Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Μαρτίου 03, 2013

Αθανάσιος ο Πάριος και Βενιαμίν ο Λέσβιος



Το χρονικό μιας ιδεολογικής διαμάχης. Πρόταση ερμηνείας της

Μικρή ιχνηλασία στο Νεοελληνικό Διαφωτισμό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το παρόν άρθρο. Από την αρχή, ωστόσο θα ήθελα να διευκρινίσω,  ότι  δεν  αποσκοπεί  στο  να  καταδικάσει  ή  να  δικαιώσει ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα. Την ιστορία των ιδεολογικών ρευμάτων και νοοτροπιών που συντάραξαν το δεύτερο μισό του 18ου  και την πρώτη εικοσαετία του 19ου  αιώνα, η ιστορική έρευνα των τελευταίων δεκαετιών, την εξέτασε, αλλά και κατάφερε να την εξαρτήσει από δύο ιστορικά στερεότυπα του ευρύτερου πολισμικού μας βίου, τη συντηρητική από τη μια πλευρά και την προοδευτική από την άλλη, πραγματικότητα.

Η δυαδική αυτή αντίληψη έθρεψε την τραγελαφική διελκυστίνδα των δυτικών και αντιδυτικών, του διαφωτιστή και του σκοταδιστή λογίου στα ύστερα χρόνια της Τουρκοκρατίας, από την οποία δυστυχώς η σύγχρονη ιστοριογραφία δεν  μπόρεσε  να  απαγκιστρωθεί.  Φτάνει  να  θυμίσω  εδώ μερικές  περιπτώσεις  που  επαληθεύουν  τα  παραπάνω  και  αφορούν τα εξεταζόμενα πρόσωπα: «τιτάνας του Διαφωτισμού», «αναγεννητής» ο Βενιαμίν  Λέσβιος,  εκφραστής  της  «συντηρητικής  πλευράς  της Εκκλησίας», «φωτοσβέστης» και «καλόγερος του μεσαίωνα» ο Αθανάσιος Πάριος1.

Όπως είναι φανερό, βρισκόμαστε εδώ, σε μια γερά θεμελιωμένη ηγεμονική αντίληψη της Ιστορίας. Και δεν μπορώ να καταλάβω, γιατί οτιδήποτε προσέκρουε και  αρνητικά αποτιμούσε, τη σημαντικότατη κατά

τα άλλα πνευματική κίνηση του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, στο

 Λ. Βρανούση, «Άγνωστα πατριωτικά φυλλάδια και ανέκδοτα κείμενα της εποχής του Ρήγα και του Κοραή», Επετηρίς Μεσαιωνικού Αρχείου 15‐16(1965‐1966)192, [και ανάτυπο]. Ευχαριστώ τον κ. Γ. Πατρινέλη που με καλοσύνη έθεσε στη διάθεσή μου αυτή τη μελέτη. Πρβλ. Γ. Βαλέτα, Κοραής. Άπαντα τα πρωτότυπα έργα, τ. Α1, Δωρικός, Αθήνα 1964, σ. 37.

γενικότερο διάγραμμα των ροπών του Νέου Ελληνισμού, συνιστούσε τη συντηρητική γραμμή. Υπό αυτή την άποψη, βρεθήκαμε νομίζω, στην αδυναμία, έχοντας ωστόσο αφομοιώσει την ιστορική παιδεία που απλόχερα μας πρόσφεραν σημαντικότατοι ιστορικοί (Κ. Άμαντος, Κ. Θ. Δημαράς, Α. Αγγέλου), να διαβλέψουμε σ’ αυτή την αντιπαράθεση έναν επίμονο διάλογο, που ρωμαλέα γονιμοποίησε τον πνευματικό μας βίο, στους δύο τελευταίους αιώνες. Στα δύο πολιτισμικά ανισόπεδα, τον Νεοελληνικό Διαφωτισμό και την Ορθόδοξη Παράδοση, είναι γεγονός, ότι σφυρηλατήθηκαν οι ιστορικοί παράγοντες, πάνω στους οποίους συγκροτήθηκε το ενιαίο σώμα του εθνικού κορμού, η γλώσσα και η Ορθοδοξία. Όπως επίσης είναι γεγονός, ότι ο Νέος Ελληνισμός, καθ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, δημιουργικά αναχωνεύτηκε, με αντιθετικές σε σχέση με την παράδοσή του δυνάμεις2.

