴ σὲ κείνους ποὺ ἦταν «ἐν τοῖς μνήμασιν». Ὁ Ζιγαβηνὸς θὰ τὸ πεῖ αὐτὸ ἐπιγραμματικά· «ζωὴ ὡς ζωογονῶν καὶ συνέχων τὰ πάντα». Ὁ Χριστὸς μὲ τὴν ἐκ τοῦ τάφου ἔγερσή Του ἔφερε τὴν δικαίωση τοῦ
ἀνθρώπου, δηλαδὴ τὴν ζωοποίησή του. Ὁ διάβολος, ὡς πνεῦμα νεκρὸ ποὺ εἶναι, μεταδίδει σὲ μᾶς τὴ νέκρα τῆς ἁμαρτίας καὶ δὲν μᾶς παρέχει τὸ δικαίωμα τῆς ζωῆς. Ὁ Χριστὸς «θανατωθεὶς μὲν σαρκί, ζωοποιηθεὶς δὲ Πνεύματι» (Α΄ Πέτρ. 1,18) ἐλευθέρωσε τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὴν φθορὰ καὶ τὸν θάνατο καὶ τοῦ χάρισε τὴ ζωή. Ἡ ζωὴ εἶναι ὁ ἄρρηκτος σύνδεσμος τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό.
Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ φῶς καὶ ἡ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ ἔκφραση τοῦ Ἰωάννου πὼς τὸ φῶς αὐτὸ δὲν εἶναι τῶν Ἰουδαίων, ἀλλὰ τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Χριστὸς ἀνήκει σ’ ὅλο τὸν κόσμο. Τὸ λογικὸ τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ φωτίζεται ἀπὸ τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ, τὸν ὁδηγεῖ στὸν Θεό. «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καὶ γῆ καὶ τὰ καταχθόνια», μᾶς λέγει ἕνας ἀναστάσιμος ὕμνος. Τὸ φῶς τοῦ Ἀναστάντος Ἰησοῦ καταύγασε ὅλα τὰ μέρη τοῦ κόσμου. Ἀκόμη καὶ στὸν ἅδη πῆγε ὁ Κύριος καὶ μὲ τὸ φῶς τῆς θεότητός Του διέλυσε τὰ σκοτάδια τῆς φυλακῆς τῶν ψυχῶν τῶν ἀνθρώπων. Κατέβηκε στὴν σκοτία τοῦ ἅδου καὶ ζωοποίησε τὶς ψυχὲς τῶν κεκοιμημένων. Κατέβηκε στὸν ἅδη, ποὺ εἶναι ἡ κατάσταση τῆς νέκρας, καὶ ἐκεῖ «παρέστησεν ἑαυτὸν ζῶντα» (Πράξ. 1,3), ὅπως ἀκριβῶς καὶ στοὺς ζωντανούς, καὶ χάρισε τὸ πολύτιμο δῶρο τῆς ζωῆς στοὺς δεσμίους τοῦ πονηροῦ. Ἀκόμη, ὡς φῶς ὁ Κύριος φώτισε τὴν πλάνη τῆς ἁμαρτίας, τῆς κάθε ἁμαρτίας ὅλων τῶν ἐποχῶν. Ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος λέγει πὼς τὸ φῶς αὐτὸ «ἀκαταγώνιστόν ἐστι, ὁ Θεὸς Λόγος φημί», δηλαδὴ τὸ φῶς εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, οἱ φωτεινὲς καὶ ἄκτιστες ἐνέργειες τῆς οὐσίας Του. Ὁ ἀγαπημένος Του μαθητὴς Ἰωάννης σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς ἐπιστολές του τὸ βεβαιώνει: «καὶ ἔστιν αὕτη ἡ ἐπαγγελία ἣν ἀκηκόαμεν ἀπ’ αὐτοῦ καὶ ἀναγγέλλομεν ὑμῖν, ὅτι ὁ Θεὸς φῶς ἐστι καὶ σκοτία ἐν Αὐτῷ οὐκ ἔστιν οὐδεμία» (Α΄ Ἰω. 1,5).
Δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ πιστεύει στὸν Χριστό, ποὺ εἶναι ὁ ζωντανὸς Θεὸς τῶν ἀνθρώπων, καὶ τὰ ἔργα του νὰ εἶναι σκοτεινὰ καὶ γεμάτα ἀπὸ τὴν νέκρα τῆς ἁμαρτίας. Ζωὴ καὶ πνευματικὴ νέκρωση δὲν μποροῦν νὰ συμβιώσουν. Ὅσοι ζοῦμε τὴν ἁμαρτία εἴμαστε στὸ σκοτάδι, ἔστω καὶ ἂν εἴμαστε χριστιανοί. Ὁ λόγος τοῦ Εὐαγγελίου, τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας καὶ μάλιστα τῆς θείας Εὐχαριστίας, ἡ προσευχή, ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ μαρτυροῦν πὼς μέσα μας ὑπάρχει ζωὴ καὶ φῶς. Μαρτυροῦν πὼς εἴμαστε συνδεδεμένοι μὲ τὸν ζωντανὸ Θεό, μὲ τὸν Ἀναστάντα Κύριο Ἰησοῦ. «Φῶς Χριστοῦ φαίνει πᾶσι», φωνάζει ὁ λειτουργικὸς λόγος. Τώρα εἶναι ἐγγύτερα ἡ σωτηρία μας.
Ὁ Κύριός μας δὲν εἶναι ἕνας φανταστικὸς Θεός, δὲν εἶναι ἕνα ἰδεολόγημα, δὲν εἶναι ἐπινόηση κάποιου φιλοσόφου, ἀλλὰ εἶναι ὁ ζωντανὸς Θεάνθρωπος ποὺ ἔδωσε τὸν ἑαυτό Του γιὰ τὴν σωτηρία καὶ τὴν ἀνάσταση τὴν δική μας.
Ὡς Ἐπίσκοπος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας, παίρνοντας ἀφορμὴ ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, εὔχομαι σὲ ὅλους, κλῆρο καὶ λαό, μικροὺς καὶ μεγάλους, χαρὰ καὶ δύναμη ψυχικὴ καὶ σωματική, ποὺ θὰ τὴν ἀντλεῖτε ἀπὸ τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
Ἀδελφοὶ καὶ Πατέρες, Χριστὸς Ἀνέστη! Ἀληθῶς Ἀνέστη!
Πρὸς Θεὸν εὐχέτης
Ὁ Μητροπολίτης
† Ὁ Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας ΙΩΗΛ


