Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαρτίου 02, 2013

Συναξαριστής της 2ας Μαρτίου


Ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος ὁ Συγκλητικός

 


Ἔζησε στὰ χρόνια του Γαλερίου Μαξιμιανοῦ, στὶς ἀρχὲς τοῦ Δ´ αἰῶνα μ.Χ., καὶ κατεῖχε τὸ ἀξίωμα τοῦ Συγκλητικοῦ. Ὅταν κηρύχθηκε ὁ διωγμὸς ἐνάντια στοὺς χριστιανούς, τοῦ προτείνεται νὰ σώσει τὴν ζωή του καὶ τὶς τιμές του, ἀρνούμενος τὴν πίστη του. Ὁ Ἡσύχιος μὲ θάρρος καὶ ἠρεμία ἐμμένει στὴν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Μαξιμιανός, ἀφοῦ δὲν μπόρεσε νὰ τὸν μεταπείσει μὲ συμβουλές, ὑποσχέσεις καὶ ἀπειλές, ἀφαιρεῖ τὰ τιμητικά του σύμβολα καὶ τὸν γελοιοποιεῖ μπροστὰ σ᾿ ὅλους τοὺς ἀξιωματούχους.

Ὁ Ἡσύχιος ἀτάραχος, ἀπάντᾳ μὲ τὰ λόγια του Κυρίου: «Δόξαν παρὰ ἀνθρώπων οὐ λαμβάνω». Δηλαδή, δόξα ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν ἐπιδιώκω νὰ πάρω. Ἐξοργισμένος ὁ Μαξιμιανός, διέταξε τὸ θάνατό του. Τότε μία στρατιωτικὴ συνοδεία τὸν ὁδήγησε στὸν ποταμὸ Ὀρόντη. Ἀφοῦ τοῦ ἔδεσαν μεγάλη πέτρα στὸ λαιμό, τὸν ἔριξαν στὸ πιὸ βαθὺ μέρος.

Ἔτσι παρέδωκε τὸ πνεῦμα του στὸ Θεὸ τῆς δόξης, γιὰ νὰ τὸν δοξάσει καὶ Αὐτὸς στὴ μέλλουσα κρίση. Ἀλλὰ ἔδειξε καὶ σ᾿ ὅλους ἐμᾶς δυὸ μεγάλες ἀρετές, τὴν καταφρόνηση τῆς κοσμικῆς δόξας καὶ τὴν θυσία τῆς ζωῆς.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Ἄξιας κοσμικῆς, ἀπορρίψας τὸ κλέος, τὴν δόξαν τοῦ Χριστοῦ, ὠμολόγησας χαίρων, Ἠσύχιε πανένδοξε, Ἀθλητῶν ἐγκαλλώπισμα, ὅθεν ἔφερες, ὥσπερ τιμὴν τὴν αἰσχύνην, καὶ τὸν θάνατον, ἐν πνιγμονῇ τῶν ὑδάτων, δυνάμει τοῦ Πνεύματος.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’.
Ὁ Μάρτυς σου, Κύριε, ἐν τὴ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἠμῶν, ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν, ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση, Αὐτοῦ ταὶς ἰκεσίαις, Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.

Κοντάκιον Ἦχος πλ. β’. Τήν ὑπέρ ἡμῶν.
Τούς ἀθλητικούς ἀγῶνας ἰχνηλατήσας, πρός θεουργικήν, ἀγάπην ἀνεπτερώθης, καί τῆς ἄνω Συγκλήτου, ἐδείχθης ὁμότιμος, ἀρνησάμενος τήν πρόσκαιρον, καί ζωῆς πρός ὕδωρ ἔφθασας, ποταμοῦ ῥιφείς τοῖς ῥεύμασιν, Ἡσύχιε Ἀθλητά, εὐσεβῶν πρεσβευτά.

