Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιερά Μητρόπολις Κερκύρας Παξών και Διαποντίων νήσων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιερά Μητρόπολις Κερκύρας Παξών και Διαποντίων νήσων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη, Δεκεμβρίου 20, 2022

κήρυγμα Κυριακής προ Χριστουγέννων «Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ υἱοῦ Δαυὶδ, υἱού Ἀβραάμ»

 Κήρυγμα Κυριακής προ Χριστουγέννων 

«Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ υἱοῦ Δαυὶδ, υἱού Ἀβραάμ».

Σχεδόν ολόκληρη η Ευαγγελική περικοπή σήμερα αδελφοί μου είναι ένας μακρύς οικογενειακός κατάλογος που μας παραθέτει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος.

Ίσως στους περισσότερους να φαίνεται παράξενος και κουραστικός όμως αυτός έχει ένα πολύ σημαντικό σκοπό. Θέλει να μας αποδείξει ότι το πρόσωπο που γεννήθηκε από την Παρθένο Μαρία «εκ Πνεύματος Αγίου» είναι ο Μεσσίας. Απευθυνόμενος προς τους ομοεθνείς του Εβραίους να τους τονίσει ότι είναι Αυτός που αιώνες περίμεναν, να τους λυτρώσει «εκ των αμαρτιών αυτών». Γι αυτό και στο τέλος της περικοπής αναφέρει την προφητεία του προφήτη Ησαΐα «ἰδοὺ ἡ Παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱὸν καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ», ο Θεός ήλθε ανάμεσά μας.

Ο γενεαλογικός κατάλογος σε συνδυασμό με όλες εκείνες τις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης καταδεικνύουν την ιστορικότητα και αυθεντικότητα του προσώπου του Χριστού μας σε συνδυασμό με την Θεότητα του. Ο σκοπός του Ευαγγελιστή Ματθαίου είναι να τονίσει την Θεανδρικότητα του Χριστού μας.

Πλησιάζει αδελφοί μου η κοσμοχαρμόσυνη ημέρα της Γεννήσεως του Σωτήρος Χριστού μας. Ίσως για τους περισσότερους ανθρώπους του κόσμου να είναι μια σημαντική γιορτή που δίνει χαρά και σπάει την καθημερινότητα. Όμως για μας τα συνειδητά μέλη της Εκκλησίας, που βιώνουμε τα γεγονότα μέσα στον Λειτουργικό και λατρευτικό χωροχρόνο της πίστεως μας είναι συγκλονιστικά, βιωματικά και σωτήρια.

Το μυστήριο της σαρκώσεως και Γεννήσεως του Χριστού μας, φανερώνει την «άφατη κένωση του Θεού για τον δικό μας πλουτισμό».

Είναι ένα διαρκές γεγονός μέσα στην ζωή της Εκκλησίας όπως άλλωστε όλα τα γεγονότα της ιεράς παρουσίας του Χριστού μας στην γη. Μέγα το μυστήριο της Γέννησης. Με τα ανθρώπινα μέτρα δεν μπορεί να κατανοηθεί. Οι άγιοι πατέρες, ακόμη και αυτοί κυριεύονται από φόβο και αδυναμία να κατανοήσουν το Μυστήριον. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει σχετικά για την Γέννηση του Κυρίου μας: «φοβάμαι να προχωρήσω στην έρευνα, δεν κατέχω τον τρόπο, δεν ξέρω που να στρέψω την ροή του λόγου, τι να πω, για ποιο να μιλήσω; Βλέπω την μητέρα, αντικρίζω το παιδί, όμως τον τρόπο της γεννήσεως δεν καταλαβαίνω! Νικιέται ο

φυσικός νόμος, νικιέται και η τάξη του κόσμου, όπου η θέληση του Θεού εκφράζεται. Ο Μονογενής που υπάρχει προ των αιώνων στον κόλπο του Πατρός, ο ασύνθετος, ο ασώματος περιβλήθηκε το σώμα που υπόκειται στην φθορά».

Πλησιάζουν Χριστούγεννα αδελφοί! Ο Θεός γίνεται άνθρωπος για να θεώσει εμάς τους πεσμένους ανθρώπους. Προσέλαβε την δική μας φύση προκειμένου να μας εντάξει και πάλι στον αρχαίο προορισμό του Παραδείσου.

Και πάλι στολισμοί, φώτα, βιτρίνες επιδερμικές ετοιμασίες. Μόνον σ’ αυτό θα μείνουμε; Ο Θεός θέλει «τῶν Γενεθλίων τὰς εἰσόδους ἐπί τῶν ψυχικῶν θησαυρισμάτων, οὕτω  Χριστὸν θεοπρεπῶς ἐναγκαλισώμεθα» μας λέγει ο Άγιος Αθανάσιος, δηλαδή την είσοδο της Γεννήσεως ας την θεωρήσουμε ψυχικό θησαυρό και έτσι όπως αξίζει σε Θεό ας τον αγκαλιάσουμε και να τον δεχτούμε.

Φάτνη η καρδιά μας! Η ψυχή μας ας μεταβεί μέχρι την Βηθλεέμ να δούμε τον λόγο τον αληθινό της Γεννήσεως του Χριστού μας!

Κάθε ορθόδοξος Ναός, κάθε Αγία Τράπεζα είναι η Βηθλεέμ, ο Χριστός μας περιμένει. «Δεύτε πάντες λάβετε Αυτόν ως Σώμα και Αίμα εις άφεσιν αμαρτιών». Αμήν!