Σ΄ αυτή την πολιτισμική ώσμωση ανήκουν ο Βενιαμίν Λέσβιος και ο

άγιος   πια   Αθανάσιος   Πάριος3.   Πρόσωπα   αντιθετικά   μεταξύ   τους,

2 Βλ.  χαρακτηριστικά Ν. Ματσούκα, Νέος Ελληνισμός και Δυτικός Διαφωτισμός,

Θεσσαλονίκη 1984. Λ. Μπενάκη, «Δυτικοευρωπαϊκό πνεύμα και Ελληνική Ορθοδοξία. Η μετάβαση από το Βυζάντιο στο Νέο Ελληνισμό και η σύγχρονη προβληματική», Σύναξη τχ. 34 (Απρίλιος – Ιούνιος 1990)30‐41. πρωτ. Γ. Δ. Μεταλληνού, «Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός και Ρωμηοσύνη. (Έλεγχος θέσεων της δυτικής ιστοριογραφίας)», Ελλοπία τχ. 5 (Άνοιξη

1991) 65‐69. Του ιδίου, Ορθόδοξος και Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός. Μεγέθη αλληλοσυμπληρούμενα ή αλληλοαποκλειόμενα;, Αθήναι 1996.[Ανάτυπο από το Θεολογικό Συνέδριο της Ιερά Μητροπόλεως Ηλείας: (Πύργος 18 –19 Φεβρουαρίου 1995)].

 Για τον Βενιαμίν Λέσβιο η νεότερη βιβλιογραφία έχει εμπλουτιστεί με την πολύ καλή μελέτη της Ρ. Αργυροπούλου, Ο Βενιαμίν Λέσβιος και η ευρωπαϊκή σκέψη του 18ου  αιώνα, Αθήνα   1983.   Πρβλ.   Θ.   Παπαδόπουλου,   Οι   φιλοσοφικές   και   κοινωνικο‐πολιτικές αντιλήψεις του Βενιαμίν Λεσβίου, Κέδρος, Αθήνα 1983. H θέση του Αθανασίου Παρίου στην Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, την τελευταία δεκαετία δείχνει να έχει αποκατασταθεί. Στο γενικότερο υπόβαθρο των αντιτιθέμενων απόψεων γι’ αυτόν εντάσσονται οι δύο μεταπτυχιακές διατριβές του Α. Ι. Καλαμάτα, Αθανάσιος ο Πάριος (1721  –  1813).  Βίος  –  δράση  –  συγγράμματα.  Συμβολή  στην  ιστορία  του  18ου αιώνα.

ανέπτυξαν αξιόλογη     διδακτική δράση. Στις Κυδωνίες και τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες ο πρώτος, στο Άγιο Όρος, τη Θεσσαλονίκη και τη Χίο ο δεύτερος. Η ιδεολογική τους   διαμάχη τοποθετείται κατά το χρονικό διάστημα 1799‐1812, όταν και οι δύο τους ήσαν διδάσκαλοι στις

Κυδωνίες  και  στη  Χίο.  Για  το  θέμα  παλαιότερα  ο  ιστορικός  Άλκης

Θεσσαλονίκη  1994,  και  του  Δ.  Τσεντικόπουλου,  Ο  Αθανάσιος  Πάριος  ως  Θεολόγος,

Θεσσαλονίκη 1995. Στο ειδικότερο όμως υπόβαθρο της αποκατάστασης του Παρίου, εντάσσονται τα δύο επιστημονικά συνέδρια, που φιλοξενήθηκαν στην γενέτειρά του, την Πάρο: Η Εκατονταπυλιανή και η Χριστιανική Πάρος, (Πάρος 15 – 19 Σεπτεμβρίου 1996), Πάρος 1998, περιελάμβανε οκτώ εισηγήσεις, και Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος, (Πάρος 29

Σεπτεμβρίου – 4 Οκτωβρίου 1998), περιελάμβανε εικοσιπέντε ανακοινώσεις. Πρβλ. πρωτ.