Σάββατο, Απριλίου 23, 2016

Ἡ εἴσοδος τοῦ Χριστοῦ στὰ Ἱεροσόλυμα





«Διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν αὐτῷ ὄχλος, ὅτι ἤκουσεν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον»

Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἐπὶ τρία συναπτὰ ἔτη δίδαξε καὶ θαυματούργησε στὸν Ἰσραηλιτικὸ λαό.Ἔκανε μεγάλα σημεῖα καὶ θαύματα, ὅπως ἐπίσης ἀποκάλυψε καὶ σπουδαῖες διδασκαλίες.Ἕνας θεολόγος παρατήρησε πὼς κάθε χρόνο ἀνάμεσα στὰ θαύματα καὶ στὴ διδασκαλία του ξεχώριζε ἕνα σημεῖο. Π.χ. Τὸν πρῶτο χρόνο τὸ θαῦμα τοῦ Παραλυτικοῦ, ποὺ ἦταν ἄρρωστος 38 ὁλόκληρα χρόνια. Τὸ δεύτερο χρόνο τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ. Τὸν τρίτο χρόνο καὶ μάλιστα λίγες μέρες πρὶν ἀπὸ τὸ πάθος Του, ἢ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου. Ἐξ αἴτιας τοῦ τελευταίου βλέπουμε πολὺς κόσμος νὰ ὑποδέχεται τὸ Χριστὸ κατὰ τὴν εἴσοδό Του στὰ Ἱεροσόλυμα· "...ἤκουσεν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον" (Ἰωάν. 12,18).