Πηγή

Σάββατο, Μαρτίου 03, 2018

Β’ ΝΗΣΤΕΙΩΝ-Η ευθύνη μας στην ζωή της Εκκλησίας


Αποτέλεσμα εικόνας για viata duhovniceasca si ascultare
   Συχνά στη ζωή μας, αγαπητοί μου αδελφοί, τίθεται το ερώτημα της ευθύνης. Ποιοι και πόσο υπεύθυνοι είναι για την πορεία του κόσμου και την δική μας;  Πόσο μπορούμε να αισθανόμαστε τον εαυτό μας υπεύθυνο για την πορεία του στη ζωή, για τα όσα του συμβαίνουν, θετικά και αρνητικά; 
 Πόσο επηρεάζεται η ζωή μας από τις ευθύνες των άλλων, ιδιαίτερα εκείνων που έχουν θέσεις που προϋποθέτουν ευθύνη στην κοινωνία; 
 Πόσο μπορούμε να αποδίδουμε ευθύνες και να δικαιολογούμε τον εαυτό μας για την αμέλειά του ή την αδιαφορία του ή την αδυναμία του να λύσει τόσο προσωπικά, όσο και κοινωνικά προβλήματα; 

  Αν για την κοινωνική, την πολιτική, την προσωπική ζωή τα ερωτήματα αυτά συνδέονται αποφασιστικά μ’ αυτό που ονομάζουμε «ελευθερία», γιατί μόνο ο αληθινά ελεύθερος ή αυτός που επιθυμεί να ελευθερωθεί από οποιοδήποτε δεσμό, κυρίως της ανάγκης και της εξάρτησης, μπορεί να αναλάβει ευθύνες ή να συνειδητοποιήσει τι σημαίνουν αυτές σε ευρύτερο επίπεδο, στην πνευματική ζωή η έννοια της ευθύνης είναι αποφασιστικής σημασίας για τον χριστιανό. Μόνο που και εδώ συνδέεται άμεσα με την επιθυμία της ελευθερίας, με την δωρεά από το Θεό της ελευθερίας, αλλά και την αίσθηση ότι ευθύνη χωρίς αγάπη τόσο για το Θεό, όσο και για τον πλησίον, όπως και για τον εαυτό μας δε νοείται. 

Ποια είναι λοιπόν η στάση μας έναντι της ευθύνης στην πνευματική ζωή; Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι, καλοπροαίρετα, αισθάνονται ότι έχουν ευθύνη τόσο για την δική τους σωτηρία, δηλαδή την αποκατάσταση της σχέσης τους με το Θεό εντός της Εκκλησίας, τόσο στην παρούσα, όσο και στην αιώνια ζωή. Έχουν επιλέξει την σχέση με το Χριστό ως εκείνη που δίνει νόημα στη ζωή τους. Η έκφραση αυτής της ευθύνης έγκειται στον πνευματικό αγώνα εναντίον των παθών και της αμαρτίας, στην προσπάθεια για συμφιλίωση του θελήματός τους με το θέλημα του Θεού που επιτυγχάνεται με την υπακοή στις εντολές του Θεού, όπως αυτές αποτυπώνονται στο Ευαγγέλιο και στην ζωή της Εκκλησίας, αλλά και στην διαφώτιση και καθοδήγηση όσων αισθάνονται ότι μπορούν να συμπορευθούν μ’ εκείνους στον αγώνα της σωτηρίας. Η Εκκλησία αναθέτει σ’ 

αυτούς που αναλαμβάνουν την ευθύνη να αγωνιστούν τόσο για την σωτηρία του εαυτού τους όσο και για την σωτηρία των άλλων, τόσο το αξίωμα όσο και την τιμή, αλλά και την περαιτέρω ευθύνη να αποτελούν τους οδηγούς του λαού, τους ποιμένες του, τους πνευματικούς του πατέρες. Αυτοί είναι οι επίσκοποι και οι ιερείς συνήθως, αλλά και οι γέροντες στα μοναστήρια. 

  Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι θεωρούν ότι οφείλουν να επιλέξουν κάποιον από τους προηγούμενους ως πνευματικό τους πατέρα και καθοδηγητή, να του εναποθέσουν όλες τις ευθύνες για την σωτηρία τους, να υπακούουν τυφλά στα όσα αυτός τους λέει, να τον ρωτούν για όλες τις λεπτομέρειες της ζωής τους, να μην αισθάνονται ότι έχουν δικαίωμα να αναλάβουν οποιαδήποτε πρωτοβουλία και να μη θέλουν τελικά να το πράξουν. Η στάση αυτή έναντι της ευθύνης έχει μεταφερθεί και στην εκκλησιαστική ζωή εν τω κόσμω από τα μοναστήρια. Μόνο που εκεί ο μοναχός έχει αποφασίσει να αποταγεί εντελώς από το κοσμικό φρόνημα, αλλά και τον κόσμο εν γένει, να υποταχθεί στο γέροντα και την αδελφότητα και να ασκήσει το «εγώ» του ώστε να παραιτείται από κάθε θέλημα, αφοσιωνόμενος στο θέλημα του Θεού. Και βέβαια, η υπακοή συνοδεύεται από σκληρό πνευματικό αγώνα, σταυρική αυταπάρνηση, που αναδεικνύει την δίψα για σωτηρία του μοναχού.
  Η οποιαδήποτε αναλογία με τις ανάγκες τις εν τω κόσμω είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη, τόσο για τους πνευματικούς πατέρες, όσο και για εκείνους που τους εμπιστεύονται. 
 Για τους πρώτους αποτελεί πειρασμό εξουσίας, απόκτησης οπαδών, άσκησης ελέγχου στις συνειδήσεις των ανθρώπων, με ευρύτερες, εκκλησιολογικές συνέπειες (κίνδυνος άρνησης της δομής της ίδιας της Εκκλησίας και της ανάγκης για προσωπική υπακοή, κατάκριση οποιουδήποτε δεν συμφωνεί).
  Για τους δεύτερους αφορμή καθήλωσης σε στάδια νηπιακότητας. Γιατί είναι δύσκολη η πνευματική ζωή εν τω κόσμω όταν ο ίδιος ο ασκούμενος δεν μπορεί να διαχειριστεί πτυχές της ζωής του. Θα πρέπει ο γέροντας κάθε ώρα και στιγμή να ερωτάται, να απαντά και να δίνει συμβουλές για κάθε λογισμό, για κάθε σχέση, για κάθε πράξη, κάτι αδιανόητο για την ζωή εν τω κόσμω. Αδιανόητο γιατί είναι ανέφικτο. Αδιανόητο γιατί είναι και επικίνδυνο. Και όσοι δοκιμάζουν αυτόν τον πειρασμό να εξαρτώνται από «γέροντες», καθίστανται σταδιακά ανίκανοι να αναλάβουν την ευθύνη όχι μόνο για την εν χρόνω και κόσμω ζωή τους, αλλά και για την ίδια τη σωτηρία τους.