Κάθισμα
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Ἀκαταγώνιστος Ἀθλητὴς γέγονας, τοῦ Παντοκράτορος, μάκαρ Ἡσύχιε, ἐν τῷ καιρῷ τῶν διωγμῶν, τῆς σαρκὸς μὴ φεισάμενος· ὅθεν θανατούμενος, ποταμίοις ἐν ὕδασι, τούτοις ἐναπέπνιξας, τὸν πολέμιον δράκοντα· διὸ ἐν εὐφροσύνῃ, τὴν θείαν μνήμην σου Μάρτυς ἑορτάζομεν.

Μεγαλυνάριον 
Βουλὰς ἀσεβούντων ὑπεριδών, ἐν βουλῇ Κυρίου, ἐπορεύθης θεοπρεπῶς, καὶ ἀνδραγαθήσας, Ἡσύχιε ἐν ἄθλοις, λαμπρῶς ἐμεγαλύνθης, δόξῃ τῇ κρείττονι.

 
Ὁ Ἅγιος Θεόδοτος ἐπίσκοπος Κυρήνειας Κύπρου Ὁμολογητὴς καὶ Ἱερομάρτυρας

 


Ἔζησε στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου μ.Χ. αἰῶνα, ὅταν ἡ εἰδωλολατρία κινδύνευε νὰ ἐκπνεύσει. Καὶ ζητοῦσε, ὅπως τὰ θανάσιμα πληγωμένα θηρία, νὰ πέσει μὲ ὅσες δυνάμεις τῆς ἀπέμειναν, νὰ ἐξοντώσει τὴν Ἐκκλησία.

Ὁ ἅγιος Θεόδοτος, ἐπίσκοπος στὴν Κυρήνεια τῆς Κύπρου, μὲ τὸ μεγάλο ζῆλο του ὑπὲρ τῆς χριστιανικῆς πίστης καὶ γιὰ τὶς κατακτήσεις ποὺ ἐπιτύγχανε μέσα στὸν εἰδωλολατρικὸ κόσμο, προκάλεσε τὴν ὀργὴ τοῦ ἡγεμόνα Σαβίνου. Ἀφοῦ τὸν συνέλαβε, προσπάθησε νὰ τὸν πείσει ν᾿ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του στὸ Χριστό.

Ὁ Θεόδοτος ὄχι μόνο δὲν ἀρνήθηκε τὴν πίστη του, ἀλλὰ καὶ μίλησε θαρραλέα στὸν ἡγεμόνα κατὰ τῆς εἰδωλολατρικῆς πλάνης καὶ τὸν ἐξόρκισε ν᾿ ἀρνηθεῖ τοὺς ψεύτικους θεούς. Τότε ὁ Σαβίνος τὸν βασάνισε σκληρά, ἀλλὰ μπροστὰ στὴν ἐξέγερση τοῦ χριστιανικοῦ πληθυσμοῦ, φοβήθηκε καὶ διέταξε νὰ μεταφερθεῖ ὁ καταπληγωμένος Ἱεράρχης στὴ φυλακή. Ἀλλὰ καὶ στὴ φυλακὴ ὁ Θεόδοτος δὲν ἐγκατέλειψε τὸ ἔργο του. Βρῆκε ἀνθρώπους, ὅπου τοὺς μετέδωσε τὴν ἀλήθεια καὶ ἔτσι ἔκανε μέσα στὴ φυλακὴ ἕνα μικρὸ ποίμνιο.

 


Ἀργότερα, ἐπὶ Μεγάλου Κων/νου ἐλευθερώθηκε καὶ συνέχισε μὲ περισσότερο ζῆλο τὸ ἔργο του. Μετὰ δυὸ χρόνια ὅμως πέθανε, ἀφοῦ ἄφησε ἀλησμόνητο ὑπόδειγμα σὲ κλῆρο καὶ λαό.

(Ἡ μνήμη του - ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστὲς - περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται τὴν 17η καὶ τὴν 19η Ἰανουαρίου).