Γ. Δ. Μεταλληνού, «Αθανάσιος Πάριος (1721 – 1813). Εργογραφία – Ιδεολογία – Βιβλιογραφικά», Επιστημονική Επετηρίς Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Τιμητικόν αφιέρωμα εις Ανδρέαν Θεοδώρου, τ. Α΄ (1995)293‐349. Έκτοτε το ενδιαφέρον για τον Πάριο προσανατολίζεται στην μνημειώδη έκδοση των Απάντων του, στην οποία συμμετέχει και ο γράφων, από ειδική επιστημονική επιτροπή, απαρτιζόμενη από Καθηγητές Πανεπιστημίου  και  ειδικούς  ερευνητές.  Προσφάτως  εκδόθηκε  και  ο  πολύ καλός βιβλιογραφικός οδηγός του συναδέλφου Χρ. Αραμπατζή, Αθανασίου του Παρίου Βιβλιογραφικά, Θεσσαλονίκη 1998. Σχετικό συμπλήρωμά του βλ. Α. Ι. Καλαμάτα, στο περ. Παριανά τχ. 73 (Απρίλιος – Ιούνιος 1999)179‐185. Ως προς τον τρόπο προσαρμογής του Παρίου στο ιδεολογικό κλίμα της εποχής του, καθώς επίσης και τις ανάγκες που υπαγόρευσαν τη στάση αυτή, σημαντικές είναι οι παρατηρήσεις του Π. Κιτρομηλίδη, Νεοελληνικός  Διαφωτισμός.  Οι  πολιτικές  και  κοινωνικές  ιδέες,  Μορφωτικό  Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1996, σσ. 439‐444, 448‐449. Το έργο αποτελεί σταθμό στην περί τον Νεοελληνικό Διαφωτισμό νεότερη έρευνα, αφού επιχειρεί μια πανοραμική θεώρησή του. Συμπληρώνει προγενέστερες μελέτες, διεισδύοντας με επιτυχή τρόπο, με ακρίβεια και αντικειμενικότητα, στους μηχανισμούς λειτουργίας των ιδεών του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, οι οποίες διαγράφτηκαν μέσα από το έργο των ελλήνων λογίων. Κύριο χαρακτηριστικό της, είναι το γεγονός, ότι ο συγγραφέας δεν προβαίνει σε   μονομερή αξιολόγηση προσώπων και ιδεών, αλλά αποτιμά το κίνημα σ’ όλες τις εκφάνσεις του. Για τη συνάντηση και την επακόλουθη σύγκρουση της Ορθόδοξης Εκκλησίας με το ρεύμα του Διαφωτισμού βλ. Β. Μακρίδη, «Ορθόδοξη Εκκλησία και Διαφωτισμός», Κληρονομία 29 (1997)163‐201.

Αγγέλου μας έδωσε μια αξιοπρόσεκτη μελέτη4, για αυτό προς το παρόν δεν  θα  υπεισέλθουμε  στις  λεπτομέρειες  της  διαμάχης.  Θα προσπαθήσουμε όμως να ερμηνεύσουμε αυτή.

Ο Λέσβιος υπήρξε η περίπτωση του λογίου, που για χάρη μιας ευρύτερης και πολυσύνθετης παιδείας, επένδυσε με τη μακρά διδακτική του   σταδιοδρομία, πολλά στη εκπαίδευση των αρχών του 19ου  αιώνα. Η γονιμοποιός αυτή συνεισφορά του στα εκπαιδευτικά πράγματα, αποκαθιστούσε σε μεγάλο βαθμό το όραμα του Κοραή: την προσπέλαση της ελληνικής εκπαίδευσης στην ουμανιστική και διαφωτιστική παιδεία της Ευρώπης. Η επίμονη παρέμβασή του για ανασηματοδότηση των εκπαιδευτικών αγαθών, απεικόνιζε το γενικότερο πλαίσιο των ιδεολογικών ροπών του Νέου Ελληνισμού, που εκκινούσε από μία ολόκληρη κοσμοθεωρία της ελληνικής λογιοσύνης: προϋπόθεσή της ήταν η απαγκίστρωση της εκπαίδευσης από τις παραδοσιακές πέδες της.