 Υπάρχουν κι εκείνοι οι οποίοι εμπιστεύονται κάποιον πνευματικό πατέρα με αγάπη και ελευθερία.Ζητούν τη βοήθεια και την συμπαράστασή του στην πνευματική προσπάθεια, εξομολογούνται τις δυσκολίες τους, συνδιαμορφώνουν ένα πλαίσιο πορείας και από και πέρα, με γνώμονα τον προσωπικό τους κόπο, την προσευχή, την μελέτη του λόγου του Θεού και , κυρίως, τη ζωή της Εκκλησίας, παλεύουν «αντιστήναι τω πονηρώ», αλλά και να δώσουν λύσεις στην καθημερινότητά τους. Λύσεις που ταιριάζουν με το θέλημα του Θεού, με τον χαρακτήρα τους, την δυνατότητά τους να παλέψουν την συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
  Κλειδί η εμπιστοσύνη στον πνευματικό πατέρα και η ανάληψη προσωπικής ευθύνης. Κλειδί από την πλευρά του πνευματικού η πατρότητα. Ο πατέρας δεν λειτουργεί αγχωτικά έναντι των παιδιών του. Δεν τα κλείνει στο σπίτι, αλλά σταδιακά τα ενθαρρύνει, καθώς μεγαλώνουν, να παλεύουν μόνα τους. Στέκεται βοηθός τους στα λάθη τους και δεν τα απορρίπτει γι’ αυτά, χαίρεται με τη χαρά και την πρόοδό τους και προσπαθεί να τα διδάξει με τον λόγο, την σιωπή, την προσευχή, την στήριξη, αλλά και την αλήθεια, όσο σκληρή κι αν είναι κάποτε, για την πορεία τους. Πρωτίστως όμως προτείνει και δεν επιβάλλει. Ακόμη κι αν αυτή η στάση έχει τίμημα για τον ίδιο την λύπη.

Υπάρχουν, τέλος, κι εκείνοι οι οποίοι δε νιώθουν την ανάγκη να έχουν πατέρα πνευματικό, όπως επίσης δε νιώθουν την ανάγκη να αγωνιστούν ιδιαίτερα για την σωτηρία τους. Ακολουθούν εθιμικές συμπεριφορές στη ζωή της Εκκλησίας, στην καλύτερη περίπτωση μοιράζονται κάποια από τα προβλήματά τους, σχέσεων ή οικονομικά, και πορεύονται τυπικά στην πίστη, αφήνοντας τους άλλους να έχουν άποψη για τη ζωή και μη νιώθοντας ότι η ευθύνη για τη σωτηρία είναι προσωπική. Αυτοί φαίνεται πως είναι και η μεγαλύτερη μερίδα. Είναι όσοι βλέπουν την πίστη και τη ζωή της Εκκλησίας ως κάτι που λειτουργεί αυτόματα, μαγικά, που δεν πονάνε τελικά για την πορεία του κόσμου και άγονται και φέρονται από προσωπικές παρορμήσεις και περιστάσεις. 

  Ο Απόστολος Παύλος θέτει ένα μεγάλο ερώτημα, το οποίο η Εκκλησία το υπενθυμίζει κατά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή: «Πώς είναι δυνατόν εμείς να ξεφύγουμε, αν δεν δώσουμε την προσοχή που ταιριάζει σε μια τόσο σπουδαία σωτηρία;» (Εβρ. 2, 3). 
Για να μπορέσουμε να καταλάβουμε την ευθύνη μας για την σωτηρία, αυτό που χρειάζεται είναι να διαλέξουμε πώς θα πορευθούμε στη ζωή μας, να δούμε πού ανήκουμε σε ό,τι αφορά στην ευθύνη της πνευματικής ζωής. Και θα διαπιστώσουμε τότε ότι είναι ανάλογη η στάση μας και σε ό,τι αφορά την ευθύνη μας στην κοινωνική, στην πολιτική, αλλά και στην προσωπική μας ζωή. Και παλεύοντας να αλλάξουμε πνευματικά, θα αλλάξουμε και ως προς τους άλλους πυλώνες. Η ευθύνη μας όμως δεν σταματά μόνο ως προς τους εαυτούς μας. Μας συνοδεύει και στις σχέσεις μας με τους άλλους, με τους οικείους μας, με τα παιδιά μας, με τους φίλους μας, με όσους αναστρεφόμαστε. Η ανάληψη της ευθύνης στην πνευματική ζωή θα βοηθήσει και άλλους να δούνε τη ζωή διαφορετικά. Και στον αγώνα αυτό δεν είμαστε μόνοι, όπως λέει ο Παύλος. Έχουμε την σχέση μας με τον Χριστό που συνεχώς κρούει την θύρα της καρδιάς μας, «τον παρ’ αγγέλων λαληθέντα λόγον», αλλά και την εν γένει συμπαράσταση του Θεού στη ζωή της Εκκλησίας. Ας ακούσουμε. Αμήν!
Από το γραπτό κήρυγμα της ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ Κερκύρας