 
Ὁ Ἅγιος Κόϊντος Ὁμολογητὴς καὶ Θαυματουργός

Ἔζησε τὸν 3ο αἰῶνα μ.Χ. στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Λευκτίου Αὐρηλιανοῦ τοῦ Σιδηρόχειρα, καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Φρυγία. Εἰδωλολάτρης πρίν, ἀλλὰ μὲ ἀγάπη πρὸς τὴν ἀλήθεια καὶ πόθο πρὸς τὴν ἀρετή, δὲν δυσκολεύτηκε νὰ ἀσπασθεῖ τὴν χριστιανικὴ πίστη, ὅταν ἄκουσε τὴν διδασκαλία της καὶ εἶδε τὶς ἀρετὲς τῶν πιστῶν της.

Κάποτε λοιπόν, πῆγε σὲ κάποιο χωριό, τὴν Αἰολίδα, καὶ μοίραζε ἐλεημοσύνη στοὺς φτωχούς. Ὁ δὲ ἡγεμόνας Ῥοῦφος, τὸν συνέλαβε, καὶ ὅταν τόν διέταξε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα ἀμέσως κατέλαβε τὸν ἡγεμόνα δαιμόνιο. Τότε ὁ Ἅγιος, παρακάλεσε τὸν Θεὸ καὶ ὁ ἡγεμόνας ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὸ δαιμόνιο. Ὁ δὲ Ῥοῦφος, ὄχι μόνο ἄφησε ἐλεύθερο τὸν Κόϊντο, ἀλλὰ τοῦ ἔδωσε καὶ πολλὰ δῶρα γιὰ τὸ εὐεργέτημα ποὺ τοῦ ἔκανε.

Κατόπιν πῆγε σὲ μία ἄλλη πόλη, τὴν Κύμη, ὅπου μὲ τὴν βία οἱ εἰδωλολάτρες τὸν εἰσήγαγαν σὲ εἰδωλολατρικὸ ναὸ προκειμένου νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Καὶ ἐπειδὴ διὰ τῆς προσευχῆς τοῦ Ἁγίου ἔγινε σεισμὸς καὶ γκρεμίστηκε ὁ ναὸς τῶν εἰδώλων, ἔντρομοι οἱ εἰδωλολάτρες ἄφησαν ἐλεύθερο τὸν Ἅγιο.

Μετὰ 40 μέρες, συνέλαβε τὸν Ἅγιο ὁ ἄρχοντας Κλέαρχος, ποὺ ἦταν φανατικὸς εἰδωλολάτρης καὶ διέταξε νὰ συντρίψουν τὰ σκέλη τοῦ Μάρτυρα. Ὅταν δὲ ἔγινε αὐτό, ἀμέσως αὐτὰ ἔγιναν σῶα καὶ ὑγιῆ, μὲ τὴν δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ὁ Κόϊντος πήγαινε σὲ διάφορες πόλεις καὶ χωριά, γιὰ 10 ὁλόκληρα χρόνια καὶ γιάτρευε κάθε ἀσθένεια καὶ βοηθοῦσε τοὺς φτωχούς.

Ἔτσι, μὲ τέτοια θαύματα καὶ θεάρεστα ἔργα ποὺ ἔπραξε, παρέδωσε τὴν μακάρια ψυχή του στὸν Κύριο.

(Ἡ μνήμη του περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 2α Ἰουλίου).

 
Οἱ Ἅγιοι Νέστορας καὶ Τριβίμιος (ἢ Τριβιμίνος)

Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Πέργη τῆς Παμφυλίας. Στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Δεκίου (249-251) καταγγέλθηκαν ὅτι ἦταν χριστιανοὶ καὶ μαστιγώθηκαν σκληρὰ μὲ μαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιοῦ. Ἔπειτα τοὺς κρέμασαν καὶ τοὺς ἔσχισαν μέχρι τὰ σπλάχνα. Ἐπειδὴ ὅμως ἔμειναν ἀμετακίνητοι στὴν πίστη τους, ἀποκεφαλίστηκαν καὶ ἔτσι πῆραν τὰ στεφάνια τοῦ μαρτυρίου.