Πῶς εἰσῆλθε στὰ Ἱεροσόλυμα;

Οἱ ἱεροὶ Εὐαγγελιστὲς ἀναφέρουν ὅτι μπῆκε καθισμένος πάνω σ’ ἕνα ταπεινὸ ζῶο, δηλ. σ’ ἕνα ὀνάριο. Κάθισε πάνω στὸ ὀνάριο, γιὰ νὰ διαλύσει τὴν εἰκόνα ἑνὸς φανταστικοῦ Μεσσία. Οἱ μαθητὲς κι ὁ κόσμος εἶχαν πλάσει γιὰ τὸν Κύριο μιὰν ἀντίληψη διαφορετικὴ ἀπὸ τὴν πραγματικότητα. Βλέποντας τὰ ὑπερφυσικὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, νόμισαν πὼς βρῆκαν τὸν κατάλληλο γιὰ νὰ πολεμήσει τοὺς Ρωμαίους καὶ νὰ ἀποκαταστήσει τὸ Βασίλειο τοῦ Ἰσραὴλ στὴν παλαιά του δόξα. Οἱ προσδοκίες τους ἦταν πὼς ὁ Χριστὸς «αὐτὸς ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τὸν Ἰσραὴλ» (Λουκ. 24,21). Μερικὲς φορὲς ἤθελαν νὰ τὸν ἀνακηρύξουν καὶ ἐπίσημα Βασιλέα (Ἰωάν. 6,15). Ἀπέναντι σ’ ὅλα αὐτὰ ὁ Χριστὸς ἦταν αὐστηρός. Οἱ ἄνθρωποι ἤθελαν ψωμὶ ὑλικό, ἐνῶ ὁ Χριστὸς τοὺς μιλοῦσε γιὰ τὴ βρώση τὴ μένουσα (ὅπ.π. στίχ. 27). Ἤθελαν τὸ Χριστὸ μεγαλοπρεπῆ, ἰσχυρὸ καὶ ἀκατανίκητο, ἐνῶ ὁ Κύριος ἐμφανίζεται στὴν εἴσοδό Του στὰ Ἱεροσόλυμα ταπεινός, πράος καὶ ἡσύχιος. Ἀντὶ γιὰ πολεμοχαρῆ ἡγέτη εἶδαν νὰ εἰσέρχεται ὁ μετριοπαθής. Ὁ Χριστὸς κατὰ τὸν ἅγιο Κύριλλο Ἀλεξανδρείας ἔδειξε «ἄκραν μετριοπάθειαν», διδάσκοντας τοὺς ἀνθρώπους νὰ μὴν ὑπερηφανεύονται στοὺς ἐπαίνους καὶ νὰ μὴν ἐπιζητοῦν περισσότερα ἀπὸ τὰ ἀναγκαῖα.


Ἡ ἀντίδραση τοῦ κόσμου

Εἶναι ἀλήθεια πὼς δὲν ἀντέδρασαν ὅλοι μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Ὁ "πλεῖστος ὄχλος" (Ματθ. 21,8), οἱ "πολλοὶ" (Μάρκ. 11,8), καὶ "ἅπαν τὸ πλῆθος τῶν μαθητῶν" (Λουκ. 19,37), δηλαδὴ ὅλοι, πῆραν κλαδιὰ φοινίκων καὶ ἔστρωσαν ροῦχα γιὰ νὰ περάσει ὁ Χριστός, καὶ ἐπευφημοῦσαν λέγοντας "εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου" (Ἰωάν. 12,13). Ἀκόμη καὶ μικρὰ παιδιὰ ἐπευφημοῦσαν. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τὸ γεγονὸς αὐτὸ τὸ θεωρεῖ μέγιστο θαῦμα, γιατί ὁ ὄχλος καὶ οἱ ἀμαθεῖς, τὰ νήπια καὶ τὰ παιδιά, θεολογοῦσαν καὶ ἀναγνώριζαν τὸ Χριστὸ ὡς θεό. Ἐπευφημοῦσαν τὸ Χριστό, ὅπως οἱ ἄγγελοι τὸν Κύριο. Ἄλλη ὅμως ἦταν ἡ ἀντίδραση τῶν Φαρισσαίων. Μερικοὶ διαμαρτυρόντουσαν καὶ ἀπαιτοῦσαν νὰ σταματήσουν νὰ ἐγκωμιάζουν τὸ Χριστὸ οἱ μαθητὲς του (Λουκ. 19,39). Ἐπίσης, ἄλλοι δυσφόρησαν πάρα πολὺ μὲ τὸ θέαμα (Ἰωάν. 12,19). Ὁ λαὸς ἀντελήφθη τὴν ἀλήθεια καὶ οἱ ἄρχοντες θύμωναν καὶ δυστροποῦσαν.