4 Μαρτίου 2018

Σάββατο, Φεβρουαρίου 17, 2018

Κήρυγμα ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΥΡΙΝΗΣ-«Η νυξ προέκοψεν, η δε ημέρα ήγγικεν»



  Συχνά σε μας τους χριστιανούς, αγαπητοί μου αδελφοί, ο κόσμος θυμίζει νύχτα. Είναι η αίσθηση της αμαρτίας και της κακίας, είναι το γεγονός ότι επειδή πιστεύουμε στο Θεό και έχουμε την αίσθηση της σωτηρίας και της αποδοχής Του, είναι η ένταξή μας στην κοινότητα της Εκκλησίας, πιστεύουμε ότι είμαστε διαφορετικοί από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Θεωρούμε ότι εμείς, αν μη τι άλλο, ζούμε σε έναν κόσμο πιο φωτεινό και ότι οι άλλοι πορεύονται μέσα στην αμαρτωλότητα και τις επιδράσεις του διαβόλου και του κοσμικού φρονήματος. Και επειδή η νύχτα ταυτίζεται με την αμαρτία, με την κραιπάλη, την μέθη, την ασέλγεια και γενικότερα με το κοσμικό φρόνημα και την κατάσταση απουσίας του Θεού, αισθανόμαστε ότι εμείς είμαστε διαφορετικοί.

 Ο Απόστολος Παύλος όμως δίνει συμβουλές στους χριστιανούς της εποχής του και κάθε εποχής, σα να γνωρίζει ότι δεν είναι διαφορετικοί από το κοσμικό φρόνημα. Τους προτρέπει «να πετάξουν από πάνω τα έργα του σκότους και να φορέσουν τα όπλα του φωτός, να είναι η διαγωγή τους κοσμία, τέτοια που να ταιριάζει στο φως. Να πάψουν τα φαγοπότια και τα μεθύσια, η ασύδοτη και η ακόλαστη ζωή, οι φιλονικίες και οι φθόνοι». Και όλα αυτά σε μία περίοδο κατά την οποία «η νύχτα όπου να ‘ ναι φεύγει και η μέρα κοντεύει να έρθει» (Ρωμ. 13, 12-13). Και φαίνεται πως ανταποκρίνονται οι συμβουλές του στην πνευματική κατάσταση όχι μόνο των χριστιανών εκείνης της εποχής, αλλά και κάθε εποχής.

 Οι χριστιανοί στα λόγια αποτάσσουμε το κοσμικό φρόνημα. Ερωτοτροπούμε όμως μ’ αυτό, είτε διότι πιστεύουμε στην ευσπλαχνία και την αγάπη του Θεού και θεωρούμε ότι δεν ασχολείται με μικρότερες ή μεγαλύτερες παρασπονδίες στη ζωή μας, είτε διότι είμαστε παραδομένοι σε μία μεγαλύτερη ή μικρότερη εκκοσμίκευση που μας κάνει να λέμε «ότι δεν πειράζει το ένα, δεν πειράζει το άλλο». 

Μάλιστα, επειδή έχουμε την αίσθηση ότι οι εντολές είναι διαφορετικές για τους εν τω κόσμω και διαφορετικές γι’ αυτούς που έχουν βρεθεί στα μοναστήρια και έχουν επιλέξει την ασκητική ζωή, είμαστε πρόθυμοι όχι μόνο να αμνηστεύσουμε τους εαυτούς μας που ζούμε εν τω κόσμω, αλλά και να δικαιολογήσουμε τον συσχηματισμό μας με το κοσμικό φρόνημα. Άλλοτε πάλι δικαιολογούμε την κοσμικότητά μας θεωρώντας την ως συνέπεια της αδυναμίας και της αμαρτωλότητάς μας, χωρίς βέβαια να είμαστε πρόθυμοι να την δικαιολογήσουμε στους άλλους και γι’ αυτό ο απόστολος θα πει πάλι: «Ποιος είσαι εσύ που θα κρίνεις έναν ξένο υπηρέτη;» (Ρωμ. 14, 4). Και επειδή κόβουμε και ράβουμε το Ευαγγέλιο στα μέτρα μας η συνήθης φράση με την οποία δικαιολογούμε τα πάντα είναι: «και τι κακό κάνουμε αν ακολουθήσουμε αυτό ή εκείνο ή το άλλο του κόσμου;».

 Για τη χριστιανική ζωή όμως το πρόβλημα δεν είναι ο κόσμος, αλλά ο Χριστός 

που απουσιάζει από την καρδιά μας. 
Εκκοσμίκευση δεν είναι η έξοδός μας από τον κόσμο, αλλά η αποφυγή της αμαρτίας.
 Εκκοσμίκευση είναι το μασκάρεμα του προσώπου μας, δηλαδή η ανάδειξη μιας ψεύτικης εικόνας γι’ αυτό είτε στις ανθρώπινες σχέσεις, είτε στα έθιμα, είτε στην κοινωνία με τους άλλους. 
Εκκοσμίκευση είναι η αίσθηση ότι είμαστε κοντά στο Χριστό ενώ η ζωή μας είναι παραδομένη στις κραιπάλες, στις μέθες και στις ασωτίες, αλλά επειδή δεν βλάπτουμε κανέναν ή επειδή είμαστε άνθρωποι, μπορούμε να τα θεωρούμε όλα αθώα. Είναι τελικά η εκζήτηση της χαράς στα μάταια, χωρίς επίγνωση της αδυναμίας μας και η αίσθηση ότι κριτήριο της πορείας μας είναι ο εαυτός μας και ο δικός μας τρόπος προσέγγισης και όχι η Εκκλησία και τα μέτρα της, όπως αυτά ερμηνεύονται από τους ανθρώπους που κήδονται ημών, δηλαδή τους πνευματικούς μας πατέρες.