(Πολὺ πιθανό, ὁ Ἅγιος Νέστορας, νὰ εἶναι ὁ ἴδιος με αὐτὸν τῆς 28ης Φεβρουαρίου, διότι οἱ βιογραφίες τους συμπίπτουν).

 

 
 
Ὁ Ἅγιος Τρωάδιος καὶ οἱ μαζὶ μ᾿ αὐτὸν μαρτυρήσαντες

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Δεκίου (249-251).

 
Ἡ Ἁγία Εὐθαλία ἡ Παρθενομάρτυς

 


Ἡ Ἅγια Εὐθαλία ζοῦσε στὴ Σικελία καὶ εἶχε μητέρα αἱμορροοῦσα, ποὺ ὀνομαζόταν καὶ αὐτὴ Εὐθαλία. Κάποτε λοιπὸν ἡ μητέρα της, εἶδε στὸ ὄνειρό της τοὺς Ἁγίους Μάρτυρες Ἀλφειό, Φιλάδελφο καὶ Κυπρῖνο, ποὺ τὴν μνήμη τους γιορτάζουμε στὶς 10 Μαΐου, οἱ ὁποίοι τῆς εἶπαν: «Ἂν πιστέψεις στὸν Χριστὸ καὶ βαπτισθεῖς, θὰ γιατρευτεῖς καὶ θὰ σωθεῖς. Ἂν ὅμως ὄχι, τότε φύγε μακριά μας». Ὅταν ξύπνησε ἡ μητέρα Εὐθαλία πείστηκε απὸ τὰ λόγια τῶν Ἁγίων Μαρτύρων. Ἔτσι, μαζὶ μὲ τὴν θυγατέρα της Εὐθαλία, πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ βαπτίσθηκαν.

Ὑπῆρχε ὅμως καὶ ὁ γιός της Σερμιλιανός, ὁ ὁποῖος κόντεψε νὰ τὴν πνίξει, μόλις ἔμαθε ὅτι ἡ μητέρα του ἔγινε χριστιανή. Γλύτωσε τὸ βέβαιο θάνατο, μὲ τὴν βοήθεια κάποιας ὑπηρέτριας καὶ ἔφυγε.

Ἡ δὲ θυγατέρα της, ἡ Ἁγία Εὐθαλία, ἔκανε δριμύτατη παρατήρηση στὸν ἀδελφό της, ποὺ θέλησε νὰ σκοτώσει τὴν μητέρα τους. Αὐτὸς δὲ τῆς εἶπε: «Μήπως καὶ σὺ εἶσαι Χριστιανή;». Ἡ Ἁγία ἀποκρίθηκε: «Ναί, Χριστιανὴ εἶμαι καὶ γιὰ τὸν Χριστὸ εἶμαι ἕτοιμη νὰ πεθάνω πρόθυμα». Τότε ὁ αἰσχρὸς ἀδελφός της, ἀφοῦ τὴν ἔδειρε δυνατά, ἔπειτα τὴν παρέδωσε σ᾿ ἕναν δοῦλο του νὰ τὴν βιάσει. Προσευχομένη τότε ἡ Ἁγία τύφλωσε τὸν δοῦλο. Ὁ δὲ ἀδελφός της μόλις εἶδε τὸ γεγονός, σὰν ἄλλος Κάϊν, ἀποκεφάλισε τὴν ἀδελφή του καὶ ἔτσι ἡ μακαρία πῆρε τὸ ἀμάραντο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.

(Σὲ κάποιον κώδικα Νὸ 73 τῆς Μονῆς Παναγίας στὴ Χάλκη, ἡ μνήμη τῆς ἁγίας φέρεται κατὰ τὴν 27η Αὐγούστου).

 
Οἱ Ἅγιοι Ἀνδρόνικος καὶ Ἀθανασία

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Ἴσως νὰ εἶναι οἱ ἴδιοι με αὐτοὺς τῆς 9ης Ὀκτωβρίου).