Ἡ κοσμικὴ ἐξουσία

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ Χριστός. Σὲ καμιὰ περίπτωση δὲν πρέπει ἡ Ἐκκλησία καὶ οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ταγοὶ νὰ περιβληθοῦν τὴν κοσμικὴ ἐξουσία, δηλ. νὰ ἐκκοσμικευθοῦν. Μπορεῖ νὰ δρᾶ ἡ Ἐκκλησία μέσα στὸν κόσμο, ἀλλὰ δὲ δραστηριοποιεῖται κοσμικά. Ἀκόμη καὶ τὰ ἔργα τῆς φιλανθρωπίας ξεκινοῦν ἀπὸ τὸ Χριστὸ κι ὄχι ἀπὸ βάσεις οὑμανιστικὲς καὶ κοσμικές. Δὲν εἶναι ντυμένη ἡ Ἐκκλησία μας μὲ πορφύρα καὶ βύσσο, ἀλλὰ μὲ τὴν ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ. Δὲ διεκδικοῦμε θρόνους καὶ ἀξιώματα, ἀλλὰ τὴ ζωντανὴ ἐπαφή μας μὲ τὸ Χριστό. Πορεύεται ἡ Ἐκκλησία τὸ δρόμο τοῦ μαρτυρίου τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀποβλέπει πάντοτε στὸ πρόσωπό Του, γιὰ νὰ μὴ χαθεῖ μέσα στὸν κόσμο. Στὴν Ἐκκλησία δὲ γίνεται συνδυασμὸς κοσμικῆς ἐξουσίας καὶ ἐκκλησιαστικῆς διακονίας. Σκοπὸς της εἶναι νὰ συνάξει τὰ σκορπισμένα παιδιὰ τοῦ θεοῦ στὴ μάνδρα Του καὶ νὰ δείξει τὸ δρόμο τῆς σωτηρίας μας. Εὐλογημένος, λοιπόν, ὁ ἐρχόμενος, ποὺ μᾶς ἄνοιξε τέτοιες προοπτικὲς σωτηρίας.

Τετάρτη, Μαρτίου 16, 2016

Σκέψεις γιὰ τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστή τοῦ Μητροπολίτου Ἐδέσσης Ἰωήλ –



Σκέψεις γιὰ τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστή

τοῦ Μητροπολίτου Ἐδέσσης Ἰωήλ – 

Εἶναι γνωστὸ πὼς στὴν περίοδο αὐτὴ ἔχουμε δυὸ νηστεῖες. Εἶναι περίπου ἑπτὰ ἑβδομάδες αὐστηρῆς νηστείας καὶ μία ἡ ἑβδομάδα τῆς Τυρινῆς ποὺ προηγεῖται, ὀκτώ. Γιὰ πολλοὺς εἶναι μία εὐχάριστη καὶ ἐπιθυμητὴ περίοδος, ἐνῶ γιὰ ἄλλους εἶναι δύσκολη καὶ γιὰ ἄλλους καθόλου εὐχάριστη. Θὰ προσπαθήσουμε νὰ ποῦμε λίγες σκέψεις γιὰ τὴν περίοδο αὐτή, ὅπως τὴν ἔχουν χαρακτηρίσει οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας.