 Από την άλλη υπάρχει και μία υπερβολική αυστηρότητα στις καρδιές αρκετών, οι οποίοι θεωρούν ότι η όποια ανθρώπινη χαρά μπορεί να κάνει τον άνθρωπο να παρεκκλίνει από την χριστιανική παράδοση και ταυτότητα. Ο κυριότερος φόβος έγκειται στο ότι ο άνθρωπος θα πέσει στην αμαρτία, η οποία θεωρείται εξωτερική κατάσταση, ότι έρχεται μέσα από την κοσμικότητα. Όμως η αμαρτία είναι μία κατάσταση η οποία ενυπάρχει στις καρδιές μας κάθε φορά που η προτεραιότητα του κόσμου, των αναγκών μας, των επιθυμιών μας νικά την αγάπη για το Χριστό, την εμπιστοσύνη σ’ Εκείνον και την αίσθηση ότι η πνευματική ζωή χρειάζεται και στέρηση, χρειάζεται άσκηση και αγώνα. Αυτό βέβαια δεν δικαιολογεί τις παρασπονδίες. Κάνει όμως τον πνευματικό άνθρωπο να νιώθει όχι μόνο την αδυναμία του ιδίου, αλλά και των όσων βρίσκονται γύρω του να κατανοήσουν τι σημαίνει αληθινά η χαρά του Χριστού.

 Το δύσκολο είναι η εξισορρόπηση. Αυτή ξεκινά από την επίγνωση της αδυναμίας και της αμαρτωλότητάς μας. Και προχωρά στην εκζήτηση του έλεος του Θεού. Όχι στην αλληλο- εξουθένωση και τον χωρισμό σε παρατάξεις ισχυρών στην πίστη και αδυνάμων, καθαρών και ακαθάρτων, γνήσιων και κίβδηλων και στον διαγκωνισμό σε αλληλοκατηγορίες και προτυποποίηση. Η ελευθερία του καθενός πρέπει να παραμείνει το κριτήριο που ορίζει τον τρόπο της πορείας του. Ομοίως και η εμπιστοσύνη στους πνευματικούς πατέρες, που δείχνουν το δρόμο. Αυτά τα κριτήρια μπορεί να φαίνονται ενίοτε αλληλοσυγκρουόμενα, όμως η αγάπη μπορεί να βοηθήσει στην εξισορρόπηση. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα πάντα συμφέρουν αληθινά τον άνθρωπο που πιστεύει. Μπορεί να επιτρέπονται όλα. Δεν σώζουν όμως ούτε αναπαύουν όλα. Και ο καθένας καλείται να κάνει βήματα υπέρβασης των αδυναμιών του, υπέρβασης του συσχηματισμού του με το ήθος της αμαρτίας και της απουσίας του Χριστού στην καρδιά του και, κυρίως, να παραμένει στην Εκκλησία, ακόμη κι αν αυτό του κοστίζει, διότι δεν θα του είναι όλα ευχάριστα.

«Η νυξ προέκοψεν, η δε ημέρα ήγγικεν». Είναι στην επιλογή του καθενός εντός της Εκκλησίας να διαλέξει να αφήσει πίσω του το σκοτάδι. Να μπορεί να ισορροπήσει στη χαρά του φωτός, δηλαδή στην παρουσία στην καρδιά του των όπλων του Πνεύματος και να προχωρήσει σ’ αυτήν την μυστική σχέση με το Χριστό που τον κάνει να αναπαύεται αληθινά και ας προχωρά αλλιώς ο κόσμος. Κι ας αισθάνεται ίσως και μόνος στον αγώνα του. Εντός της Εκκλησίας η μοναξιά γεμίζει ταπείνωση και συγχωρητικότητα. Δηλαδή αγάπη αληθινή. Και αυτός είναι ο δρόμος της αληθινής νηστείας. Ο αγώνας νίκης εναντίον της κατακρίσεως του άλλου και της αυτοδικαιώσεως, ο αγώνας της αγάπης που γίνεται Σταυρός, αλλά και Ανάσταση. Αμήν!
Από το γραπτό κήρυγμα της ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ Κερκύρας
18 Φεβρουαρίου 2018

Σάββατο, Ιουνίου 20, 2015

ΚΗΡΥΓΜΑ Κυριακή Γ'Ματθαίου 21-06-2015 Ειρήνη και ζωή (Ρωμ. 5,1-11)

Ειρήνη και ζωή (Ρωμ. 5,1-11)