 
Ὁ Ἅγιος παπα-Νικόλας Πλανᾶς

 


Γεννήθηκε στὴ Νάξο τὸ 1851 ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Πλανᾷ καὶ τὴν Αὐγουστίνα Μελισσουργοῦ-Πλανᾷ. Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ἀφιερώθηκε στὰ θεῖα καὶ τὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ 12 χρονῶν ὑπῆρξε ὑπηρέτης τοῦ Ἱεροῦ, σήκωνε τὰ ἁγία ἑξαπτέρυγα, ἀγρυπνοῦσε στὶς ὁλονυκτίες, καὶ ἀπὸ τῆς ἡλικίας ἐκείνης εἶχε ἐκδηλωθεῖ τὸ φιλέσπλαχνο τοῦ χαρακτῆρα του καὶ τὰ ἀλτρουιστικά του αἰσθήματα.

Τὸ ψωμὶ ποὺ τοῦ ἔδινε ἡ μητέρα του, τὸ μοιραζόταν μὲ τὰ ἄλλα παιδιὰ τοῦ χωριοῦ του, καὶ πολλὲς φορὲς εἶχε δώσει καὶ τὰ ῥοῦχα του ἀκόμα στὰ φτωχὰ παιδιά.

Τὴ δεκαετία 1870-1880 ἦλθε στὴν Ἀθήνα. Ὅπου στὶς 4 Ἀπριλίου, τῶν Μυροφόρων, παντρεύτηκε τὴν Ἑλένη Προβελεγγίου ἀπὸ τὰ Κύθηρα. Καὶ τὸ 1880 ἀπέκτησε ἕνα παιδὶ τὸν Ἰωάννη. Ἡ γυναῖκα του, μετὰ ἀπὸ λίγο πέθανε.

 


Τὸ 1879 ὅμως, 22 Ἰουλίου, χειροτονήθηκε διάκονος στὴ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος στὴν Πλάκα καὶ τὸ 1884 χειροτονήθηκε Ἱερέας στὸ ναΐδριο τοῦ Προφήτη Ἐλισσαίου κοντὰ στὸν Παλαιὸ Στρατῶνα, ὅπου ἔψαλλε κάθε Κυριακὴ ὁ ἀείμνηστος διηγηματογράφος Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης.

Λειτούργησε στὸν ναὸ τῆς Μεταμορφώσεως λίγο διάστημα, καὶ κατόπιν τοποθετήθηκε στὸ τότε ἐξωκλῆσι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη Προδρόμου, μετόχι τῆς Μονῆς Σινᾶ.

Ἡ ζωή του ὑπῆρξε πραγματικὰ ζωὴ καλοῦ Σαμαρείτη. Πολλὲς οἱ ἀγαθοεργίες του καὶ τὰ θαύματά του (ποὺ γιὰ εὐνόητους λόγους δὲν μποροῦν νὰ παρατεθοῦν στὸ ἐν λόγῳ Ἁγιολόγιο, μπορεῖ ὅμως ὁ ἀναγνώστης νὰ βρεῖ πολλὲς ἐκδόσεις μὲ πλήρη τὴν βιογραφία του).

Πέθανε στὶς 2 Μαρτίου 1932 στὴν Ἀθήνα καὶ τὸν ἔθαψαν μπροστὰ στὸν Ἁη Γιάννη τοῦ Ἀγροῦ, ὅπου ὑπηρετοῦσε 50 χρόνια συνέχεια. Ἁγιοποιήθηκε τὸ 1992.

 


Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος ἅ’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὰς τοῦ πλάνου παγίδας ἐκφυγῶν, ἱερώτατε, ἀπλανῶς ἐπορεύθης διὰ βίου, πατὴρ ἠμῶν, Νικόλαε ἀοίδιμε Πλανᾶ, οὐράνια χαρίσματα λαβῶν, ἀγρυπνίαις καὶ νηστείαις, ἱερουργῶν ὁσίως τῷ Κυρίω σου. Ὅνπερ καθικετεύων ἐκτενῶς, Νάξιον ἱεράτευμα, πρέσβευε δωρηθῆναι καὶ ἠμὶν τὸ θεῖον ἔλεος.