Πρῶτα πρῶτα νὰ θυμηθοῦμε τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸ Δαμασκηνό, ποὺ κάνει μία γενικὴ παρατήρηση γιὰ τὴν ἁγία Τεσσαρακοστή. Λέγει πρὸς ὅλους μας: «Τὴν Τεσσαρακοστὴν μὴ ἐξουθενεῖτε· μίμησιν γὰρ περιέχει τῆς τοῦ Χριστοῦ πολιτείας». Εἶναι σημαντικὴ παρατήρηση αὐτή. Ὁ Χριστὸς δὲν ἐξουθενώνει, δηλ. δὲν ἀφαιρεῖ τὴ δύναμη τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Πιὸ πλατειὰ θὰ λέγαμε, δὲν περιφρονεῖ τὴν μεγάλη Τεσσαρακοστή. Δὲ λέγει πὼς ἡ περίοδος αὐτὴ δὲν εἶναι σωστή, οὔτε κοροϊδεύει τὴ νηστεία τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε τὴν ἀτιμάζει, οὔτε δυσανασχετεῖ μὲ τὸν ἐρχομό της, οὔτε εὔχεται νὰ περάσει γρήγορα, οὔτε καταλύει τὴ νηστεία ἐπιδεικτικὰ καὶ χωρὶς λόγο, οὔτε προπαγανδίζει πὼς οἱ καιροὶ ἄλλαξαν καὶ πρέπει νὰ ἀλλάξουμε καὶ ἐμεῖς.
Ἡ ἁγία Τεσσαρακοστὴ εἶναι μία μίμηση τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Μετὰ τὴ βάπτισή Του πῆγε στὴν ἔρημο καὶ ἐκεῖ «νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα ὕστερον ἐπείνασεν» (Ματθ. 4,2). Ὁ Χριστὸς ἦταν τέλειος ἄνθρωπος καὶ μέσα Του δὲν εἶχε τὴν ἁμαρτητικὴ φορά, ἀλλὰ χρειαζόταν νὰ μᾶς δώσει τύπο ζωῆς. Ἔπρεπε νὰ ἔχουμε μία εἰκόνα ἀσκήσεως μπροστά μας, γιὰ νὰ ἐπιτύχουμε τοῦ σκοποῦ μας, ποὺ εἶναι ἡ ἕνωσή μας μὲ τὸ Θεό. Κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ δέχθηκε καὶ τοὺς πειρασμοὺς τοῦ διαβόλου καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τῶν πειρασμῶν Του «ἄγγελοι διηκόνουν αὐτῷ» (Μάρκ. 1,13). Πολλὰ διδάγματα ἔχει νὰ μᾶς δώσει ἡ περίοδος τῶν πειρασμῶν τοῦ Κυρίου.

Ὁ Χριστὸς ἐκπαιδεύθηκε τρόπον τινα στοὺς πειρασμοὺς μὲ τὴ νηστεία. Ἀργότερα ὁ διάβολος σὰν μία φοβερὴ θύελλα θὰ ἐπιπέσει ἐπάνω Του. Σ᾿ ὅλους τοὺς πειρασμοὺς βγῆκε νικητής. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ πιστός. Στὴ ζωή μας θὰ ἔχουμε πολλοὺς πειρασμούς. Χρειαζόμαστε ἐκπαίδευση. Ἡ περίοδος τῆς νηστείας εἶναι μία πνευματικὴ ἐκπαίδευση τοῦ Χριστιανοῦ. Μαθαίνει νὰ πολεμᾶ. Ὁ Κύριος μᾶς ἔδειξε τὸν τρόπο, ἀφοῦ πρῶτα αὐτὸς πειράσθηκε.
Ὁ Χριστὸς μέσα στὴν περίοδο τῆς νηστείας πειράσθηκε καὶ νίκησε. Ἐπίσης καὶ οἱ πιστοὶ πειράζονται. Γιατί παραχωρεῖ τοὺς πειρασμοὺς ὁ Θεός; Γιὰ νὰ πληροφορηθοῦμε πὼς εἴμαστε ἀνώτεροι ἀπ᾿ αὐτούς. Γιὰ νὰ ταπεινωνόμαστε. Γιὰ νὰ πληροφορηθεῖ ὁ δαίμονας πὼς τὸν ἐγκαταλείψαμε. Γιὰ νὰ ἀσκηθοῦμε. Γιὰ νὰ λάβουμε σαφῆ πείρα τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ. Ἄγγελοι Κυρίου στηρίζουν τοὺς ἀγωνιστές.