Η σημερινή αποστολική περικοπή ξεκινά με την ειρήνη και τελειώνει με την ζωή, δύο αγαθά για τα οποία ο κάθε άνθρωπος παλεύει καθημερινά, ομοίως τα έθνη και οι διεθνείς οργανισμοί και ένα σωρό οργανώσεις και ενώσεις ανθρώπων. 
«Αδελφοί», μάς λέει ο απόστολος Παύλος, «αφού δικαιωθήκαμε εξαιτίας της πίστεως, έχουμε ειρήνη με τον Θεό διά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο οποίος μάς εισήγαγε με την πίστη στην χάρη αυτή στην οποία έχουμε σταθεί, και καυχόμαστε για την ελπίδα της δόξας του Θεού. Και όχι μόνο αυτό, αλλά καυχόμαστε και για τις θλίψεις, γιατί γνωρίζουμε ότι η θλίψη κατεργάζεται την υπομονή, η δε υπομονή δοκιμασμένο χαρακτήρα, και ο δόκιμος χαρακτήρας την ελπίδα. Η δε ελπίδα δεν ντροπιάζει, γιατί η αγάπη του Θεού έχει χυθεί στις καρδιές μας διά του Αγίου Πνεύματος που μάς δόθηκε. Ακόμη, γιατί ο Χριστός, παρόλο που ήμασταν ασθενείς, στον κατάλληλο καιρό πέθανε για τους ασεβείς. Διότι, μόλις και μετά βίας θα πεθάνει κανείς για έναν δίκαιο, επειδή για τον αγαθό ίσως κάποιος να τολμήσει να πεθάνει. Ο Θεός όμως, φανερώνει την αγάπη του για εμάς με το ότι, ενώ ήμασταν αμαρτωλοί, ο Χριστός πέθανε για εμάς. Πολύ λοιπόν περισσότερο, αφού δικαιωθήκαμε τώρα με το αίμα του, θα σωθούμε μέσω αυτού από την οργή. Γιατί, αν συμφιλιωθήκαμε με τον Θεό διά του θανάτου του υιού του, παρόλο που ήμασταν εχθροί του, πολύ περισσότερο, αφού συμφιλιωθήκαμε, θα σωθούμε με τη ζωή του».

Παράνομοι ήμασταν και εχθροί του Θεού, και ο Χριστός, με την σταυρική του θυσία, μάς συμφιλίωσε με τον Θεό και μάς απέπλυνε με το τίμιο αίμα του και μάς αποκατέστησε δίκαιους ενώπιον του Θεού, φτάνει να πιστέψουμε, όπως πολλές φορές τονίζει ο απόστολος Παύλος, στον αληθινό Θεό και στον Υιό του που τον απέστειλε για την δική μας σωτηρία, δηλαδή στον Ιησού Χριστό. Αφού λοιπόν συμφιλιωθήκαμε με τον Θεό, έχουμε ειρήνη μαζί του, όχι γιατί αυτή αποτελεί δικό μας επίτευγμα, αλλά δώρο και χάρισμα του Χριστού σε όλους εμάς. Η ειρήνη του Θεού δεν είναι κάτι το αφηρημένο, γιατί ο Θεός δεν είναι μια αφηρημένη έννοια, αλλά «σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας... Καὶ ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ ἡμεῖς πάντες ἐλάβομεν, καὶ χάριν ἀντὶ χάριτος»[1]· έγινε άνθρωπος και μάς αποκάλεσε φίλους του [2] και η ειρήνη με αυτόν φέρνει και την ειρήνη της καρδιάς.

Οι άνθρωποι διαρκώς επιζητούμε την ειρήνη, αλλά τον εσωτερικό πόλεμο δεν τον θεωρούμε, δεν ασχολούμαστε ώστε να καταπαύσει η τρικυμία της καρδιάς, οι εσωτερικές αντιθέσεις, η πάλη της συνειδήσεως, των λογισμών, των επιθυμιών. Κατά συνέπεια, την ταραχή αυτή την βγάζουμε προς τα έξω, την οργή προς τον εαυτό μας την μετατρέπουμε σε οργή προς τους αδελφούς μας, την εσωτερική πάλη την μεταφράζουμε σε έχθρα προς τον πλησίον. Όσο δεν θέλουμε να εργαστούμε, ώστε να ειρηνεύσει ο έσω άνθρωπος, ή δεν βλέπουμε ή παραθεωρούμε την εσωτερική μας ακαταστασία, δεν είναι εφικτό να πετύχουμε την κατάπαυση της μεταξύ μας έχθρας και την αδελφοσύνη. Η ειρήνη του κόσμου περνά από την ειρήνη με τον Θεό, μέσα από την διαδικασία την οποία μάς περιγράφουν οι απόστολοι και οι Πατέρες της Εκκλησίας μας.
Για παράδειγμα, ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης λέει: «Αν πράγματι η ειρήνη είναι το κορυφαίο από τα χαροποιά, την οποία θέλει να έχει ο καθένας σε τέτοιο βαθμό, άρα θέλει επίσης όχι μόνος ο καθένας να την έχει, αλλά από το πολύ που διαθέτει να σκορπά και σε εκείνους που δεν έχουν. Διότι λέει «μακάριοι οι ειρηνοποιοί», και ειρηνοποιός είναι αυτός που δίνει στον άλλο ειρήνη, και δεν θα μπορούσε να δώσει κάποιος σε κάποιον άλλο κάτι, το οποίο δεν έχει. Θέλει λοιπόν πρώτα να είσαι πλήρης των αγαθών της ειρήνης, κι έπειτα να επιθυμείς να δίνεις και σε όσους στερούνται αυτό το απόκτημα»[3].
Αν έχουμε ειρήνη στην καρδιά μας, έχουμε την δύναμη να καυχηθούμε ακόμα και για τις θλίψεις, για τις στεναχώριες και για τις δοκιμασίες της ζωής. Γιατί η ειρήνη της καρδιάς οφείλεται στην αγάπη του Θεού, και μάς πληροφορεί με ασφάλεια ότι οι δοκιμασίες γεννούν την υπομονή, η υπομονή μάς καθιστά άξιους και με σταθερό χαρακτήρα, και ο δοκιμασμένος χαρακτήρας αποτελεί εχέγγυο της ελπίδας των μελλόντων αγαθών αλλά και των από τώρα δωρεών του Θεού, με μεγαλύτερο από όλα την χάρη και την παρουσία του Αγίου Πνεύματος στις καρδιές μας.
Αδελφοί μου, ο κόσμος διψά για ειρήνη, αγωνίζεται γι αυτή, πολλές φορές κάνει και πόλεμο για την ειρήνη, πράγμα τουλάχιστον οξύμωρο. Επίσης, δαπανά πολλά για την ζωή, για την υγεία του σώματος, και τούτο επειδή από την αρχή πλάστηκε για να ζει αιώνια και με ειρήνη προς τον Θεό και προς αλλήλους. Ως χριστιανοί, υπερασπιζόμαστε κάθε προσπάθεια για την ειρήνη του κόσμου και επικροτούμε την ιατρική επιστήμη, η οποία υπηρετεί την ανθρώπινη ζωή. Ωστόσο, πέρα από τούτα τα πρόσκαιρα, υπάρχει η ειρήνη της καρδιάς και η αιώνιος ζωή, δώρα και τα δύο του Χριστού· την μεν ειρήνη με τον Θεό μάς την προσέφερε με την σταυρική του θυσία, την δε αιώνιο ζωή με την Ανάστασή του. Σε εμάς εναπόκειται η πίστη, και η μετατόπιση του κέντρου βάρους της ζωής μας από τα φθαρτά και επίγεια στα αιώνια και επουράνια. Αμήν.