Κοντάκιον 
Ἦχος βαρύς. Ἐπὶ τοῦ ὅρους μετεμορφώθης.
Ἐν παντὶ ἔθνει, καιρῶ καὶ χρόνω Θεὸς ἀμάρτυρον οὐκ ἀφῆκεν Αὐτοῦ τὴν θείαν δόξαν καὶ τὴν θειότητα? τοὺς δὲ ὄντας ἁγίους ἐν τὴ γῆ αὐτοῦ καὶ Πλανᾶν τὸν Νικόλαον ἐδόξασε? καὶ ἠμὶν ἐδωρήσατο πρεσβευτήν, πατέρα καὶ θερμὸν ἐν ἀναγκαις ἀντιλήπτορα.

Μεγαλυνάριον 
Χαίροις, τοῦ Προδρόμου δοῦλος πιστός, τῶν ἀγρυπνιῶν τὲ ὁ ἐργάτης ὁ θαυμαστός, χαίροις, ἐκκλησίας προφήτου Ἐλισσαίου τὸ σέμνωμα καὶ δόξα, πάτερ Νικόλαε!

 
Ὁ Ἅγιος Chad (Σκωτσέζος)

 


Ὁ Ἅγιος Chad (Τσὰντ) ἦταν ἀδελφός του Ἁγίου Cedd (Σὲντ) (βλέπε 7 Ἰανουαρίου), Ἐπισκόπου Λονδίνου. Σπούδασε στὴ μονὴ Λίντισφερν, ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Ἀϊδανοῦ. Κλήθηκε ἀπὸ τὸν ἀδελφό του νὰ τὸν βοηθήσει στὴν ἵδρυση τῆς μονῆς Λάστινγκχαμ, κοντὰ στὰ ὅρη τῆς Γιορκσάιρ. Μετὰ τὴν ἐκλογὴ τοῦ Ἁγίου Σὲντ ὡς Ἐπισκόπου Λονδίνου ἀνέλαβε ὁ ἴδιος τὴν ἡγουμενία τῆς μονῆς. Ὁ βασιλεὺς Ἄλσφριντ τὸν κάλεσε νὰ ἀναλάβει τὴν ἐπισκοπικὴ θέση τοῦ βασιλείου του καὶ ἡ χειροτονία ἔγινε ἀπὸ ἕνα μόνο Ἐπίσκοπο. Ὁ Ἀρχιείσκοπος Καντουαρίας Θεόδωρος δὲν ἀνεγνώρισε τὴν ἐκλογὴ καὶ διέταξε νὰ ἐγκατασταθεῖ ἐκεῖ ὁ κανονικὸς Ἐπίσκοπός της περιοχῆς. Ἐπειδὴ ὅμως ἐντυπωσιάσθηκε ἀπὸ τὴν ταείνωση καὶ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου τοῦ Ἁγίου Τσάντ, τὸν ἐγκατέστησε ὡς Ἐπίσκοπό της τοπικῆς Ἐκκλησίας τῆς Μερσία.

Ὁ Ἅγιος Τσὰντ κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη, τὸ ἔτος 673 μ.Χ. κατὰ τὴν διάρκεια μεγάλης ἐπιδημίας. Ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῆς Παναγίας τοῦ Λίτσφιλντ καὶ ἐπὶ τοῦ τάφου τοῦ ἔγιναν πολλὰ θαύματα.

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς Ὀρθοδοξίας μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
 

 
Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος Ἐπίσκοπος Τβὲρ τῆς Ρωσίας

 


Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος ἔζησε στὴν Ρωσία κατὰ τὰ τέλη τοῦ 14ου καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 15ου αἰῶνα μ.Χ. Ἀπὸ νωρὶς εἰσῆλθε στὴ μοναχικὴ πολιτεία τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου καὶ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τβέρ.
Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.