Υπό  αυτούς  όμως  τους  όρους,  εγείρονται  δύο  σημαντικά ερωτήματα.  Πόση  ανάγκη  είχε  η  ελληνική  κοινωνία  του  18ου   και  19ου αιώνα από τέτοιου είδους μεθοδεύσεις και τομές; Ποιοι λόγοι συνιστούσαν ως αναγκαία τη «μετακένωση» τέτοιων ιδεολογικών προτύπων, στον ευρύτερο χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης; Η άποψη, που κατά κόρον στο  παρελθόν  έχει  υποστηριχθεί,  ότι  δηλαδή,  η  καθ’  ημάς  Ανατολή έπρεπε να βγει από την περιχαράκωσής της γύρω από την Ορθοδοξία, νομίζω ότι σήμερα είναι ελέγξιμη και τείνει προς αναίρεση. Η πολιτισμική αυτάρκεια της, στα πλαίσια που την είδε ο Αθανάσιος Πάριος, δεν είχε την ανάγκη συστράτευσης με τον Διαφωτισμό. Η αντιπαράθεσή του με τον  Βενιαμίν  Λέσβιο  προερχόταν  από  τις  ακατάπαυστες  διαδικασίες

ανάκτησης   και   διάσωσης   της   μακραίωνης   βυζαντινής   κληρονομιάς.

4  «Προς την ακμή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Οι διενέξεις του Λεσβίου στη σχολή

Κυδωνιών», Μικρασιατικά Χρονικά 7(1956)1‐81 [και στη χωρίς ενημέρωση αναδημοσίευσή του, Των Φώτων. Όψεις του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, Ερμής, Αθήνα 1988, σσ. 211‐291].

Ενσυνείδητος εκφραστής της πατερικής    αυθεντίας, και μαχητικός υπερασπιστής της Κολλυβαδικής Θεολογίας5, συμπύκνωσε στο έργο του, όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά για την επαναφορά των λειτουργικών πράξεων της αρχαίας εκκλησιαστικής παράδοσης. Η αναφορά του στην διδασκαλία των «Θεοφόρων Διδασκάλων της Εκκλησίας», λειτούργησε ως η  θεμελιώδης  αφετηρία για  προβολή  της  ορθόδοξης  πνευματικότητας, προσδιορισμένης ως πολιτισμική αντί‐πρόταση, προς τη διαδικασία μετάβασης προς νέες μορφές παιδευτικών αξιών που πρωτίστως προωθούσε ο Βενιαμίν Λέσβιος6.

Η  διαμάχη  των  δύο  διδασκάλων  του  Γένους,  με  τα  εκατέρωθεν

στηλιτευτικά κείμενα τους, μπορεί να κινήθηκε στο επίπεδο αντιπαράθεσης θέσεων και απόψεων, είχε όμως βαθύτερες αιτίες. Βασιζόταν σε δύο ριζικά αντίθετες κοσμοαντιλήψεις που λειτούργησαν με ανάλογες  μεθόδους.  Η  διαμάχη     μπορεί  επίσης  να  έφερε  σε  ρήξη πρόσωπα και ομάδες λογίων ‐ ας θυμηθούμε εδώ ένα παράδειγμα, τη διαμάχη του Νικολάου Ζερζούλη με τον Δωρόθεο Λέσβιο7   ‐ αποτέλεσε όμως το πλαίσιο εκείνο πάνω στο οποίο, μετά την Επανάσταση του 1821, εκδηλώθηκε η βαθιά πνευματική διάβρωση του Γένους, με τη γνωστή αλλοτρίωση θεσμών και αξιών.