Από το γραπτό κήρυγμα της ιεράς Μητροπόλεως Κερκύρας(21-6-2015)
-------
[1] Ιω. 1.14, 16
[2] Βλ. Ιω. 15.14-16: «ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε, ἐὰν ποιῆτε ὅσα ἐγὼ ἐντέλλομαι ὑμῖν. οὐκέτι ὑμᾶς λέγω δούλους, ὅτι ὁ δοῦλος οὐκ οἶδε τί ποιεῖ αὐτοῦ ὁ κύριος· ὑμᾶς δὲ εἴρηκα φίλους, ὅτι πάντα ἃ ἤκουσα παρὰ τοῦ πατρός μου ἐγνώρισα ὑμῖν. οὐχ ὑμεῖς με ἐξελέξασθε, ἀλλ' ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς».
[3] Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, Ὀμιλία ζ΄ εἰς τούς Μακαρισμούς, PG 44.1277 εξ.

Σάββατο, Ιουνίου 06, 2015

ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ (Eβρ. 11,33 -12,2) 7 ΙΟΥΝΙΟΥ 2015 εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κερκύρας





 Τιμά και εορτάζει σήμερα η αγία μας Εκκλησία τους Αγίους Πάντες, όλους τους γνωστούς και τους άγνωστους αδελφούς μας οι οποίοι έζησαν κατά Χριστόν και αξιώθηκαν των επουρανίων στεφάνων.
 Η περικοπή από την προς Εβραίους επιστολή, μάς παρουσιάζει τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι άγιοι, και την δύναμη που άντλησαν από την πίστη, προκειμένου να διεξέλθουν τον κάθε αγώνα τους. 

«Αδελφοί», μάς λέει ο απόστολος Παύλος, « οι Άγιοι Πάντες διά της πίστεως κατέρριψαν βασίλεια, εργάστηκαν την δικαιοσύνη, γεύτηκαν όσα υποσχέθηκε ο Θεός σε αυτούς, έφραξαν στόματα λεόντων, διέφυγαν κάθε κίνδυνο, είτε από φωτιά, είτε από μαχαίρι, είτε από ασθένεια.

 Άλλοι από αυτούς ξυλοκοπήθηκαν μέχρι θανάτου και δεν δέχτηκαν να γλιτώσουν τη ζωή τους, προκειμένου να πετύχουν μια καλύτερη ανάσταση. Άλλοι πάλι υπέμειναν μύριες όσες κακουχίες, εμπαιγμούς, μαστιγώσεις και φυλακίσεις· λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, θανατώθηκαν με μαχαίρι, έζησαν φορώντας προβιές με στερήσεις, με θλίψεις και κακουχίες σαν να μη τούς άξιζε ο κόσμος, περιπλανώμενοι σε σπηλιές και βουνά και στις τρύπες της γης. 

Και όμως όλοι αυτοί, αν και έδωσαν την καλή μαρτυρία της πίστεως, δεν απέκτησαν την υπόσχεση, επειδή ο Θεός προέβλεψε για μάς κάτι καλύτερο, για να μη τελειωθούν χωρίς εμάς. 
Γι αυτό λοιπόν κι εμείς, έχοντας γύρω μας τόσο μεγάλο νέφος μαρτύρων, αφού αποτινάξουμε κάθε βαρύ φορτίο και την αμαρτία που μάς περιπλέκει, ας τρέχουμε με υπομονή τον αγώνα που βρίσκεται μπροστά μας, προσβλέποντας στον αρχηγό της πίστεώς μας και τελειοποιητή Ιησού Χριστό».