Ὁ διάβολος πείραξε τὸ Χριστὸ κατὰ τὴν περίοδο τῆς νηστείας ὄχι μόνο μὲ τὸν τρόπο, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν τόπο. Ἡ μοναξιὰ καὶ ἡ ἀπομόνωση εἶναι πολλὲς φορὲς ὅπλα τοῦ διαβόλου. Παράδειγμα ἡ Εὔα, τὴν ὁποία πείραξε, ὅταν ἦταν χωρισμένη ἀπὸ τὸν Ἀδάμ. Ἀκόμη, ἡ ἀπομόνωση φέρνει μερικὲς φορὲς τὴν μονοτονία, τὴν ἀκηδία, τὴν πείνα, τὴν ἀδημονία. Τότε κατὰ τὴν περίοδο τῆς νηστείας παίρνει θάρρος καὶ ἐπιτίθεται ἐναντίον μας. Ὅταν ὅμως μᾶς δεῖ μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους καὶ συγκεκροτημένους, δὲν ἔχει τὸ θάρρος (γράφει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος) νὰ μᾶς κάνει μεγάλη ζημιά. Γι᾿ αὐτό, λοιπόν, στὴν περίοδο τῆς νηστείας νὰ συχνάζουμε στὴν Ἐκκλησία, στὶς ἀκολουθίες, καὶ ὅλοι μαζὶ νὰ στηρίζουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο γιὰ νὰ ἐνθαρρυνόμαστε πὼς στὸν ἀγώνα μας δὲν εἴμαστε μόνοι, ἀλλὰ μαζί μας εἶναι ὅλη ἡ Ἐκκλησία. Τὸν Κύριο Τὸν ἐνθάρρυναν οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ. Καταλαβαίνουμε, συνεπῶς, πόση μεγάλη ὠφέλεια παίρνουμε ἀπὸ τὴν ἁγία Τεσσαρακοστή.
Μετά, ἕνας ἄλλος Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, γράφει πὼς κατὰ τὴν περίοδο τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ὁ ἄνθρωπος ἐμπορεύεται τὴν πνευματικὴ ἐμπορία καὶ συγκεντρώνει πολὺ πλοῦτο ἀρετῆς. Τονίζει πὼς δὲν εἶναι μεγάλο κατόρθωμα νὰ διέλθουμε τὶς ἡμέρες ἁπλῶς τῆς νηστείας, ἀλλὰ σημασία ἔχει νὰ διορθώσουμε κάτι ἀπὸ τὰ ἐλαττώματά μας καὶ νὰ πλυθοῦμε ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματά μας, «εἰ διωρθώσαμέν τι τῶν ἡμετέρων ἐλαττωμάτων, εἰ τὰ ἁμαρτήματα ἀπενιψάμεθα».

Συνηθίζουμε νὰ ρωτᾶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς «πόσας ἕκαστος ἑβδομάδας ἐνήστευσε· καὶ ἔστιν ἀκοῦσαι λεγόντων τῶν μέν, ὅτι δύο, τῶν δὲ ὅτι τρεῖς, τῶν δέ, ὅτι πάσας ἐνήστευσαν τὰς ἑβδομάδας», δηλαδὴ συμβαίνει νὰ ἀκοῦς νὰ λένε ἄλλος μὲν πὼς νήστευσε δύο, ἄλλος τρεῖς καὶ ἄλλος ὅλες τὶς ἑβδομάδες. Καὶ ποιὸ εἶναι τὸ κέρδος, ἐὰν δίχως κατορθώματα ἀρετῆς περάσουμε τὴν περίοδο τῆς νηστείας;