Το αντίδοτο στην ελευθεριότητα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού,

ήταν η ορθώς εννοούμενη τήρηση του πατροπαράδοτου. Εδώ ο Αθανάσιος

5     Βλ.   πρωτ.   Γ.   Δ.   Μεταλληνού,   «Η   δυναμική   του   Διαφωτισμού   στη   δράση   των

Κολλυβάδων», Ο Ερανιστής 21(1997)189‐200.

6  Βλ. πρωτ. Γ. Δ. Μεταλληνού, «Η πατερική παράδοση στα αγωνιστικά έργα του αγίου Αθανασίου Παρίου», Πρακτικά Επιστημονικού Συμποσίου: Η Εκατονταπυλιανή και η Χριστιανική Πάρος, (Πάρος 15 –19 Σεπτεμβρίου 1996), Πάρος 1998, σσ. 401‐422.

7  Γι’ αυτή βλ. Λ. Μπενάκη, «Από την ιστορία του μεταβυζαντινού αριστοτελισμού στον

ελληνικό χώρο. Αμφισβήτηση και υπεράσπιση του φιλοσόφου στον 18ο  αιώνα. Νικόλαος

Ζερζούλης – Δωρόθεος Λέσβιος», Φιλοσοφία 7(1977)416‐452.

Πάριος εδραίωσε το στοχασμό του: στην αυτονόμηση της παράδοσης και στη   συνέχεια   της   πατερικότητας.   Γι’   αυτό   ψέγει   δριμύτατα   την πολυμορφία του έργου του Λεσβίου, στιγματίζοντάς τον καυστικά: «Τι θέλουν μας ωφελήση οι κύκλοι και αι πυραμίδες και τα τετράγωνα και τα αστρονομικά τηλεσκόπια; Ουδέν ουδέν. Τα μαθήματα της έξω σοφίας δεν είναι αναγκαία προς την αληθινήν ευδαιμονίαν. Τις λοιπόν η τοιαύτη ορμή και άκριτος επιθυμία, με την οποίαν οι περισσότεροι φέρονται εις απόκτησιν αυτής; Η Ευρώπη είναι το χάος της απωλείας, το βάραθρον του Άδου. Εγύρισες και με πολύν πλούτον φιλοσοφικών ειδήσεων και με φήμην μεγάλην πως είσαι ή ένας άριστος γεωμέτρης, ή ένας τέλειος αστρονόμος, ή ένας άκρος φυσιολόγος, η ένας θαυμάσιος αλγεβριστής. Τούτων απάντων εγώ βλέπω το κέρδος, όταν εσύ εβρίσκεσαι υπεύθυνος εις το κρίμα της λιποταξίας»8.

Η      ιστορία      του      Νεοελληνικού      Διαφωτισμού      και      των

μεταμορφώσεών του, έρχεται να επιβεβαιώσει με τον τρανότερο τρόπο, την «ιδεολογική ασυναρτησία» της νεοελληνικής κοινωνίας των δύο τελευταίων αιώνων. Σκόπιμα, σχεδόν, η δυναμική του προσπάθησε να

υποσκελίσει και να αναιρέσει  την ιστορική συνέχεια του Γένους.

Παιδαγωγικό Βήμα Αιγαίου τχ.36(Απρίλιος – Ιούνιος 2000)7‐10

8    Γ. Βαλέτα, «Ιστορία της Ακαδημίας Κυδωνιών. Μέρος Α΄
. Η διαφωτιστική περίοδος του

Βενιαμίν Λεσβίου (1798 – 1812)», Μικρασιατικά Χρονικά 4(1948)182. Σχετικά με την αντιπαράθεση του Λεσβίου με το Οικουμενικό Πατριαρχείο βλ. Ι. Μουτζούρη, Βενιαμίν ο Λέσβιος. Οι κατήγοροι των ιδεών του και η Μεγάλη Εκκλησία, Αθήνα 1982. Παρόλο το εύρος των πηγών και των ιστορικών τεκμηρίων που υπάρχουν, η μελέτη αυτή κάμει πρόχειρη αποτίμηση του έργου και της διένεξης των δύο διδασκάλων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...