Είναι σε όλους γνωστά τα παθήματα των πρώτων χριστιανών, οι φυλακίσεις, τα βασανιστήρια που υπέστησαν, οι διωγμοί, οι ταλαιπωρίες· είναι γνωστές επίσης οι συκοφαντίες, η περιφρόνηση, ο χλευασμός του κόσμου προς τους μαθητές του Χριστού, κάθε εποχής. «Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν... οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ. εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν· εἰ τὸν λόγον μου ἐτήρησαν, καὶ τὸν ὑμέτερον τηρήσουσιν», είπε ο Κύριος (Ιω. 15, 18-20). 
Επομένως, αν ο κόσμος δεν αγαπά τον Χριστό, το ίδιο δεν αγαπά και τους μαθητές του· και κατά συνέπεια, οι άνθρωποι που σκέφτονται κοσμικά, αντί να πράξουν εκείνα που θα τους οδηγήσουν κοντά στον Χριστό, ενεργούν τα αντίθετα, πολεμούν το Ευαγγέλιο της αγάπης, της συγγνώμης και της μετανοίας. Γιατί, είναι ευκολότερο γι αυτούς να γκρεμίσουν τους άλλους, παρά να οικοδομήσουν τον εαυτό τους, εγκαταλείποντας τις συνήθειες του παλαιού ανθρώπου, του αποκομμένου από την αγάπη του Θεού.

 Ας μη τούς κρίνουμε όμως, αφού ο Χριστός θυσιάστηκε και γι αυτούς· ας έλθουμε καλύτερα να δούμε τους μάρτυρες της πίστεως, τους Αγίους Πάντες, προκειμένου να ωφεληθούμε και να διδαχθούμε από το παράδειγμά τους. Οι άγιοι υπέμειναν τα πάντα· ακόμα και όσοι δεν θανατώθηκαν, έδωσαν το μαρτύριο της πίστεως, υπέμειναν θλίψεις και στενοχώριες, είτε αυτές προέρχονταν από τις συγκυρίες του βίου, είτε από τους ανθρώπους, είτε από τον πειρασμό.Παρέδωσαν την ύπαρξή τους στον Χριστό και θεώρησαν τα πάντα ως σκύβαλα, ως ανάξια λόγου και ήσσονος σημασίας. Γι αυτό και δεν ενδιαφέρθηκαν για την δόξα του κόσμου, ή για τιμές ή για πλούτο ή για ανέσεις. Δεν έδωσαν τόπο ούτε στις επιθυμίες τους, αφού το μόνο που ποθούσαν ήταν ο Χριστός.

 Όλος ο αγώνας τους ήταν πώς θα ευαρεστήσουν τον Κύριο, πώς θα καταπολεμήσουν τα πάθη, πώς θα καλλιεργήσουν τις αρετές, πώς θα κάνουν πράξη την αγάπη προς τον Θεό και προς τον πλησίον.Κινητήριος δύναμη στην προσπάθεια των ανθρώπων του Θεού είναι η πίστη· και τούτο, επειδή η πίστη γεννά την υπομονή, αφού παρέχει τα υγιή κριτήρια της θεώρησης του κόσμου και του βίου μας, τι δηλαδή είναι σημαντικό και τι λιγότερο. 
Έχοντας επομένως διά της πίστεως αξιολογήσει και ιεραρχήσει όλα όσα απαρτίζουν τον ανθρώπινο βίο, τρέχουμε τον καλόν αγώνα της πίστεως παίρνοντας δύναμη από τον Κύριο, διά της προς αυτόν πίστεως, και ελπίζουμε στον επουράνιο στέφανο της νίκης και στην αιώνια δόξα και τιμή, την οποία γεύτηκαν και αξιώθηκαν οι Άγιοι Πάντες.

 Καθώς συναχθήκαμε σήμερα να τιμήσουμε όλους τους Αγίους, ας γίνουμε μιμητές τους στην πίστη, στους αγώνες, στην υπομονή· ας επιμελούμαστε την ψυχή και ας αναζητούμε τα πνευματικά, καθότι ο πρόσκαιρος τούτος βίος «ως όναρ παρέρχεται» και όλα τα επίγεια τα τρώει η φθορά. 

Ας πάρουμε παράδειγμα από την προσήλωσή τους στον Χριστό, ενθυμούμενοι τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα; καθὼς γέγραπται ὅτι ἕνεκά σου θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν· ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς» (Ρωμ. 8, 35-36)
Και ας κάνουμε πράξη την προτροπή με την οποία κλείνει την σημερινή περικοπή, ας αποβάλουμε δηλαδή κάθε βιοτική μέριμνα και την αμαρτία, η οποία περιπλέκει την ζωή μας, και ας τρέχουμε με υπομονή τον αγώνα που ο καλός αγωνοθέτης Χριστός μάς όρισε, έχοντας την προσδοκία μας προς αυτόν, ο οποίος δίνει την δύναμη και τελειοποιεί τον κάθε αγωνιστή. Αμήν.
Από το γραπτό κήρυγμα της Ιερά Μητροπόλεως Κερκύρας / 7 ΙΟΥΝΙΟΥ 2015

Τρίτη, Απριλίου 09, 2013

Εκοιμήθη η Ηγουμένη της Ι.Μ. Κυράς των Αγγέλων



staurosΗ Ιερά Μητρόπολις Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων αναγγέλει με συγκίνηση την εν Κυρίω κοίμηση της Ηγουμένης της Ι.Μ. Κυράς των Αγγέλων Λευκίμμης Ευπραξίας μοναχής.
Η αείμνηστη γερόντισσα ήταν ιδιαίτερα αγαπητή για την απλότητα, την ευσέβειά της, όπως επίσης και για την αφοσίωσή της στο μοναδικό εν λειτουργία μοναστήρι της περιοχής της Λευκίμμης.
Η εξόδιος ακολουθία της θα τελεσθεί αύριο Τετάρτη 10 Απριλίου 2013 στις 4 το απόγευμα από τον  Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκτάριο  στο Καθολικό της Ι.Μ. Κυράς των Αγγέλων Λευκίμμης

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...