Ἐὰν κάποιος λέγει, ὅτι νήστευσα ὅλη τὴν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς, σὺ εἰπέ, ὅτι εἶχα ἐχθρὸν καὶ συμφιλιώθηκα μ᾿ αὐτόν· εἶχα συνήθεια νὰ κατηγορῶ καὶ τὴν ἐσταμάτησα· εἶχα συνήθεια νὰ ὁρκίζομαι καὶ ἀπαλλάχθηκα ἀπὸ τὴν κακὴ συνήθεια.... Καμία ὠφέλεια δὲν θὰ ἔχουμε ἀπὸ τὴν νηστεία, ἂν ἁπλῶς καὶ μόνο τὴν περάσουμε εἰκῆ καὶ ὡς ἔτυχε. Ἂν περάσουμε τὴ νηστεία τῶν φαγητῶν, ὅταν περάσουν οἱ σαράντα ἡμέρες, περνᾶ καὶ ἡ νηστεία· ἂν ὅμως ἀπέχουμε ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα καὶ ἡ περίοδος τῆς νηστείας νὰ περάσει, ἐκείνη ἡ νηστεία (δηλ. τῶν ἁμαρτημάτων) πάλιν μένει καὶ θὰ εἶναι συνεχὴς ἡ ὠφέλεια σὲ μᾶς καὶ πρὶν ἀκόμα ἀπὸ τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν θὰ μᾶς χαρίσει ὄχι μικρὲς ἀμοιβὲς ἐδῶ.

Βλέπουμε πῶς ἡ μεγάλη Τεσσαρακοστὴ δὲν εἶναι μία περίοδος γιὰ νὰ νηστεύσουμε μόνο ἀπὸ φαγητά, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐξασκούμαστε στὴν ἀρετή. Ὅταν ὅλα αὐτὰ τὰ κατορθώσουμε, τότε θὰ ἀξιωθοῦμε τὴν κυρία ἡμέρα νὰ προσέλθουμε στὴν πνευματικὴ τράπεζα, δηλ. στὴ θεία Εὐχαριστία, γιὰ νὰ κοινωνήσουμε. Ἡ προσέλευση στὸ μυστήριο τῆς ζωῆς εἶναι ἱκανὸ κίνητρο, γιὰ νὰ μᾶς παρακινεῖ στὴν πνευματική μας ἄσκηση.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τονίζει πὼς ἡ νηστεία εἶναι καὶ καθάρσιο τοῦ ἑαυτοῦ μας. Πρὸ τῆς μεγάλης ἡμέρας τοῦ Πάσχα, «κάθαρσίς ἐστι προεόρτιος». Ὁ χριστιανὸς ἐπιτυγχάνει τὴ «συννέκρωση» μὲ τὸ Χριστό, συμμετέχει στὴ νέκρωση τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως ὁ Κύριος νεκρώνει τὴ σάρκα Του γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου, ἔτσι καὶ οἱ χριστιανοὶ νεκρώνουν τὰ πάθη τους γιὰ τὴ σωτηρία τὴν ἰδική τους. Ὁ Κύριος νήστευσε λίγο πρὶν ἀπὸ τὸν πειρασμό, ἐμεῖς πρὶν ἀπὸ τὸ Πάσχα.

Μὲ τέτοιες σκέψεις ἂς διέλθουμε τὸ στάδιο τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς γιὰ νὰ ὠφεληθοῦμε πολύ.


διόμελον Ἠχος γ'

Νηστεύσωμεν νηστείαν δεκτήν, εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ, ἀληθὴς νηστεία, ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις, ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν χωρισμός, καταλαλιᾶς, ψεύδους, καὶ ἐπιορκίας· ἡ τούτων ἔνδεια, νηστεία ἐστίν, ἀληθὴς καὶ εὐπρόσδεκτος.



  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...