 
Οἱ Ὅσιοι Βαρσανούφιος, Σάββας, Σαββάτιος καὶ Εὐφρόσυνος ἐκ Ρωσίας
 


Οἱ Ὅσιοι Βαρσανούφιος, Σάββας, Σαββάτιος καὶ Εὐφρόσυνος ἔζησαν στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 15ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψαν στὴν περιοχὴ Τβέρ.
Οἱ Ὅσιοι κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.

 
Ὁ Ὅσιος Ἰωακεὶμ ὁ Ἰθακήσιος
 
 


Ὁ Ὅσιος Ἰωακείμ, κατὰ κόσμο Ἰωάννης Πατρίκιος, γεννήθηκε στὸν οἰκισμὸ Καλύβια τῆς Ἰθάκης ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετους γονεῖς, τὸν Ἄγγελο καὶ τὴν Ἁγνή.

Ὁ Ἰωάννης σὲ μικρὴ ἡλικία ἔχασε τὴν μητέρα του. Ὁ πατέρας του νυμφεύθηκε καὶ πάλι, ἀλλὰ ἡ μητριὰ τοῦ Ἰωάννου τὸν ταλαιπωροῦσε καὶ τὸν βασάνιζε. Ὁ Ἅγιος, τὰ δύσκολα αὐτὰ χρόνια, ἀσκήθηκε στὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ταπείνωση, βρίσκοντας καταφύγιο στὴν προσευχή, στὸ ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος καὶ στὴν μελέτη τῶν ἱερῶν βιβλίων.

Στὴν ἐφηβική του ἡλικία ἐργάσθηκε ὡς ναυτικὸς στὸ καΐκι τοῦ πατέρα του, προκαλώντας τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν ἐκτίμηση τοῦ πληρώματος γιὰ τὶς ἀρετὲς καὶ τὸ ἦθος του.

Σὲ κάποιο ἀπὸ τὰ ταξίδια του βρῆκε καταφύγιο στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ, στὴ Μεγίστη μονὴ Βατοπεδίου κείρεται μοναχὸς καὶ λαμβάνει τὸ ὄνομα Ἰωακείμ.

Μὲ τὴν ἔναρξη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς ἐπιλέγει τὸν Ὅσιο καὶ τὸν ἀποστέλλει ἱεροκήρυκα στὴν Πελοπόννησο. Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος διδάσκει, καθοδηγεῖ, στηρίζει καὶ ἐνθαρρύνει τοὺς Ἕλληνες. Ἐπιπλέον, μὲ τὸ καΐκι τοῦ ἐκ Κεφαλληνίας παπα-Γιάννη Μακρῆ, μεταφέρει ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο στὰ Ἑπτάνησα γέροντες καὶ γυναικόπαιδα, σώζοντάς τους ἀπὸ τὶς ἐπιδρομὲς τοῦ Ἰμπραήμ.

Περὶ τὸ 1827 ὁ Ὅσιος Ἰωακεὶμ φθάνει στὴν ἀγγλοκρατούμενη πατρίδα του Ἰθάκη. Γιὰ 49 χρόνια διακονεῖ μέσα στὸν κόσμο καὶ προφυλάσσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τὴν πλάνη, τὴν αἵρεση. Ἀναφέρονται περιπτώσεις ποὺ ὁ Ἅγιος προσευχόταν καὶ βρισκόταν ἐπάνω ἀπὸ τὸ ἔδαφος, πλημμυρισμένος ἀπὸ οὐράνιο φῶς. Ὁ Θεὸς τοῦ χαρίζει τὸ διορατικὸ χάρισμα καὶ ἔτσι γίνεται ὁ σύμβουλος, ὁ παιδαγωγὸς ἐν Χριστῷ καὶ ὁ ἰατρὸς τῶν Ἰθακησίων.
Ἔτσι ἀφοῦ ἔζησε ὁ Ὅσιος Ἰωακείμ, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1868.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...